Ο ποδοσφαιριστής που μίσησαν Καθολικοί και Προτεστάντες
Το 1989 ο Μο Τζονστον έκανε κάτι... σχεδόν ασυγχώρητο για τους οπαδούς
Γράφει ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ Δημοσίευση 2/12/2020 | 00:07
Μπορεί να μην έχει την αίγλη μερικών άλλων ντέρμπι – μίσους στην Ευρώπη, όπως εκείνα της Ρεάλ Μαδρίτης και της Μπαρτσελόνα ή της Ίντερ και της Μίλαν ή της Μπόκα και της Ρίβερ, ωστόσο θεωρείται από πολλούς το πιο μισητό ντέρμπι στον κόσμο. Κι αυτό γιατί το μίσος ανάμεσα στις δυο ομάδες δεν είναι αθλητικό, ούτε καν πολιτικό. Είναι θρησκευτικό.
Στη Γλασκόβη δεν είναι καλό να τριγυρνάς στους δρόμους την ημέρα που βρίσκονται αντιμέτωπες η Σέλτικ με τους Ρέιντζερς. Όχι ότι θα συμβεί κάτι απαραίτητα, αλλά οι πιθανότητες είναι σίγουρα αυξημένες. Η Σέλτικ είναι η ομάδα των Καθολικών, ενώ οι Ρέιντζερς είναι η ομάδα των Προτεσταντών. Μπορεί σε εμάς να ακούγεται μια μικρή διαφορά, αλλά η ιστορία στα δυο νησιά, της Βρετανίας και της Ιρλανδίας, είναι γεμάτη από μίσος, πολέμους και πολλούς νεκρούς λόγω της θρησκευτικής διαμάχης.
Ο φανατισμός είναι πέρα από κάθε λογική. Και αν κάνεις ένα λάθος, κανένα στρατόπεδο δεν πρόκειται να σε συγχωρήσει. Αυτό το έμαθε καλά ο Σκωτσέζος Μο Τζόνστον. Μπορεί να υπήρξε ένας ικανότατος επιθετικός, σκοράροντας πάνω από 200 γκολ στην καριέρα του, αλλά δεν ήταν αυτό που τον άφησε στην ιστορία.
Αυτό λοιπόν που έκανε παντού γνωστό το όνομα του ήταν ότι έγινε ο πρώτος ποδοσφαιριστής που τόλμησε να κάνει κάτι που είχε κάνει μόνο ένας παίκτης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Να φύγει από την Σέλτικ και να πάει στους Ρέιντζερς. Έστω και με μια ενδιάμεση στάση δυο ετών. Ο άλλος ήταν ο Άλφι Κον, ο οποίος είχε κάνει το ανάποδο δρομολόγιο. Κι αυτός με ενδιάμεση στάση.
Ο Τζόνστον γεννήθηκε στην Γλασκόβη σε Καθολική οικογένεια. Στα 16 του ξεκίνησε να αγωνίζεται στην Πάρτικ Θίστλ. Η χρονιά που αγωνίστηκε με τα χρώματα της Γουότφορντ στην Αγγλία ήταν ονειρική. Έτσι το 1984, ως καλός Καθολικός, μεταπήδησε στην Σέλτικ. Στα τρία χρόνια που αγωνίστηκε με τα πράσινα και τα λευκά των «Κελτών» σκόραρε 69 φορές. Καθόλου άσχημα. Ήταν τότε που η Ναντ θέλησε να αποσπάσει την υπογραφή του. Κι έτσι αγωνίστηκε στο γαλλικό πρωτάθλημα σκοράροντας 22 φορές σε δυο σεζόν.
Το 1989, ήρθε η στιγμή για την μεγάλη απόφαση. Ο Τζόνστον την πήρε, αλλά δεν του βγήκε και σε καλό. Έτσι επέλεξε να μην επιστρέψει στην Σέλτικ, αλλά να αγωνιστεί με τα χρώματα των μισητών Ρέιντζερς. Ένας «άγραφος κανόνας» μόλις είχε σπάσει. Από τις αρχές του 20ου αιώνα, κανένας Καθολικός δεν είχε υπογράψει με τους Ρέιντζερς (εκτός αν το κρατούσε κρυφό). Ο Τζόνστον ήταν η πρώτη ηχηρή Καθολική μεταγραφή και έγινε ο πρώτος που Καθολικός που υπέγραψε στην ομάδα μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η κίνηση αυτή εξόργισε τους οπαδούς και των δυο ομάδων. Οι οπαδοί των Ρέιντζερς έκαψαν κασκόλ και απείλησαν πως θα αδειάσουν το γήπεδο, θεωρώντας ντροπή να έχουν στις τάξεις του έναν Καθολικό. Από την άλλη, οι Καθολικοί τον είπαν «Ιούδα», θεωρώντας πως η πράξη του δεν ήταν απλά προδοσία, αλλά αμαρτία που θα τιμωρηθεί από το θεό. Άλλωστε οι καθολικοί δεν έπιαναν ποτέ δουλειά πουθενά αν το αφεντικό τους ήταν Προτεστάντης.
Ο Τζόνστον για μήνες δεν τολμούσε να κυκλοφορήσει στον δρόμο. Ο υπεύθυνος εξοπλισμού των Ρέιντζερς δεν του έδωσε φανέλα αφήνοντάς το να το κανονίζει μόνος του, ενώ δεν του έδινε τις μπάρες σοκολάτας που μοίραζε στους παίκτες μέχρι και τον Νοέμβριο. Τι έγινε τότε;
Οι Ρέιντζερς αντιμετώπιζαν την Σέλτικ σε ένα ακόμα «Old Firm» στο Ibrox. Το μάτς ήταν 0-0 μέχρι και το 88ο λεπτό. Τότε ο Τζόνστον έπιασε ένα ξερό σουτ από το ύψος της μεγάλης περιοχής και η μπάλα κατέληξε στα δίχτυα. Οι οπαδοί πανηγύρισαν εκστασιασμένοι. Το ίδιο έκανε και ο Τζόνστον, που λογικά έβγαλε την πίεση μηνών που είχε δεχθεί πανηγυρίζοντας έξαλλα κοντά στους οπαδούς. Από τότε οι οπαδοί της Σέλτικ τον μίσησαν ακόμα περισσότερο, αλλά οι οπαδοί των Ρέιντζερς τελικά έμαθαν να τον αγαπούν. Ίσως γιατί η αγάπη του για την ομάδα νίκησε έστω και προσωρινά το θρησκευτικό μίσος.