Στον έρωτα όπως και στον πόλεμο, όλα επιτρέπονται. Σε αυτή την ιστορία ο έρωτας βρέθηκε μέσα στον πόλεμο. Και μάλιστα στον πιο φονικό πόλεμο στην ιστορία της ανθρωπότητας, όπου το φυλετικό μίσος βασίλευε. Ωστόσο αυτό δεν στάθηκε εμπόδιο. Κι αυτό γιατί υπήρχε ήδη η μουσική.
Ο Γερμανός αιχμάλωτος πολέμου είδε την Αφροαμερικανίδα νοσοκόμα. Μόλις την είδε θαμπώθηκε. Της είπε πως έπρεπε να μάθει το όνομά του. Γιατί στο τέλος θα κατέληγαν μαζί. Εκείνη γέλασε. Ήταν ένας ναζί αιχμάλωτος κι εκείνη ήταν μαύρη και μέλος του αμερικανικού στρατού. Πίστεψε ότι αστειευόταν.
Όμως ο Friedrich Powell είχε όντως βρει τη γυναίκα των ονείρων του. Λίγο αργότερα ξεκίνησε ο μυστικός δεσμός τους. Για την Elinor Powell ξεκίνησε σαν κόντρα στον διαχωρισμένο από τον ρατσισμό αμερικανικό στρατό αλλά μετατράπηκε σε πάθος που υπερέβη και τις προκαταλήψεις αλλά και τον ίδιο τον πόλεμο.
Η δημοσιογράφος Alexis Clark στο βιβλίο της «Enemies in Love» έγραψε όλη την ιστορία τους. Ήταν το 1944 όταν και οι δυο έφτασαν στο στρατόπεδο Florence της Αριζόνα. Ο Friedrich ήταν κι αυτός στο ιατρικό προσωπικό της Λουφτβάφε. Πιάστηκε αιχμάλωτος στην Ιταλία και ήταν ένας από τους 370 χιλιάδες Γερμανούς που μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα των ΗΠΑ.
Η Elinor είχε μεγαλώσει σε μια γειτονιά της Βοστόνης που οι λευκοί ήταν περισσότεροι, αλλά δεν είχε ιδιαίτερες ρατσιστικές συμπεριφορές. Η οικογένειά της ήταν αντίθετα σεβαστή στην κοινότητα. Όταν έγινε νοσοκόμα, φρόντιζε αιχμαλώτους σε αμερικανικό έδαφος, καθώς οι μαύρες νοσοκόμες απαγορευόταν να ταξιδέψουν στην Ευρώπη.
Ο Friedrich από την άλλη προερχόταν από την κοσμοπολίτικη Βιέννη. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι. Τον σπουδάσαν αλλά ποτέ δεν του έδωσαν ιδιαίτερη αγάπη. Ο Friedrich βρήκε παρηγοριά στη jazz, στους ήχους της Νέας Ορλεάνης, της Billie Holiday και της Ella Fitzgerlad. Μόλις είδε την Elinor είναι λες και είδε εκείνες.
Εργαζόταν στην κουζίνα του στρατοπέδου και τις έδινε συνεχώς «δωροδοκίες» φαγητού. Οι δυο τους φλέρταραν κι ας ήταν παράνομο στις ΗΠΑ. Ο Friedrich ήθελε να είναι κόντα της και λόγω των πολύ καλών του αγγλικών, πήγε στο νοσοκομείο ως μεταφραστής. Οι δυο τους ήταν πια ερωτευμένοι. Κρύβονταν κάτω από τις σκάλες όπου αντάλλαζαν φιλιά. Η Elinor κινδύνευε με στρατοδικείο αν την έπιαναν, αλλά οι υπόλοιπες νοσοκόμες κράτησαν το μυστικό της.
@nypost.com
Η σχέση τους κράτησε μυστική έναν χρόνο. Δεν μαθεύτηκε ποτέ, ούτε ακόμα όταν ένας φρουρός έσπασε τον Friedrich στο ξύλο όταν τον είδε να κυκλοφορεί έξω τη νύχτα. Δεν έμαθε ποτέ όμως πως πήγαινε σε νυχτερινό ραντεβού.
Ο πόλεμος τελείωσε και κανένας Γερμανός αιχμάλωτος πολέμου δεν μπορούσε να παραμείνει στις ΗΠΑ. Υπήρχε μόνο ένας τρόπος, να γίνει πατέρας ενός παιδιού με Αμερικανή. Και λίγο πριν φύγει για την Ευρώπη το 1946, η Elinor ήταν έγκυος στον γιο τους. Πέρασαν έναν χρόνο χωριστά, αλλά το πιστοποιητικό γέννησης του γιο τους ήταν αρκετό για τον Friedrich να πάρει τη βίζα. Άλλαξε το όνομά του σε Frederick και μετακόμισε στη Βοστόνη.
Αλλά η διαφυλετική τους οικογένεια δεν έγινε εύκολα δεκτή. Τους πήρε μια δεκαετία αλλάζοντας σπίτια στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, μαζί με τους δυο γιους τους. Κάποιοι δεν ανέχονταν έναν πρώην ναζί γείτονα, ενώ κάποιοι άλλοι δεν ανέχονταν μια μαύρη γυναίκα. Στη Γερμανία, ο ρατσισμός της μητέρας του τους ανάγκασε να φύγουν και από εκεί.
Τελικά, βρήκαν την Ιθάκη τους στο Village Creek του Κοννέκτικατ, σε μια μικρή κοινωνία χωρίς φυλετικούς διαχωρισμούς. Η θητεία του στην κουζίνα του στρατοπέδου βοήθησε τον Friedrich να βρει δουλειά. Έμειναν μαζί μέχρι τον θάνατό του το 2001. Η Elinor πέθανε 4 χρόνια αργότερα. Ο γιος τους, που έγινε ένας εξαίρετος jazz τρομπετίστας, είπε πως «αγαπούσαν ο ένας τον άλλον βαθιά, μέχρι την ημέρα που ‘έφυγαν’ από τη ζωή».
Πληροφορίες: nypost.com