Η Πηνελόπη Δέλτα ήταν μια γυναίκα που μάγεψε όλα τα παιδιά με τις φανταστικές ιστορίες της. Κατάφερε να κάνει και την ανδροκρατούμενη λογοτεχνία των αρχών του αιώνα να της υποκλιθεί και γοήτευε όποιον βρισκόταν στο διάβα της, με το οξύ πνεύμα και την αστείρευτη φαντασία της. Προγιαγιά του μετέπειτα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, κόρη του Εμμανουήλ και αδελφή του Αντώνη Μπενάκη, είχε μια συναρπαστική ζωή και ένα τραγικό τέλος.
Γεννήθηκε το 1874 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ήταν το τρίτο από τα συνολικά έξι παιδιά του Εμμανουήλ Μπενάκη, του γνωστού μεγαλέμπορου βαμβακιού. Ταξίδευε συχνά στην Ελλάδα, αλλά έμεινε στην Αλεξάνδρεια μέχρι την εφηβεία της. Έμαθε πολλές ξένες γλώσσες, γραφή, ανάγνωση και ζωγραφική, και αν και δεν ήθελε, έπρεπε να εμφανίζεται σε κοσμικές συγκεντρώσεις που διοργάνωνε η οικογένειά της. Αν και υπήρξε υποδειγματική κόρη, μάλλον καταπιεζόταν μέσα στην οικογένειά της.
Στα 21 της ήρθε στην Αθήνα. Ο θείος της την γνωρίζει στον Φαναριώτη, επίσης μεγαλέμπορο βαμβακιού, Στέφανο Δέλτα και της προτείνει να τον παντρευτεί. Η Πηνελόπη Δέλτα αρνείται και το δείχνει με ξεκάθαρο τρόπο. Κάνει την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας της. Ο γάμος όμως έγινε.
Μετά την φυγή της από το άπληστο και πραγματιστικό περιβάλλον της οικογένειάς της, βρήκε ένα πιο εύφορο έδαφος για την πνευματική της ωριμότητα και ολοκλήρωση. Απέκτησε τρία παιδιά και υπήρξε κάτι περισσότερο από καλή μητέρα. Συγχρόνως, ακολουθούσε τον σύζυγό της σε όλες τις κοσμικές εκδηλώσεις. Εκεί θα έρθει σε επαφή με τους ανθρώπους της διανόησης.
Από την παιδική της ηλικία είχε ένα έμφυτο συγγραφικό ταλέντο. Η προσφορά της στο παιδικό βιβλίο ήταν πραγματικά τεράστια, σε μια εποχή που η παιδική λογοτεχνία ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Τα έργα της διαβάζονται μέχρι τις ημέρες μας και έχουν εξελιχθεί σε κλασσικά αναγνώσματα για παιδιά αλλά και ενήλικες. Τα πιο γνωστά της έργα είναι τα «Παραμύθι χωρίς όνομα», «Τον καιρό Βουλγαροκτόνου», «Ο Τρελαντώνης», «Ο Μάγκας» και το (αγαπημένο) «Τα Μυστικά του Βάλτου». «Ο Τρελαντώνης» είναι ένα διήγημα για τον αδελφό της, Αντώνη Μπενάκη.
Το 1905 επέστρεψε με την οικογένειά της στην Αλεξάνδρεια. Εκεί θα γνωρίσει τον υποπρόξενο τότε, Ίωνα Δραγούμη. Ο έρωτάς τους ήταν ακαριαίος αλλά το πάθος τους έμεινε σε πλατωνικό επίπεδο, ένας έρωτας χωρίς αύριο. Η αγάπη τους θα παρέμενει ανεκπλήρωτη για πολλά χρόνια, μια αγάπη που δεν έσβησε ποτέ, για καμία από τις δυο πλευρές. Η Δέλτα έδειξε θάρρος και εξομολογήθηκε στον σύζυγό της τον έρωτά της για τον Δραγούμη. Η πράξη της αυτή δεν βοήθησε καθόλου, αφού ο Στέφανος Δέλτα πείσμωσε και δεν δέχθηκε να της δώσει διαζύγιο. Η Πηνελόπη Δέλτα έκανε άλλη μια απόπειρα αυτοκτονίας.
