Κορωνοϊός: Πώς από μια «απλή γρίπη» έγινε πανδημία
Γιατί η σύγκριση των δυο ιών όχι μόνο δεν βοηθάει αλλά μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη
Γράφει ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ Δημοσίευση 6/4/2020 | 22:36
Υπήρξε πολύς κόσμος στην αρχή της έκρηξης της επιδημίας του κορωνοϊού, που σύγκρινε τον νέο ιό με την εποχική γρίπη. Ο Ντόναλντ Τραμπ μέσω του αγαπημένου του twitter, υποστήριζε κάτι τέτοιο μέχρι και τις αρχές Μαρτίου, που ο κορωνοϊός δεν είχε χτυπήσει τις ΗΠΑ με τον τρόπο που συμβαίνει τώρα.
So last year 37,000 Americans died from the common Flu. It averages between 27,000 and 70,000 per year. Nothing is shut down, life & the economy go on. At this moment there are 546 confirmed cases of CoronaVirus, with 22 deaths. Think about that!
— Donald J. Trump (@realDonaldTrump) March 9, 2020
Ακόμα και σήμερα κάποιοι, είτε γιατί βλέπουν θεωρίες συνωμοσίας τριγύρω τους, είτε γιατί ψάχνουν έναν τρόπο να αισθανθούν καλύτερα, συνεχίζουν να συγκρίνουν τον κορωνοϊό με την γρίπη. Ένα βίντεο από το Vox.com, εξηγεί λεπτομερώς γιατί ο κορωνοϊός δεν είναι σαν την γρίπη, αλλά χειρότερος. Και γι’ αυτό πρέπει να προσέχουμε ιδιαίτερα, πόσο μάλλον όταν οι επιδημιολόγοι λένε πως το 20% με 60% του ενήλικου πληθυσμού του πλανήτη θα κολλήσει τον ιό.
Η ιλαρά είναι μια από τις πιο μεταδοτικές ασθένειες που υπάρχουν. Ένας άνθρωπος μπορεί να κολλήσει 12 με 18 ανθρώπους. Αυτός ο αριθμός ονομάζεται «Βασικός Αναπαραγωγικός Αριθμός». Οι επιστήμονες τον χρησιμοποιούν για να δείξουν πόσο μεταδοτική είναι μια ασθένεια. Ο ιός Ζίκα που μεταδίδεται από τα κουνούπια, έχει βασικό αναπαραγωγικό αριθμό από 3 έως 6,6.
Η εποχική γρίπη έχει μόλις 1,3, την ίδια ώρα που ο COVID-19 έχει 2 με 2,5. Η διαφορά και οι αριθμοί δεν φαίνονται τόσο μεγάλοι αρχικά. Πολλά συμπτώματα είναι παρόμοια στους δυο ιούς, όπως ο πυρετός, ο βήχας, η κούραση και ο πονοκέφαλος. Και οι δυο μπορεί να οδηγήσουν σε πνευμονία, οπότε δεν είναι περίεργο κάποιος να τους συγκρίνει και να τους θεωρεί παρόμοιους.
Ωστόσο βάσει του βασικού αναπαραγωγικού αριθμού, ένας άνθρωπος που έχει εποχική γρίπη, θα μολύνει 1 με 2 ανθρώπους. Αν αυτό γίνεται από τον κάθε άνθρωπο που κολλάει την γρίπη, μετά από 10 φάσεις, 56 συνολικά άνθρωποι θα έχουν μολυνθεί. Στην περίπτωση του κορωνοϊού, αυτός ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος και φτάνει στους 2.047.
Η πρώτη διαφορά μεταξύ των δυο ιών είναι η ασυμπτωματική περίοδος,δηλαδή η περίοδος από την στιγμή που κάποιος κολλάει τον ιό μέχρι να αρρωστήσει. Από την στιγμή που θα κολλήσεις τον ιό COVID-19, συνήθως χρειάζονται 5 ημέρες μέχρι την εκδήλωση των συμπτωμάτων, ενώ κάποιες φορές αυτό το διάστημα μπορεί να φτάσει τις 12 ή και τις 14 ημέρες. Το διάστημα αυτό ονομάζεται «περίοδος επώασης», με τους επιστήμονες να την θεωρούν την πιο επικίνδυνη περίοδο για την μετάδοση του ιού.
Στην γρίπη αυτό το διάστημα είναι μόλις δυο ημέρες. Μετά από δυο ημέρες, τα συμπτώματα κάνουν την εμφάνισή τους, γνωρίζεις ότι είσαι άρρωστος και ότι μπορείς να μεταδόσεις τον ιό. Στον COVID-19, αυτό το επικίνδυνο διάστημα, που δεν γνωρίσεις ότι είσαι φορέας του ιού είναι από 2,5 έως και 7 φορές μεγαλύτερο.
Αυτό μας οδηγεί στην άλλη μεγάλη διαφορά. Την περίοδο έξαρσης της εποχικής γρίπης, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που έχουν ήδη ανοσία στον ιό. Και αυτό συμβαίνει είτε επειδή έκαναν το εμβόλιο, είτε γιατί έχουν αρρωστήσει και το έχουν ξεπεράσει. Γι’ αυτό και οι γιατροί τονίζουν κάθε χρόνο πόσο σημαντικό είναι να κάνουμε το εμβόλιο, αφού η γρίπη μπορεί να μεταδοθεί μόνο σε όσους δεν έχουν ανοσία και έτσι περιορίζεται η μετάδοση του ιού σε τεράστιο βαθμό.
Αλλά ο κορωνοϊός είναι ένας νέος ιός. Κανένας μας δεν είχε κολλήσει ξανά και φυσικά, δεν υπάρχει εμβόλιο. Κάτι που πολύ απλά σημαίνει ότι οποιοσδήποτε άνθρωπος στον πλανήτη είναι επιρρεπής στον COVID-19. Οπότε όταν ένας άνθρωπος, που μπορεί ούτε καν να ξέρει ότι έχει κολλήσει τον ιό, έρθει σε επαφή με πολλούς ανθρώπους από τους οποίους κανένας δεν έχει ανοσία, η ταχύτητα μετάδοσης θα είναι πολύ μεγάλη.
Μόλις 2% όσων νοσούν από γρίπη θα χρειαστούν νοσοκομειακή περίθαλψη, την ίδια ώρα που στον κορωνοϊό το ποσοστό κυμαίνεται από το 20% μέχρι το 31% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Από εκεί και πέρα όλοι ξέρουμε πως το ποσοστό θνησιμότητας είναι τουλάχιστον δεκαπλάσιο στον COVID-19 σε σχέση με την γρίπη.
Η μεταδοτικότητα, η μεγάλη περίοδος επώασης και το γεγονός πως όλοι είμαστε ευάλωτοι στον κορωνοϊό, είναι τα κύρια συστατικά που τον κάνουν χειρότερο και πιο επικίνδυνο από την γρίπη. Και επειδή δεν υπάρχει ακόμα εμβόλιο, η άμυνα μας στον ιό θα πρέπει να είναι κοινωνική, δηλαδή μέσω της καραντίνας και της κοινωνικής απομόνωσης. Για όλους τους παραπάνω λόγους λοιπόν, η σύγκριση των δυο ιών όχι μόνο δεν βοηθάει αλλά μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη.