Το 1959 στο δάσος του Σέιχ Σου στη Θεσσαλονίκη έγιναν μια σειρά από ανεξιχνίαστα εγκλήματα. Οι αρχές θεωρούσαν πως πίσω από τα συγκεκριμένα εγκλήματα βρισκόταν ένας άνθρωπος, αν και αργότερα πολλοί αμφέβαλλαν γι’ αυτό.
Η αρχή έγινε τον Φεβρουάριο του 1959, όταν κάποιος άγνωστος λιθοβόλησε και λήστεψε ένα ζευγάρι στο δάσος. Κανένα από τα δυο θύματα δεν έχασε την ζωή του. Όμως ακολούθησαν άλλες τρείς επιθέσεις με ισάριθμους νεκρούς. Μια εβδομάδα αργότερα στη Μίκρα, ακόμα ένα ζευγάρι λιθοβολείται και η γυναίκα, η Ευδοκία Παληογιάννη βιάζεται πριν ξεψυχήσει μαζί με τον Κωνσταντίνο Ραΐση. Τον Μάρτιο, ένας άγνωστος εισέβαλλε στο νοσοκομείο δίπλα από το δάσος και σκότωσε, αφού πρώτα λήστεψε τη μοδίστρα της κλινικής Μελπομένη Πατρικίου.
Μια νοσοκόμα μπήκε εκείνη τη στιγμή στο σπιτάκι της Πατρικίου και είδε τον δολοφόνο να πλένει τα χέρια του. Επιχείρησε να της επιτεθεί με πέτρα αλλά πρόλαβε να χωθεί κάτω από το κρεβάτι και να αποφύγει τα χτυπήματα. Η νοσοκόμα Φανή Τσαμπάζη, θα έγινε ο μάρτυρας - κλειδί στη δίκη που ακολούθησε.
Η Θεσσαλονίκη ζει στον τρόμο. Κανείς δεν περνά από το Σέιχ Σου και το βράδυ όλοι όσοι έχουν το θάρρος να κυκλοφορήσουν, φοβούνται ακόμα και τη σκιά τους. Τα χρόνια πέρασαν. Η αστυνομία, μετά και τη δολοφονία του Λαμπράκη τον Μάιο του 1963, έχει δεχθεί καίρια πλήγματα όσον αφορά στο κύρος της. Θέλει οπωσδήποτε να συλλάβει τον «δράκο» ο οποίος τη ρεζίλεψε χωρίς να αφήσει ίχνη.
Τον Δεκέμβριο του 1963, ο Αριστείδης Παγκρατίδης από τα Λαγκαδίκια Θεσσαλονίκης, θα συλληφθεί, όταν προσπάθησε να εισβάλλει σε ορφανοτροφείο. Όπως είπε ο ίδιος είχε μεθύσει και «έψαχνε γυναίκα». Τον επόμενο χρόνο θα δικαστεί και θα καταδικαστεί για ασέλγεια σε βάρος 11χρονης. Κατά την ανάκρισή του όμως, η ομολογία του θα είναι πιο αποκαλυπτική.
Το προφίλ του Παγκρατίδη δεν ήταν και το καλύτερο δυνατό. Γεννήθηκε στα Λαγκαδίκια, αλλά μετά την εκτέλεση του πατέρα του από το ΕΑΜ, η μητέρα του τον πήρε και μετακόμισαν στην Τούμπα, για να γλιτώσουν από την εκτέλεση. Η ζωή για τον Αριστείδη και τη μητέρα του ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και φτωχή. Έκανε τρείς φορές την Α’ Δημοτικού και αφού έκανε θελήματα, χωρίς να βγάζει τίποτα σπουδαίο, άρχισε από πολύ μικρή ηλικία να εκδίδεται ώστε να μπορέσει ακόμα και να φάει. Μάρτυρας στην δίκη του είχε δώσει μια συγκλονιστική κατάθεση: «Τον γνωρίζω από τα 14. Τον "σέρνω" ποτέ στο βουνό, πότε στα εβραίικα μνήματα, πότε στο σπίτι μου και "του κάνω τη δουλειά" για 15 δρχ.».
