Μπορεί η Ουρουγουάη να έχει μόλις 3,5 εκατομμύρια κατοίκους, ωστόσο έχει μια τεράστια παράδοση στο ποδόσφαιρο. Έχει κατακτήσει 2 φορές το Παγκόσμιο Κύπελλο, ενώ βρίσκεται στη δεύτερη θέση πίσω από την Αργεντινή σε κατακτήσεις Copa America με 7. Οι παίκτες που βγαίνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα για λογαριασμό της «Σελέστε» είναι ουκ ολίγοι. Ένας θρύλος του ποδοσφαίρου της χώρας, με μεγάλη καριέρα στην Ευρώπη, κόσμησε με την παρουσία του και τα ελληνικά γήπεδα, έστω και για μια μόλις σεζόν.
Ο Άλβαρο Αλεξάντερ Ρεκόμπα Ριβέρο, γεννήθηκε ακριβώς πριν από 45 χρόνια στο Μοντεβιδέο. Το παρατσούκλι του από νεαρή ηλικία ήταν «Ελ Τσίνο», που στα ισπανικά σημαίνει «Ο Κινέζος». Εντάχθηκε στην ακαδημία της Ντανούμπιο με το αριστερό του πόδι να ξεχωρίζει σαν τη μύγα μέσα στο γάλα. Στα 18 του χρόνια έκανε το ντεμπούτο του με την ανδρική ομάδα. Και δυο χρόνια αργότερα, η φήμη του ταλέντου του έφτασε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Η Ίντερ τον έβαλε στο στόχαστρο, θεωρώντας πως είχε βρει ένα διαμάντι. Και πράγματι έτσι ήταν. Ο Μοράτι έβγαλε από τα ταμεία του 17 εκατομμύρια ευρώ και ο Ρεκομπά έφτασε στο Μιλάνο στα 21 του. Στο ντεμπούτο του μέσα σε 18 λεπτά πέτυχε 2 γκολ. Τα βλέμματα σε εκείνο το παιχνίδι ήταν στραμμένα στον Ρονάλντο, αλλά ο Ρεκόμπα κατάφερε να τα τραβήξει πάνω του.
Σπάνια βρίσκεις τέτοιο αριστερό πόδι. Ωστόσο, η επίθεση της Ίντερ είχε πολύ ανταγωνισμό και ο νεαρός τότε Ρεκόμπα δεν έπαιζε όσο θα ήθελε. Τη δεύτερη σεζόν δίνεται δανεικός στη Βενέτσια. Εκεί πέτυχε 11 γκολ σε 19 αγώνες και οδήγησε την ομάδα της πόλης των καναλιών στη σωτηρία. Την επόμενη σεζόν η Ίντερ του είχε κλείσει θέση βασικού.
Τις επόμενες δυο σεζόν σκόραρε 24 φορές στη Serie A. O Μοράτι τον ακριβοπλήρωσε για να ανανεώσει στην ομάδα. Ωστόσο, πολλοί λένε πως εκείνο το ακριβό συμβόλαιο ήταν «καταραμένο». Γιατί αμέσως μετά ξεκίνησαν οι τραυματισμοί. Τη σεζόν 2002/03, επανήλθε στις «μαγικές» εμφανίσεις. Η Ίντερ θα φτάσει στα ημιτελικά του Champions League και ο Ρεκόμπα θα σκοράρει 12 φορές συνολικά στη σεζόν. Οι σχέσεις με τον προπονητή δεν ήταν και οι καλύτερες. Ήταν όμως τέτοια η αξία του για το σύλλογο, που η Ίντερ άλλαξε προπονητή για να διαχειριστεί καλύτερα τον Ουρουγουανό.
Ακολούθησαν κι άλλοι τραυματισμοί αλλά ο «Ελ Τσίνο» όσο αγωνιζόταν φρόντιζε να παίζει καλά. Πήρε τίτλους με την Ίντερ, αλλά σταδιακά η απόδοσή του έπεφτε μετά τους τραυματισμούς. Το 2007 ήρθε ο δανεισμός του στην Τορίνο ώστε να βρει ξανά τη φόρμα του. Οι τραυματισμοί πάλι του επέτρεψαν να κάνει μόλις 24 συμμετοχές στη «Γκρανάτα».
Την επόμενη χρονιά ήρθε η «βόμβα». Οι καλές του σχέσεις με τον Λάμπρο Χούτο, έφεραν τον «μάγο» Ρεκόμπα στη Νέα Σμύρνη και τον Πανιώνιο. Μαζί του, το ίδιο δρομολόγιο έκανε κι ένας άλλος Ουρουγουανός, ο Φαμπιάν Εστογιανόφ. Η «πλατεία» ήταν «μεθυσμένη πολιτεία». Η φύση του ελληνικού πρωταθλήματος ίσως του θύμισε λίγο το ποδόσφαιρο στη χώρα του. Πολλές φορές ήταν τραυματίας αλλά σε 17 συμμετοχές με τη «κυανέρυθρη» φανέλα πέτυχε 5 γκολ και έδωσε 6 ασίστ. Τα λεφτά όμως για τον Πανιώνιο ήταν αρκετά για τόσες λίγες συμμετοχές. Έτσι στα 33 του, ο Ρεκόμπα επέστρεψε στην αγαπημένη του Ντανούμπιο.
Εκεί βρήκε τον εαυτό του. Σαν να γιατρεύτηκε από τους τραυματισμούς. Σαν να λύθηκε η «κατάρα». Γεμάτες σεζόν με αρκετά γκολ σε Ντανούμπιο και Νασιονάλ, κατάφερε να κατακτήσει δυο πρωταθλήματα με την τελευταία. Αποχαιρέτησε το ποδόσφαιρο στα 39 του με τον τίτλο του πρωταθλητή.
Στην εθνική είχε συνολικά 68 εμφανίσεις και 10 γκολ. Ο Βερόν είχε πει κάποτε πως ο Ρεκόμπα θα μπορούσε να γίνει ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο αλλά δεν το θέλησε ο ίδιος. Ο Ρεκόμπα δεν μετάνιωσε για τίποτα από όλα όσα έκανε στην καριέρα του. Τον «μάγεψε» η στρογγυλή θεά και κατάφερε να τη «μαγέψει» κι αυτός. Και αυτό δεν είναι κάτι που συμβαίνει συχνά...