Ο Τραμπ, σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ, ήταν και είναι ένας πλούσιος επιχειρηματίας. Τουλάχιστον, αυτή την φήμη έχει. Λεφτά είχε και ο πατέρας του. Όταν απεβίωσε, κληρονόμησε μια περιουσία που έφτανε τα 300 εκατομμύρια δολάρια.
Ωστόσο, ο Ντόναλντ Τραμπ, έβγαλε πολύ περισσότερα από τον πατέρα του. Και έχασε πολλά περισσότερα. Αφού μέσα σε δυο δεκαετίες, δήλωσε πτώχευση τέσσερις φορές.
Για να ξεκαθαρίσουμε. Όπως έλεγε και ο ίδιος κατά την διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ποτέ δεν δήλωσε πτώχευση για τον εαυτό του, αλλά για τις εταιρείες του. «Εκμεταλλεύτηκα τους νόμους, όπως κάνουν πολλοί. Όταν οι άλλοι το κάνουν δεν ασχολείται κανείς, ενώ αν το κάνει ο Τραμπ, ασχολούνται όλοι». Αν και ο ισχυρισμός του μοιάζει παιδικός, είναι εν μέρει αλήθεια. Τους εκμεταλλεύτηκε πολύ τους νόμους της χώρας.
Το 1982 μπήκε για πρώτη φορά στους 400 πιο πλούσιους ανθρώπους του κόσμου. Εννέα χρόνια αργότερα και μόλις έναν χρόνο μετά την απόκτηση του καζίνο Taj Mahal στο Ατλάντικ Σίτι, δήλωσε εταιρική πτώχευση. Ήταν η μοναδική φορά από τις τέσσερις που κινδύνευσε να χάσει και την προσωπική του περιουσία.
Πούλησε την αεροπορική του εταιρεία και το γιοτ του και δέχθηκε να πουλήσει το μισό καζίνο, ώστε να μην το χάσει. Έκανε κάποιες συμφωνίες με τους πιστωτές του και μείωσε κατά πολύ το προσωπικό του χρέος.
Τον επόμενο χρόνο, το θρυλικό ξενοδοχείο Plaza της Νέα Υόρκης, το οποίο αγόρασε το 1988 για 390 εκατομμύρια δολάρια, κήρυξε κι αυτό πτώχευση. Την εποχή που το αγόρασε, έδωσε την διεύθυνση του στην τότε σύζυγό του Ιβάνα με μισθό «ενός δολαρίου τον χρόνο συν όσα φορέματα μπορεί να αγοράσει». Το 1992 το ζευγάρι χώρισε και το ξενοδοχείο είχε τεράστια χρέη. Έδωσε και εδώ το 49% στην Citibank και τρία χρόνια αργότερα βρήκε αγοραστή που πλήρωσε όλα τα χρέη του. Κατάφερε μάλιστα να κρατήσει ένα μικρό ποσοστό του ξενοδοχείου.
Μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’90, τα οικονομικά του έφτιαξαν αρκετά. Από το 1995 μέχρι το 2009, ήταν πρόεδρος της εταιρίας του, «Trump Hotels and Casino Resorts», και για πέντε χρόνια από αυτά, ήταν και διευθύνων σύμβουλος. Σε αυτά τα 13 χρόνια, η εταιρία του έχασε συνολικά 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια, δημιουργώντας χρέος 1,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων και δηλώνοντας δυο φορές ακόμα χρεοκοπία. Η προσωπική του περιουσία όμως παρέμεινε ανέπαφη και υπάρχει λόγος γι’ αυτό.
Η τρίτη χρεοκοπία ήρθε το 2004. Όπως έκανε και παλιότερα, μείωσε τα επιτόκια και πούλησε μερίδιο των μετοχών. Θεωρούσε πως δεν ήταν αποτυχία και μιλούσε για μια εταιρεία μεγαλύτερη από την Coca-Cola. Πέντε χρόνια αργότερα ήρθε και η τέταρτη χρεοκοπία της εταιρείας του, που από το 2004 είχε αλλάξει το όνομά της σε «Trump Entertainment Resorts». Λίγες μέρες πριν, ο ίδιος και η κόρη του παραιτήθηκαν από το συμβούλιο των μετόχων. Αλλά όχι μόνο κράτησε ποσοστό, αλλά έβγαλε και κάποια χρήματα από μήνυση που κατέθεσε εναντίον των μετοχών.
Η εταιρεία χωρίς τον Τραμπ κατέθεσε ξανά αίτηση για πτώχευση πέντε χρόνια μετά. Ύστερα από όλες αυτές τις πτωχεύσεις, πως έχει κατάφερε να έχει προσωπική περιουσία που το 2018 ξεπερνά τα 3 δισεκατομμύρια δολάρια σύμφωνα με το Forbes;
Αυτό οφείλεται στο ότι ο Τραμπ είχε κάνει μια πολύ συμφέρουσα (για τον ίδιο) συμφωνία με την ίδια του την εταιρεία. Κι αυτό γιατί τα μπόνους και ο ετήσιος μισθός του έβγαινε σε ποσοστό από τα κέρδη χωρίς να υπολογιστούν οι φόροι, οι τόκοι και οι απόσβεση (EBITDA). Έτσι, αν κάποιο από τα καζίνο του κέρδιζε προ φόρων και λοιπών εξόδων, 50 εκατομμύρια δολάρια, τότε ο Τραμπ είχε εγγυημένο κέρδος 1,5 εκατομμύριο δολάρια, ενώ αν τα κέρδη ξεπερνούσαν τα 45 εκατομμύρια δολάρια, είχε επιπλέον προσωπικό κέρδος 10% για κάθε παραπάνω δολάριο που κέρδιζε η εταιρεία.
Αυτό γινόταν κάθε χρόνο από το 1995 μέχρι το 2003 με κάθε περιουσιακό του στοιχείο. Αλλά και μετά το 2003 και μέχρι το 2009, είχε εγγυημένη αμοιβή 2 εκατομμυρίων δολαρίων, μόνο και μόνο για να προσφέρει υπηρεσίες marketing.
Αν λοιπόν κάνουμε έναν απολογισμό, ο Τραμπ δεν υπήρξε ο καλύτερος επιχειρηματίας, αλλά σίγουρα υπήρξε ένας δεινός διαπραγματευτής. Και πάντα έβγαζε ένα κέρδος για τον εαυτό του. Για το αν θα μπορέσει να διαχειριστεί τα οικονομικά του κράτους, κάτι για το οποίο πολλοί ανησυχούν, θα το δείξει η ιστορία.