Ο Πάμπλο Εσκομπάρ είναι μέχρι και σήμερα ο πιο διαβόητος βαρόνος ναρκωτικών στην ιστορία. Γεννήθηκε την 1η Ιουλίου του 1949 σε ένα φτωχό χωριό στα προάστια του Μεντεγίν. Ο πατέρας του ήταν αγρότης και η μητέρα του δασκάλα.
Η οικογένεια τα έφερνε πέρα δύσκολα. Η μητέρα του Πάμπλο παραπονιόταν για την έλλειψη χρημάτων, με τον 5χρονο τότε Πάμπλο να την καθησυχάζει λέγοντας της πως όταν μεγαλώσει θα της δώσει όσα λεφτά θέλει. Όταν ο Πάμπλο και ο αδερφός του αποβλήθηκαν από το σχολείο γιατί δεν είχαν παπούτσια, ο κόμπος έφτασε στο χτένι. Προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα για την οικογένειά του, οδηγήθηκε στην παρανομία.
Μαζί με τον αδερφό του, έκλεβαν ταφόπλακες που τις πουλούσαν σε μαυραγορίτες από τον Παναμά, ενώ ταυτόχρονα πουλούσαν λαθραία τσιγάρα και ψεύτικους λαχνούς για τη λοταρία. Από ένα σημείο και μετά, αφού δημιούργησε μια συμμορία, άρχισε να κλέβει και αυτοκίνητα.
Οι φιλοδοξίες του για πλούτη όλο και μεγάλωναν. Τη δεκαετία του ’70 ξεκινά τη διακίνηση ναρκωτικών. Το εμπόριο κάνναβης τον κάνει γνωστό στον υπόκοσμο και αρχίζει να βγάζει καλά χρήματα. Τα χρήματα έγιναν πολύ περισσότερα όταν κατάφερε να παίρνει φύλλα κόκας από το Περού και τη Βολιβία και να τα επεξεργάζεται στην πατρίδα του, κατασκευάζοντας κοκαΐνη. Το 1975 γίνεται ο επικεφαλής του καρτέλ του Μεντεγίν και ξεκινά να χτίζει την αυτοκρατορία του.
Ο Εσκομπάρ μετέφερε κοκαΐνη στις ΗΠΑ και στην Κεντρική Αμερική με ιδιωτικά αεροπλάνα. Πολλές φορές το έκανε ο ίδιος. Το 80% περίπου από την κοκαΐνη που κυκλοφορούσε στις ΗΠΑ προερχόταν από αυτόν.
Στα χρόνια της μεγάλης του κυριαρχίας κέρδιζε έως και 420 εκατ. δολάρια την εβδομάδα. Περνούσε λαθραία στις ΗΠΑ 15 τόνους την ημέρα και σπαταλούσε πάνω από 2.500 δολάρια τον μήνα για να αγοράζει λάστιχα, ώστε να κάνει ματσάκια τα χρήματα που έβγαζε. Πολλές φορές έθαβε τα χρήματα του στη ζούγκλα της Κολομβίας. Μέχρι και σήμερα, πολλοί ψάχνουν ακόμα για ξεχασμένα σεντούκια με εκατομμύρια δολάρια.Το 1976 παντρεύτηκε την αδερφή ενός φίλου του που τότε ήταν 15 ετών. Έκανε δυο παιδιά μαζί της και παρόλο που είχε αμέτρητες εξωσυζυγικές σχέσεις, σαν πατέρας ήταν ιδιαίτερα προστατευτικός. Λίγο αργότερα βάλθηκε να ασχοληθεί με την πολιτική με απώτερο στόχο να γίνει πρωθυπουργός της χώρας. Το 1982 εκλέχθηκε στη βουλή των αντιπροσώπων του Κογκρέσου της Κολομβίας.
Στην καρδιά του ήταν πάντα η πολύ φτωχή περιοχή του Μεντεγίν. Ενίσχυσε οικονομικά την κοινότητά του, έχτισε γήπεδα ποδοσφαίρου, αγόρασε εκτάσεις όπου έμεναν άποροι. Έφτιαξε επίσης, σχολεία, νοσοκομεία και ήταν ο κύριος χρηματοδότης της ομάδας που υποστήριζε από μικρός, της Atletico Nacional.
Μερίδα του λαού τον έβλεπε σαν θεό. Οι υπόλοιποι τον έβλεπαν σαν έναν επικίνδυνο εγκληματία. Αποκορύφωμα της κοινωνικής και οικονομικής του δράσης ήταν όταν το 1980, προσφέρθηκε να πληρώσει όλο το χρέος της Κολομβίας, που ανερχόταν σε 10 δισ. δολάρια.
Δωροδοκούσε τους πάντες και τα πάντα. Όποιος δεν συμφωνούσε μαζί του όμως, βρισκόταν νεκρός από... ατύχημα. Διαγράφηκε από το κόμμα και ο υπουργός Δικαιοσύνης μάζεψε στοιχεία ώστε να τον διώξει και από το Κογκρέσο. Και τα κατάφερε. Όμως λίγες ημέρες μετά δολοφονήθηκε.
Το 1991, ύστερα από δυο χρόνια διώξεων, ο Εσκομπάρ κάνει συμφωνία με την κυβέρνηση να μείνει σε μια φυλακή που είχε κατασκευάσει ο ίδιος. Η πολυτελής φυλακή έγινε το ορμητήριο του, αφού συνέχισε από εκεί να ελέγχει όλες τις δουλειές του.
Όταν σκότωσε τους αδερφούς Moscada μέσα στην φυλακή, φυλακίστηκε για ένα χρόνο στις κρατικές φυλακές. Απέδρασε ανενόχλητος από την κεντρική πύλη στις 22 Ιουλίου του 1992 και έφυγε από τη χώρα.
Το 1990, το περιοδικό Forbes τον κατέταξε στη 7η θέση των πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου. Όμως οι άνθρωποι του Εσκομπάρ φέρονται να ευθύνονται για 27.100 θανάτους, συμπεριλαμβανομένων και 600 αστυνομικών. Το ανθρωποκυνηγητό που ακολούθησε ήταν γεμάτο ένταση, όμως ο Εσκομπάρ αρχικά κατάφερνε να ξεφύγει.
Οι αμερικάνικες αρχές που συνεργάζονταν με αυτές της Κολομβίας, κυνηγούσαν τον Πάμπλο Εσκομπάρ για 16 μήνες. Μέχρι που έκανε το λάθος να τηλεφωνήσει στον γιό του, με τον οποίο μίλησε για λίγα λεπτά. Οι αρχές ανίχνευσαν την κλήση και στις 2 Δεκεμβρίου του 1993, μια μέρα μετά τα 44α γενέθλιά του, έπεσε νεκρός από πολλαπλές σφαίρες αστυνομικών. Μια άλλη εκδοχή λέει πως ο Εσκομπάρ αυτοκτόνησε. Οι φωτογραφίες με τους αστυνομικούς να ποζάρουν πάνω από το πτώμα του χαμογελώντας, κατακρίθηκαν από μεγάλη μερίδα του κόσμου, καθώς θεωρούσαν πως ούτε ένας βαρόνος των ναρκωτικών άξιζε τέτοιο θάνατο.
Μέχρι και σήμερα, ο Εσκομπάρ είναι ίσως ο πιο γνωστός βαρόνος ναρκωτικών στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η σειρά «Narcos» που αφηγείται τη ζωή του, έκανε ρεκόρ τηλεθεάσεων, κάνοντας πρεμιέρα 22 χρόνια μετά τον θάνατό του.