Η Μέρκελ βρισκόταν στο τιμόνι της πιο ισχυρής οικονομίας της ΕΕ από το 2005. Το ρεκόρ της είναι δεδομένο. Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των σημερινών εκλογών, το μόνο σίγουρο είναι πως μιλάμε για ένα τέλος εποχής. Η Μέρκελ μπορεί να παρέλειψε ή να αγνόησε κάποια πράγματα όλα αυτά τα χρόνια, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν χάραξε τη δική της προσωπική πολιτική. Το κρίσιμο ερώτημα αφορά πλέον την αρχή της νέας εποχής. Και συγκεκριμένα: Μετά τη Μέρκελ τι;
Οι γερμανικές εκλογές δεν ενδιαφέρουν μόνο τους Γερμανούς, που καλούνται να αλλάξουν ηγέτη ύστερα από 4 τετραετίες. Αφορούν και ολόκληρη την Ευρώπη. Ο διάδοχος της Μέρκελ, καλώς ή κακώς, καλείται να πάρει ορισμένες αποφάσεις για το μέλλον της. Ποιο θα είναι αυτό;
Οι τρεις υποψήφιοι για την Καγκελαρία, ο εκλεκτός της Μέρκελ, Άρμιν Λάσετ, η υποψήφια των Πρασίνων Αναλένα Μπέρμποκ και ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών Όλαφ Σόλτς, έχουν ο καθένας τη δική του ατζέντα για το αύριο της Ευρώπης. Η Μέρκελ μπορεί να πήρε μερικές δύσκολες αποφάσεις και να τις πιστώνεται κατά πολύ το ότι έβγαλε την Ευρωζώνη από την κρίση του 2008, αλλά απέφυγε συστηματικά να πάρει κάποια απόφαση για θεμελιώδη ζητήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να χαράξει τη μελλοντική της πορεία.
Η Ευρώπη χωρίς να χτίσει γερά θεμέλια, παραμένει μια απλή οικονομική ένωση, χωρίς ισχυρό και ενεργό στρατηγικό ρόλο σε παγκόσμια ζητήματα που την αφορούν. Ο Μακρόν μίλησε για τον τρόπο που θα πρέπει να τεθούν οι βάσεις του μέλλοντος της ΕΕ και κέρδισε τις εκλογές πριν από 4 χρόνια. Το μέλλον της ΕΕ απασχολεί ολόκληρη την Ευρώπη, αν και στη Γερμανία, δεν αναφέρθηκε πολύ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Οι υποψήφιοι θα πρέπει να χωνέψουν ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει θα είναι συνεργασίας. Ο Λάσετ δεν στέκεται ιδιαίτερα στην Ευρώπη, όπως και η προκάτοχός του. Η Μπερμποκ έχει βάλει την Ευρώπη στο επίκεντρο της εκστρατείας της, καθώς μόνο με έναν πράσινο πανευρωπαϊκό συντονισμό θα μπορέσει να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή. Ο Σολτς φαίνεται πως θα επικεντρωθεί στην ήδη καλή σχέση που έχει με τον Γάλλο πρόεδρο. Το ίδιο θα κάνει και ο Μακρόν στις γαλλικές εκλογές, αν ο τελευταίος γίνει τελικά καγκελάριος.
Μπορεί μια στενή σχέση Γαλλίας – Γερμανίας να είναι για μερικά από τα υπόλοιπα κράτη – μέλη επικίνδυνη, αφού μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη έλεγχο της ένωσης από τις δυο χώρες, αλλά πρακτικά αν οι δυο τους δεν τα βρίσκουν, πόσο ευοίωνο μπορεί να είναι το μέλλον της Ευρώπης;
Όπως φαίνεται, η κυβέρνηση συνεργασίας θα αποτελείται από τρία κόμματα. Αυτή θα είναι είτε εκείνη που έχει ονομαστεί «Τζαμάικα» (από τα χρώματα της σημαίας της χώρας), δηλαδή μαύρο οι Χριστιανοδημοκράτες, πράσινο οι Πράσινοι και κίτρινο οι Φιλελεύθεροι, ή εκείνη που έχει ονομαστεί «φανάρι» (από τα χρώματα του φαναριού): πράσινο οι Πράσινοι, κίτρινο οι Φιλελεύθεροι και κόκκινο οι Σοσιαλδημοκράτες. Όπως φαίνεται, η δεύτερη περίπτωση είναι πιο πιθανή σύμφωνα με πολλές έγκυρες προβλέψεις.
Είναι και πιο αισιόδοξη για το μέλλον της Ευρώπης. Είναι πιο πιθανό να υπάρχει μεγαλύτερη σύγκλιση για την πολιτική, το περιβάλλον και το όραμα γύρω από αυτήν. Το αν θα προκρίνουν μια πιο μακροπρόθεσμη λύση για τη λειτουργία της ΕΕ, αυτό μένει να φανεί. Αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι πως οι γερμανικές εκλογές θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια νέα αρχή για τη δημοκρατικότητα της.
Γιατί αν και τώρα η δημοκρατία δεν αποδείξει ότι είναι η καλύτερη επιλογή για την αλλαγή, τότε παραμονεύουν άμεσοι κίνδυνοι. Οι γερμανικές εκλογές είναι μόνο οι πρώτες κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις για την Ευρώπη και αυτές που θα δείξουν τον δρόμο για τις επόμενες. Ακολουθούν οι εκλογές στη Γαλλία, με τη Λεπέν να παραμονεύει, ενώ και στην Ιταλία, πιθανές εκλογές να ανεβάσουν τα ποσοστά των εθνικιστών.
Σήμερα λοιπόν γίνεται η αρχή για να μάθουμε ποια περίπου πορεία θα πάρει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα τα επόμενα χρόνια. Ο εκσυγχρονισμός της ΕΕ θα πρέπει να γίνει άμεσα, αν θέλει να συνεχίσει να αποκαλείται ένωση. Το διακύβευμα λοιπόν των γερμανικών εκλογών είναι μεγάλο για ολόκληρη την ήπειρο.