Ο Θεσσαλονικιός με τα 8 εστιατόρια στη Κίνα
Το παράξενο πρόβλημα που συνάντησε
Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Δημοσίευση 2/10/2020 | 10:43
Ο Βασίλης Μπαμπαόλους το 2012 ξεκίνησε την επιχειρηματική του περιπέτεια στη Κίνα και συγκεκριμένα στη περιοχή Χουλί στη Σιαμέν. Το εστιατόριο με την επωνυμία Golden Olives ήταν έτοιμο να κατακτήσει την Κίνα αλλά αντιμετώπισε ένα πρόβλημα που στην Ευρώπη μοιάζει παράδοξο.
Δεν έβρισκε εργαζόμενους. Και όμως ενώ η ανεργία στην Ευρώπη καλπάζει, στη Κίνα ο ανταγωνισμός για να βρεις εργαζόμενους μοιάζει κυνήγι χαμένου θησαυρού. Η χαμηλή ανεργία αναγκάζει τις επιχειρήσεις να δίνουν περισσότερα προνόμια στους εργαζόμενους ώστε να τους κλέψουν από άλλες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.
Η αγορά της Κίνας είναι εντελώς διαφορετική όπως περιγράφει ο Θεσσαλονικιός επιχειρηματίας, μοιάζει με μπάμπουσκα, πολλές μικρές αγορές μέσα σε μία. Οι εργαζόμενοι επιλέγουν αφεντικά ανάλογα με τις αναφορές που έχουν γίνει για αυτούς από άλλους εργαζόμενους. Σίγουρα κάτι που δεν θα βλέπαμε στην Ευρώπη.
Οι "μισθοί Κίνας" είναι παρελθόν, αφού τα ημερομίσθια έχουν ανέβει. Στα μεγάλα αστικά κέντρα ο μισθός ξεπερνάει το μέσο μισθό του Έλληνα, ενώ και τα εργασιακά δικαιώματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο για τους εργαζόμενους.
Η αλυσίδα αριθμεί οκτώ ελληνικά εστιατόρια στις περιοχές Σιαμέν, Φουζού και Σούζου, ενώ για να κάνει ο Βασίλης Μπαμπαόλους έναρξη επιχείρησης στην Κίνα χρειάστηκαν ενάμιση-δύο μήνες. Η γραφειοκρατία υπάρχει και στη Κίνα, αλλά το μεγάλο πρόβλημα είναι η γλώσσα, για αυτό και όλοι οι ξένοι επενδυτές έχουν και ένα ντόπιο συνεργάτη.
Οι τροφικές προτιμήσεις των Κινέζων διαφέρουν από τις δικές μας, αφού δεν τρώνε ζάχαρη, αποφεύγουν το αλάτι, όταν πρωτοδοκιμάσουν φέτα την μισούν, αλλά μέσα σε συνταγές τη δέχονται. Γενικά όμως είναι ανοιχτοί σε νέες γεύσεις.
Η πανδημία χτύπησε την αγορά, άλλαξε πολύ την κατάσταση όπως αυτή είχε διαμορφωθεί πριν, αλλά μετά το lockdown τα πράγματα φαίνονται να επανέρχονται στη φυσιολογική κατάσταση πριν τον ιό. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η πελατεία έχει επιστρέψει στα επίπεδα πριν την πανδημία, αλλά υπάρχει αισιοδοξία για το μέλλον.