«Ο Καραφλομπέκατσος & Η Σπυριδούλα» για 2η σεζόν στο Θέατρο Σταθμός
Για περιορισμένες παραστάσεις με τον Θύμιο Κούκιο και την Ελένη Στεργίου.
Δημοσίευση 11/9/2018 | 13:48
Μετά τη θερμή υποδοχή που έλαβε από κοινό και κριτικούς «Ο Καραφλομπέκατσος και η Σπυριδούλα» της Λένας Κιτσοπούλου από τους Τhis Famous Tiny Circus, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μάρκελλου, ανεβαίνει για 2η σαιζόν στο Θέατρο Σταθμός με τον Θύμιο Κούκιο και την Ελένη Στεργίου.
Ο «Καραφλομπέκατσος» και η «Σπυριδούλα» είναι δυο ιστορίες σύγχρονων ανθρώπων που αναπνέουν, τραγουδούν, κραυγάζουν εγκλωβισμένοι μέσα στα όρια του αστικού κενού τους. Προσώπων που ερωτεύονται, ελπίζουν κι απελπίζονται χτυπώντας με φόρα στα προσωπικά, οικογενειακά και κοινωνικά αδιέξοδα που τους προσφέρει η συμβατική ζωή τους, ενώ ταυτόχρονα από-γυμνώνουν την καταπιεσμένη ύπαρξή τους από κάθε ιδέα, μορφή και περιεχόμενο. Αλλάζουν σπίτι, αλλάζουν ρούχα, αλλάζουν δέρμα, αλλάζουν φύλο, αλλάζουν ζωή, φλερτάρουν το θάνατο για να ανακαλύψουν και πάλι άλλο ένα, καινούριο αδιέξοδο. Μα πάντα τραγουδώντας.
Ο Δημήτρης Καραόλης (ή Καραφλομπέκατσος), ένας παντελώς άγνωστος μουσικός που αποφάσισε στα πενήντα να πάρει τη ζωή στα χέρια του και η Σπυριδούλα η Ζήλια (η επί γης πρασινωπή ενσάρκωση του ζιζανίου της ζήλιας και της απελπισίας που έπληξε τον χορτοφάγο και όχι αρκετά αρρενωπό γιο ενός παραδοσιακού στρατιωτικού επειδή τον άφησε η αγάπη του, ο κύριος Άρης) θα δώσουν παραμονές της Απόγνωσης και της Πρωτοχρονιάς το μεγαλύτερο ρεσιτάλ της ζωής τους. Θα περάσουν από την άλλη μεριά του… μπαλκονιού τους, θα βρεθούν μετέωροι στην κορυφή της προσωπικής τους απελπισίας, σχοινοβάτες σε ένα θέαμα για λοβοτομημένους γείτονες κι αδιάφορους περαστικούς υπό τους ήχους κλασικών μελωδιών του Μπαχ και παραδοσιακών χριστουγεννιάτικων καλάντων. Κι η μόνη δύναμή τους θα είναι να μην μας πουν αν τελικά θα πέσουν απ’ το πόντιουμ πριν καν αρχίσει η Μεγάλη τους Παράσταση.
Η μόνη δύναμή τους θα είναι να κρατηθούν ακόμη μια φορά με τ’ ακροδάχτυλα απ’ τη ζωή κι από τα κάγκελα του μπαλκονιού αναβάλλοντας για λίγο την στιγμιαία άρση των χειρών που θα σημάνει την είσοδο του τελευταίου “Andante”.
Λίγα λόγια για το έργο
«Ο Καραφλομπέκατσος» είναι η ιστορία ενός άσημου μουσικού που στα πενήντα του υποχρεώθηκε, μετά τον χωρισμό από τη γυναίκα του, να εγκατασταθεί σε αυτό που θα ήθελε να αποδειχθεί ως «το σπίτι των ονείρων του». Μόνος, μέσα στο πρόσφατα ανακαινισμένο τριάρι του ’60 που αγόρασε αποκλειστικά για τον εαυτό του, είναι επιτέλους ελεύθερος να αναπνεύσει τον αέρα της εγκατάλειψης ανάμεσα σε κούτες που δεν έχει ακόμη ανοίξει από την ημέρα που μετακόμισε εκεί. Περιφέρεται από το μπιντέ στο πιάνο και πίσω άλλοτε ενδεδυμένος το ρούχο της μοναξιάς και της απελπισίας κι άλλοτε μένοντας γυμνός από ρούχα, συναισθήματα κι ελπίδες, ποτέ όμως από λέξεις. Οι λέξεις είναι που τον κρατάνε καρφωμένο στην ζωή και μετέωρο στο χείλος του μπαλκονιού του. Εκεί κρεμασμένος, ολόγυμνος και γεμάτος έμπνευση θα γράψει την πιο τελεσίδικα ηχηρή παρτιτούρα της ζωής του. Ο ασπρομάλλης γείτονας του κάτω ορόφου θα διευθύνει με τις ανοιχτές παλάμες του το “Κονσέρτο για ένα Μπιντέ και ένα Πιάνο” του Δημήτρη Καραόλη ή Καραφλομπέκατσου, στο οποίο ο ίδιος ο καλλιτέχνης θα λάμψει σαν το μεγάλο αστέρι του δήμου Κολωνού με θεατές το ενθουσιώδες πλήθος κάτω στον δρόμο και αυτήν, την ίδια, την πρώην γυναίκα του, η οποία θα τον παρακολουθεί απ’ το μπαλκόνι της αντικρινής πολυκατοικίας.
Μέσα από την κυνική και ωμά ρεαλιστική ματιά της “Σπυριδούλας” (της γυναικείας φιγούρας στην οποία μετουσιώθηκε το σαν -σύρμα κατσαρόλας- τραχύ συναίσθημα ζήλιας που έπνιξε τον 27χρονο Γιώργο όταν είδε την αγάπη του, τον κύριο Άρη, στην αγκαλιά μιας κοντής), θα γίνουμε συνδαιτυμόνες του παραδοσιακού Πρωτοχρονιάτικου σουαρέ στο πατρικό του Γιώργου σπίτι. Οικοδεσπότης ο παλαιών αρχών -στρατιωτικός στο επάγγελμα- πατέρας του και επιστήθιος φίλος του προαναφερθέντος κυρίου Άρη. Το προσκλητήριο γάμου που ο τελευταίος έστειλε στην οικογένεια θα γίνει η αφορμή κρυμμένα μυστικά να έρθουν στο φως και ο Γιώργος να αναζητήσει επιτέλους τον τρόπο να πετάξει από πάνω του την απόρριψη, κοινωνική κι ερωτική, εγκαταλείποντας ένα σώμα το οποίο δεν του ανήκει.