Πρωτοδικείο Αθηνών: Νονά έκανε αγωγή και ζητάει πίσω τον σταυρό της βαφτιστήρας της
Μια από τις δεκάδες ιστορίες καθημερινής τρέλας
Δημοσίευση 7/11/2019 | 16:09
Μια απίστευτη υπόθεση απασχόλησε πριν από λίγες μέρες την Ελληνική Δικαιοσύνη, συγκεκριμένα το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, όπου και συζητήθηκε η αγωγή μιας νεαρής γυναίκας, κατά των γονέων της βαφτιστήρας της.
Η νονά του παιδιού ζητάει μέσω της αγωγής της τον από λευκόχρυσο και διακοσμημένο με διαμάντια σταυρό, αξίας 1.300 ευρώ, που δώρισε στο παιδί πριν δυο χρόνια στα πλαίσια της τέλεσης του μυστηρίου της βάφτισης.
Όπως αναφέρει στην πολυσέλιδη αγωγή της, το μυστήριο τελέστηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017 σε εκκλησία στο κέντρο της Αθήνας. Πριν ξεκινήσει το μυστήριο, η νεαρή γυναίκα δώρισε -ως είθισται- τον σταυρό στους γονείς, ζητώντας τους μάλιστα, άγνωστο γιατί, να υπογράψουν σύμβαση δωρεάς του αντικειμένου. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στο περιεχόμενο της αγωγής της, η γνωριμία της με τους κουμπάρους της είχε γίνει έναν χρόνο πριν μέσω συγγενικού της προσώπου. Εκείνοι δε ήταν που της πρότειναν να βαφτίσει το παιδί τους, παρά το γεγονός ότι δεν γνωρίζονταν και τόσο καλά, ενώ συναντιόντουσαν σε κοινές παρέες κατά διαστήματα.
Ωστόσο η νεαρή γυναίκα κολακεύτηκε από την τιμή που της έκαναν, δείχνοντας πρόθυμη να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της αλλά και από την τσέπη της προκειμένου να σταθεί, όπως λέει, αντάξια των περιστάσεων. Γι αυτό προχώρησε, όπως αναφέρει στην αγωγή της, στην αγορά των καλύτερων και ακριβότερων ρούχων αλλά και όλων των άλλων απαραίτητων αντικειμένων που χρειάζονται για την βάφτιση, δείχνοντας ιδιαίτερο ζήλο και στοργή, δίχως να υπολογίζει τον οικονομικό παράγοντα, όπως υπογραμμίζει.
Αφού τελείωσε το μυστήριο, η νονά μαζί με τους γονείς και λοιπούς φίλους και συγγενείς γευμάτισαν σε εστιατόριο της περιοχής που είχαν επιλέξει οι εναγόμενοι. Αφού ήπιαν, έφαγαν και διασκέδασαν, συμφώνησαν οι γονείς με τη νονά να συνοδέψει η ίδια, όπως ορίζει το έθιμο, την βαφτιστήρα της στην εκκλησία τις τρεις πρώτες μέρες για να λάβει τη Θεία Κοινωνία.
Η νονά αναφέρει στην αγωγή ότι εκείνη έφτασε πρώτη στην εκκλησία συνοδευόμενη από τον πατέρα της, ενώ οι γονείς μαζί με το κοριτσάκι τους εμφανίστηκαν με καθυστέρηση, «κάνοντας ότι δεν την βλέπουν» προσθέτει.
Όταν τους ρώτησε έξω από την εκκλησία γιατί δεν την άφησαν να είναι παρούσα, εκείνοι, όπως ισχυρίζεται η νονά, απάντησαν με αδιαφορία και αγνωμοσύνη ότι δήθεν δεν την είδαν. Η νεαρή γυναίκα υποστηρίζει ακόμη ότι μετά το περιστατικό οι κουμπάροι της έκοψαν κάθε επαφή μαζί της, δεν απαντούσαν στα τηλεφωνήματά της, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι δεν ήθελαν να έχουν καμία απολύτως σχέση μαζί της, αλλά ούτε να έχει εκείνη με το βαφτιστήρι της.