Γιάννης Αγγελάκας: Ο Θεσσαλονικιός αέναος επαναστάτης
Η μουσική του χρωστάει και αυτός συνεχίζει και της δανείζει
Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
20/3/2018 | 12:21
Μια διαμαρτυρία απολυμένων υπαλλήλων έξω από την ΕΥΑΘ, με μύησε σε έναν καλλιτέχνη, που λατρεύεται σχεδόν 40 χρόνια τώρα, από όλες τις ηλικίες. Η μουσική και οι στίχοι του Γιάννη Αγγελάκα, δεν έχουν ηλικία, δεν έχουν ταξικά κριτήρια, δεν κατηγοριοποιούνται. "Δεν χωράνε πουθενά", κλέβοντας ένα στίχο από τα πιο γνωστά τραγούδια της καριέρας του.
"Δεν πειράζει που
δε σου `ρθε η ζαριά,
τζογάρισες στο όνειρο,
κι είσαι έτοιμος για όλα.
Το λέει κι ένα τραγούδι που μας μάθαιναν παλιά
ο χαμένος τα παίρνει όλα."
Στρίβω τσιγάρο και προσπαθώ να πείσω τους συνομιλητές μου ότι αυτό το τραγούδι έπρεπε να να διδάσκεται στα ελληνικά σχολεία. Είναι η ακριβής αποτύπωση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Τζογάραμε με χρήματα δανεικά, κάναμε τη μεγάλη ζωή. Μα το ζάρι και η τσόχα είναι ρίσκο.
Δεν εξαργυρώσαμε εγκαίρως τα κέρδη μας, και τώρα χρωστάμε. Και αν προσπαθήσουμε να ρεφάρουμε, θα χρωστάμε και άλλα. Αν όμως ακούσουμε το τραγούδι προσεκτικά, έχουμε ελπίδα. "Ο χαμένος τα παίρνει όλα". Χάσαμε, πιάσαμε πάτο, δεν μπορούμε να ρεφάρουμε, οι άσσοι στο μανίκι είναι μύθος. Αλλάζουμε πορεία, σηκώνουμε τα μανίκια, παλεύουμε για ένα καλύτερο αύριο. Δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα.
Πίσω στην ιστορία του Γιάννη Αγγελάκα. Γεννήθηκε στις φτωχογειτονιές της Νεάπολης στη Θεσσαλονίκη. Ο δικός του φτωχοπαράδεισος, όπως ο ίδιος λέει. Καλός μαθητής, αλλά δεν μπορεί με τίποτα να μάθει μαθηματικά. Αυτός είναι και ο λόγος που έχασε μια τάξη.
Περνάει στη Βιομηχανική, αλλά από το πρώτο εξάμηνο, χάνει το ενδιαφέρον του. Στα χέρια του φτάνουν οι δίσκοι από Rolling Stones, Pink Floyd, David Bowie. Παθιάζεται με τη μουσική, οι εποχές είναι δύσκολες. Το να είσαι καλλιτέχνης δεν εξασφαλίζει το μεροκάματο.
Για να γράφει μουσική και να ηχογραφεί κάνει ότι δουλειά μπορεί να του προσφέρει χρήματα. Μαζεύει σταφύλια στην Κρήτη, σερβιτόρος, DJ, εργάτης σε εποχιακές εργασίες.
Το 1983, ενώ πριν έχει κάνει κάποιες προσπάθειες να δημιουργήσει μπάντες, μαζί με τον Γιώργο Καρρά φτιάχνουν τις Τρύπες. Η Ροκ ανεβαίνει ραγδαία στην Ελλάδα. Μπάντες ξεφυτρώνουν από παντού. Όμως η Θεσσαλονίκη μπορεί να είναι περήφανη ότι έβγαλε τις καλύτερες. Ξύλινα Σπαθιά, Μωρά στη Φωτιά, και φυσικά Τρύπες.
Γνωρίζουν την αποθέωση, οι δίσκοι τους πουλάνε, οι εμφανίσεις τους είναι sold out.
Η επιτυχία τρομάζει τον Αγγελάκα
«Με σόκαρε όλη αυτή η ενέργεια που ήρθε ξαφνικά επάνω μας. Άρχισα να αισθάνομαι άβολα, σχεδόν αρρώστησα. Με τρόμαξε το όλο πράγμα που ξαφνικά μεγάλωσε και έγινε ανεξέλεγκτο. Η ένταση, η υστερία, οι συναλλαγές, οι promoters που τα τσέπωναν. Χρειάστηκαν ένα δυο χρόνια για να καταλάβω πως θα σταθώ μέσα σ αυτό το πανηγύρι χωρίς να χαθεί η υπόστασή μου. Και σιγά- σιγά βρήκα τους τρόπους να κάνω όλη αυτή την τρέλα, συνείδηση και να τη στέλνω πίσω στον κόσμο».
Ενώ έχουν κατακτήσει την κορυφή, δεν ξεχνάνε ποτέ τη πόλη που τους μεγάλωσε. Ξεκινάνε όλες τις συναυλίες με τη φράση, «Γεια σας είμαστε οι Τρύπες από τη Θεσσαλονίκη». Αρνούνται να παίξουν σε διαφήμιση με τρύπια πατατάκια, ακόμα και όταν η πρόταση έφτασε τα 50.000.000 δρχ.
Οι Τρύπες διαλύονται το 2001. Χωρίς φασαρίες, χωρίς παρασκήνιο. Απλά δεν έγινε ποτέ το επόμενο τηλεφώνημα για το νέο δίσκο. Από τότε ο Γιάννης Αγγελάκας ακολούθησε διαφορετικό δρόμο. Πότε μόνος του, πότε με άλλους καλλιτέχνες.
Τον ρώτησαν γιατί διαλύθηκαν οι Τρύπες και έδωσε τη δική του εκδοχή: «Γιατί σταμάτησαν να έχουν περιπέτεια. Η ατμόσφαιρα είχε αρχίσει να μην είναι τόσο συντροφική. Δεν υπήρχε χρόνος και διάθεση να ψάξουμε για καινούρια ακούσματα. Στις πρόβες κάποιοι κοιτούσαν το ρολόι».
Και τον πιστεύω. Όποιος έχει δει τον Αγγελάκα εκτός σκηνής, και πάνω στη σκηνή θα καταλάβει. Μοιάζει με θάλασσα ειδυλλιακή, που πάνω στη σκηνή γίνεται τσουνάμι και σε καταπίνει. Όπου και αν εμφανίζεται, η ενέργεια είναι απίστευτη. Το κοινό γίνεται προέκταση του. Αυτός σολάρει, αλλά η ηχώ του έχει χιλιάδες φωνές.
Ευτυχώς για όλους, ο Γιάννης Αγγελάκας δεν βαρέθηκε να είναι ο πρώτος, και θα μας χαρίζει τραγουδάρες για πολλά χρόνια ακόμη.