Η σφαγή της Θύρας 12: Μια τραγωδία που άφησε πίσω της 71 νεκρούς και αναπάντητα
«Δεν υπήρχε πόρτα, δεν υπήρχαν κάγκελα, υπήρχε μόνο η αστυνομία που χτυπούσε με μαχαίρια»
Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Δημοσίευση 23/3/2020 | 00:21
Στις 23 Ιουνίου 1968, η Αργεντινή ζει στους ρυθμούς ένος μεγάλου ντέρμπι μεταξύ των Μπόκα Τζούνιορς και της Ρίβερ Πλέιτ. Οι δύο ομάδες είναι οι μεγαλύτερες στη χώρα, με τους πιο ορκισμένους φιλάθλους, και τα μεταξύ τους παιχνίδια είναι πάντα σημείο αναφοράς.
Εκείνο το απόγευμα το θέαμα ήταν απογοητευτικό. Κακό παιχνίδι, 0-0 τελικό αποτέλεσμα. Και ενώ πολύ εύκολα θα ξεχνιόταν αυτό το παιχνίδι, κανείς στην Αργεντινή δεν μπορεί να ξεχάσει εκείνη την ημέρα.
Όταν οπαδοί της Μπόκα προσπάθησαν να φύγουν λίγα δευτερόλεπτα πριν το τελικό σφύριγμα, λόγω κακού θεάματος, βρήκαν όλες τις εξόδους κλειδωμένες. Με αποτέλεσμα σε δευτερόλεπτα η κεντρική έξοδος να μετατραπεί σε ένα νεκροταφείο. Ποδοπατήθηκαν οι περισσότεροι, ενώ στη πλειονότητά τους πέθαναν από ασφυξία. Τελικός απολογισμός 71 νεκροί δεκάδες τραυματίες.
Πως φτάσαμε στη τραγωδία
Εκείνα τα χρόνια στην Αργεντινή υπήρχε χούντα. Το καθεστώς είχε τοποθετήσει παρατηρητές μέσα στο γήπεδο για να ελέγχει κάθε ύποπτη κίνηση. Σε κάποια στιγμή του αγώνα, οι φανατικοί της Μπόκα, φώναξαν συνθήματα κατά της δικτατορίας. Μεταφέρθηκαν στον Στρατηγού Ονγκάνια, και αμέσως δόθηκε η εντολή να κλειδωθούν οι πόρτες εξόδου.
Μαρτυρίες από άτομα μέσα και έξω από το γήπεδο μιλούν για παρατεταγμένους αστυνομικούς που απλά κοιτούσαν τη τραγωδία να εξελίσσεται, ενώ η νεκροτομή των θυμάτων αποκάλυψε ένα φρικιαστικό γεγονός.
Στα κορμιά των πτωμάτων βρέθηκαν πληγές από αιχμηρά αντικείμενα. Οι αστυνομικοί που βρίσκονταν στη πόρτα τραυμάτιζαν με μαχαίρια τους θεατές για να οπισθοχωρούν και να δημιουργήσουν μεγαλύτερο χάος.
Για την ιστορία τιμωρήθηκαν μόνο 2 μέλη της Ρίβερ Πλέιτ για αμέλεια, και αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι, αφού όλοι ήξεραν την αλήθεια.
Όταν οι δύο ομάδες συναντήθηκαν ξανά τον Οκτώβριο, το σύνθημα που ακούστηκε και στις δύο πλευρές του γηπέδου προκάλεσε ανατριχίλα. «No habia puerta, no habia molinete, era la cana que pegaba con machete». Δηλαδή, «Δεν υπήρχε πόρτα, δεν υπήρχαν κάγκελα, υπήρχε μόνο η αστυνομία που χτυπούσε με μαχαίρια».