Η επιστολή της στον Ίωνα Δραγούμη το 1906, ανέφερε:
«Μένω ακόμη ένα χρόνο, σου το έγραψα· αν με θέλεις ύστερα, αν δεν αλλάξεις, Ιων μου, αν θέλεις τότε, πάρε με... Και τώρα όμως αν με ήθελες δεν θα μπορούσα να σου πω πια όχι· τώρα δεν ξέρω πια τι θα πει τιμή και λόγος και όρκος· ξέρω πως στον κόσμο κάπου ζεις εσύ, πως μ' αγαπάς ακόμη, πως εσύ μπορείς να γίνεις δικός μου όποταν σε φωνάξω. Ιων μου, δεν σε φωνάζω· μα αν με θελήσεις ποτέ, ξέρεις πού είμαι· σε περιμένω πάντα και σ' αγαπώ σαν Μήδεια, είσαι το μόνο δίλημμα που ζει μέσα μου με φρικτή ένταση· τ' άλλα όλα πέθαναν, η αγάπη σου τα σκότωσε! Μη με φοβηθείς· αγαπώ άγρια, μα αγαπώ με φοβερή tendresse το χλωμό παιδί που με φίλησε στο στόμα εκεί στα πεύκα. Ιων μου, θα πεις πως είμαι τρελή, και το ξέρω, μα όπως εκείνο το βράδυ, που πρώτη φορά με ξανάβλεπες, ύστερα από την πρώτη απόπειρα, ήσουν "τρελός για μένα", έτσι κι εγώ είμαι τρελή για σένα... Και μεθώ και δεν ξέρω πια να λογαριάσω τι θα πει "τιμή" και "λόγος". Ξέρω μόνο πως σ' αγαπώ, τ' ακούς, Ιων; σ' αγαπώ άγρια και θέλω την αγκαλιά σου και το στόμα σου που φιλεί φρικτά, σε θέλω όλον, όλον, δικό μου για πάντα, και πονώ αλύπητα και ανυπόφορα, και μ' έρχεται να φύγω απόψε, πριν από το γράμμα μου, να μη σου μιλήσω πια, να μη σου γράψω "σ' αγαπώ", μόνο να έλθω εκεί, να ορμήσω στο σπίτι σου, να χυθώ στο λαιμό σου, και χωρίς λέξη, να πνίξω την αναπνοή σου, φιλώντας σε στο στόμα, ως που να κλείσεις τα μάτια σου και να πέσει το κεφάλι σου στον ώμο μου, χλωμό και αποκαμωμένο, μισοπεθαμένο από συγκίνηση και πόνο και χαρά που σκοτώνει. Το ξέρω πως είμαι τρελή· μα η αγάπη κάποιον τρελαίνει...».
Από το 1916, θα εγκατασταθεί στην Κηφισιά, όπου ο πατέρας της είχε εκλεγεί δήμαρχος. Η δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη το 1920 από φανατικούς βενιζελικούς, οι οποίοι τελούσαν μάλιστα υπό τις διαταγές του πατέρα της, θα την οδηγήσει στην κατάρρευση. Το 1925 θα προσβληθεί από πολιομυελίτιδα και θα μείνει για το υπόλοιπο της ζωής της σε αναπηρικό αμαξίδιο.
Αγαπούσε την Ελλάδα με όλη της την ψυχή. Η τεράστια ευαισθησία που είχε για εθνικά θέματα αλλά και την ελληνική οικογενειακή παράδοση ήταν γνωστή. Το 1918 πήρε μέρος σε δύο αποστολές στην Ανατολική Μακεδονία για να βοηθήσει παλινοστούντες ομήρους από τη Βουλγαρία. Την ίδια ευαισθησία έδειξε κατά τη Μικρασιατική καταστροφή και τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940.
Ύστερα από τα πολλά δύσκολα χρόνια που έζησε, όταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα, στις 27 Απριλίου του 1941, η Πηνελόπη Δέλτα δέχθηκε το τελειωτικό χτύπημα. Την ίδια μέρα θα κάνει μια τρίτη απόπειρα αυτοκτονίας, πίνοντας δηλητήριο. Πέντε ημέρες αργότερα, στις 2 Μαΐου, θα αφήσει την τελευταία της πνοή και ένα σημείωμα. Το σημείωμα έγραφε:
«Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά. Π.Σ. Δέλτα»
Ήταν 67 ετών. Πάνω στον τάφο της, στον κήπο του σπιτιού της, χαράκτηκε η λέξη «ΣΙΩΠΗ». Η Πηνελόπη Δέλτα άφησε πίσω της ένα τεράστιο έργο, όχι μόνο για την ελληνική αλλά και για την παγκόσμια λογοτεχνία. Το οξύ πνεύμα της είναι και θα παραμείνει διαχρονικό.