Πέρασε κάποια χρόνια σε αναμορφωτήριο της Κέρκυρας για κλοπή ποδηλάτου. Όταν επέστρεψε, συνέχισε να κινείται στο περιθώριο, πίνοντας, καπνίζοντας χασίς και κατά πάσα πιθανότητα συνεχίζοντας να πουλάει το κορμί του.
Κατά την ανάκριση λοιπόν, που κράτησε μια εβδομάδα, ο Παγκρατίδης ομολόγησε πως είναι αυτός ο «δράκος του Σέιχ Σου». Οδηγείται στη φυλακή και ορίζεται η δίκη. Αργότερα ο ίδιος θα μιλήσει για εξαναγκασμό από την πλευρά της αστυνομίας, αναιρώντας την κατάθεσή του και ουρλιάζοντας πως είναι αθώος.
Το 1966, η δίκη ξεκινά. Η βασική μάρτυρας, η νοσοκόμα που είδε και είχε γλιτώσει από την επίθεση, δεν αναγνώρισε στο πρόσωπό του τον άνδρα που της επιτέθηκε. Ένα γράμμα ταυτόχρονα που ήρθε από έναν πολίτη που βρισκόταν στη Γερμανία, κατονόμαζε ως «δράκο του Σέιχ Σου» τον Αίαντα Σκλαβούνο, τον ψυχοπαθή γιο ενός πλούσιου κατοίκου της πόλης, που το σπίτι του ήταν δίπλα στο δάσος του Σέιχ Σου. Μάλιστα στο γράμμα, έλεγε πως το σπίτι «έβγαζε» στο δάσος μέσω μιας μυστικής κρυπτής.
Χωρίς αδιάσειστα στοιχεία, ο εισαγγελέας προτείνει την καταδίκη του σε τέσσερις φορές ισόβια. Μετά από 15λεπτη συνεδρίαση το δικαστήριο βγάζει την ετυμηγορία του. Τέσσερις φορές σε θάνατο. Ο Παγκρατίδης συνέχισε να ουρλιάζει από το εδώλιο ότι είναι αθώος.
Έμεινε για δυο χρόνια στις φυλακές στο Επταπύργιο. Με κάθε τρόπο προσπαθούσε να φωνάξει πως δεν σκότωσε ποτέ και ότι είναι αθώος. Ακόμα και το βράδυ πριν από την εκτέλεση του, ο ιερέας που τον εξομολόγησε του ζήτησε να του πει την αλήθεια. Ο Παγκρατίδης του απάντησε, πως πούλησε το κορμί του, πως είναι ομοφυλόφιλος, πως έκλεψε αλλά δεν σκότωσε ποτέ.
Η δικτατορία ήθελε να τελειώσει το θέμα του «δράκου» όσο πιο γρήγορα γινόταν. Στις 16 Φεβρουαρίου του 1968, ο Παγκρατίδης θα οδηγηθεί στον τόπο του εγκλήματος, στο Σέιχ Σου, για να εκτελεστεί. Λίγο πριν πεθάνει φώναξε με όλη του την δύναμη πως είναι αθώος. Άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 28 ετών.
Μέχρι και σήμερα κανένας δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι ο Παγκρατίδης ήταν πράγματι ο «δράκος του Σέιχ Σου». Τρία χρόνια αργότερα, ένας 40χρονος συνελήφθη για επίθεση σε ζευγάρι, ο οποίος ομολόγησε για τις δραστηριότητές του στο Σέιχ Σου, ακόμα και πριν το 1959. Όμως όπως είπε δεν είχε σκοτώσει κανένα. Σύγχρονοι νομικοί ισχυρίζονται πως θα έπρεπε να υπήρχαν περισσότερα στοιχεία για να καταδικαστεί. Τα αναπάντητα ερωτήματα παραμένουν, γύρω από μια ιστορία που συγκλόνισε την Ελλάδα.