Στις αρχές Δεκεμβρίου, η Bank of America αποφάσισε να μην χρηματοδοτεί από εδώ και πέρα μια συγκεκριμένη επένδυση. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Αρκτική. Έτσι έγινε κι αυτή μέρος της απόφασης που είχαν πάρει από το καλοκαίρι και άλλες τράπεζες, όπως η JP Morgan, η Goldman Sachs, η Citibank, η Wells Fargo και η Morgan Stanley.
Πλέον και οι έξι μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ έχουν δεσμευτεί να μην χρηματοδοτήσουν την καταστροφή ενός από τα πραγματικά άγρια μέρη του πλανήτη μας. Αυτή η απόφαση έρχεται μετά από πιέσεις ετών, από μετόχους, τους ηγέτες των ιθαγενών φυλών της Αρκτικής αλλά και πολλούς ακτιβιστές και οργανώσεις.
Η απόφαση είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντική διότι ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ άνοιξε το Αρκτικό Εθνικό Καταφύγιο Άγριας Ζωής ώστε να προχωρήσει σε εξερεύνηση ορυκτών καυσίμων και πριν αποχωρήσει από τον Λευκό οίκο, βιάζεται να πουλήσει μισθώσεις για εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Ο επικεφαλής της δημόσιας πολιτικής και στρατηγικής της Bank of America στην Ουάσιγκτον, Larry Di Rita, δήλωσε πως «υπήρξε μια παρεξήγηση γύρω από την θέση μας, αλλά ιστορικά δεν έχουμε συμμετάσχει σε χρηματοδότηση για εξόρυξη πετρελαίου ή φυσικού αερίου στην Αρκτική. Ωστόσο δεδομένης αυτής της παρερμηνείας, είναι καιρός να κωδικοποιήσουμε την υπάρχουσα πρακτική στην πολιτική μας».
Οι αναλυτές αναφέρουν πλέον πως θα είναι δύσκολο για τον Τραμπ να οριστικοποιήσει τις μισθώσεις πριν τις 20 Ιανουαρίου, όταν και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Τζο Μπάιντεν θα αναλάβει τα καθήκοντά του. Έτσι κι αλλιώς, οι τιμή ανά βαρέλι του πετρελαίου έχει φτάσει τα 45 δολάρια, οπότε οι εταιρείες ενδέχεται να μην έχουν κίνητρο να μισθώσουν γεωτρήσεις σε τοποθεσίες μακριά από μεγάλες υποδομές.
Μαζί μες τις 6 μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ, έχουν ταχθεί άλλες 24 μεγάλες τράπεζες παγκοσμίως. Μια χρηματοδότηση για εξόρυξη πετρελαίου στην Αρκτική, όπως θα ήθελε ο Τραμπ, δεν είναι μόνο κακή οικονομική επιλογή, αλλά είναι μια επιλογή που μπορεί να βλάψει τους ιθαγενείς, την άγρια ζωή και το περιβάλλον. Κι αυτή η απόφαση είναι ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στην στροφή που παρατηρείται στην οικονομία, προς μια πιο περιβαλλοντική πολιτική.