Islandia: Επενδυτές αγόρασαν ιδιωτικό νησί για να φτιάξουν τη δική τους χώρα
Μπορεί να μην είναι μεγιστάνες του πλούτου, όμως έχουν το σχέδιό τους
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 19/3/2022 | 20:06
Οι πλουσιότεροι άνθρωποι του κόσμου συχνά αγοράζουν ιδιωτικά νησιά ως επίδειξη του πλούτου τους. Το δρόμο άλλωστε έδειξε ο Αριστοτέλης Ωνάσης με το Σκορπιό.
Την ίδια σκέψη κάνει και ο Μάρσαλ Μάγιερ ενώ βρίσκεται σε ένα σκάφος που διασχίζει τα ήσυχα νερά της Καραϊβικής Θάλασσας στο Μπελίζ. Όμως ο Μάγιερ δεν είναι ένας σύγχρονος Ωνάσης...
«Δεν ξέρω για εσάς αλλά σίγουρα δεν έχω την οικονομική δυνατότητα να αγοράσω ένα νησί μόνος μου!».
Ο Μάγιερ είναι συνιδρυτής του «Let's Buy an Island», ενός φιλόδοξου πρότζεκτ που το 2018 ξεκίνησε με στόχο να χρηματοδοτήσει από κοινού την αγορά ενός νησιού. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2019, οι φιλοδοξίες του ομίλου έγιναν πραγματικότητα, συγκεντρώνοντας πάνω από 250.000 δολάρια, με τα οποία αγοράστηκε το Κόφι Κάγιε έναν ακατοίκητο νησί 1,2 στρεμμάτων στα ανοιχτά του Μπελίζ.
Οι επενδυτές, ωστόσο, δεν αγόρασαν απλά ένα μερίδιο του νησιού αλλά επένδυσαν και σε μια ασυνήθιστη προσπάθεια οικοδόμησης ενός κράτους από το μηδέν. Το Κόφι Κάγιε μετονομάστηκε σε «πριγκιπάτο της Islandia» έχοντας δική του εθνική σημαία, ύμνο και κυβέρνηση. Η οντότητα ισχυρίζεται ότι είναι ανεξάρτητη χώρα αν και βέβαια δεν έχει αναγνωριστεί από τη διεθνή κοινότητα.
Ένα «μικροέθνος», μια δημοκρατική κοινότητα
Η αρχική ιδέα για τη συλλογική αγορά ενός νησιού προέκυψε πριν από σχεδόν 15 χρόνια, όταν ο Γκάρεθ Τζόνσον, διευθύνων σύμβουλος του πρότζεκτ θεώρησε ότι θα ήταν ενδιαφέρουσα η αγορά ενός νησιού και η δημιουργία ενός «μικροέθνους».
Ο Τζόνσον ίδρυσε επίσης τη «Young Pioneer Tours», μια εταιρεία που ειδικεύεται στο να μεταφέρει ταξιδιώτες σε ακραίους προορισμούς όπως η Βόρεια Κορέα και η Συρία και σε μη αναγνωρισμένες χώρες όπως η Υπερδνειστερία, η Αμπχαζία και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ που διεκδικούν de facto ανεξαρτησία από τις γύρω χώρες.
Στη συνέχεια, το 2018, όταν ένα νησί στις Φιλιππίνες βγήκε προς πώληση, αναζωπυρώθηκε η παλιά ιδέα του Τζόνσον να χρηματοδοτεί ένα νησί από κοινού με άλλους.
Τα ιδρυτικά μέλη διαπίστωσαν από νωρίς το μεγάλο ενδιαφέρον. Ενώ οι επενδυτές μπορούν να αγοράσουν πολλαπλές μετοχές του νησιού, κάθε άτομο δικαιούται μόνο μία ψήφο στη δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η επιτυχής συγχρηματοδότηση της αγοράς ενός νησιού μπορεί να είναι μια παγκόσμια πρωτιά, αλλά υπάρχει ένα ισχυρό προηγούμενο «μικροεθνών» σε όλο τον κόσμο που παρείχαν έμπνευση για το πριγκιπάτο της Islandia.
Μια δύναμη για το καλό;
Ο Oscar D. Romero, ο κτηματομεσίτης από το Μπελίζ που βρήκε το Κόφι Κάγιε για το Let's Buy an Island, λέει ότι η ομάδα πρέπει «να εξισορροπήσει το περιβάλλον και την οικονομική ανάπτυξη». Ο Romero εξηγεί ότι θα χρειαστούν περιβαλλοντικές άδειες και έγκριση από την κυβέρνηση για οποιαδήποτε ανάπτυξη, καθώς τόσο τα μαγκρόβια όσο και ο κοντινός φραγμένος ύφαλος έχουν προστατευόμενο καθεστώς.
Σύμφωνα με τον ίδιο, αν το νησί μπορεί να αναπτυχθεί με βιώσιμο τρόπο, να εμπλέξει τους ντόπιους κατοίκους του Μπελίζ, όπου είναι δυνατόν, και να βοηθήσει στην αναγέννηση του περιβάλλοντος, τότε το έργο μπορεί να αποτελέσει μια δύναμη για το καλό.
Το μέλλον του Κόφι Κάγιε και του Πριγκιπάτου της Islandia βρίσκεται στα χέρια των επενδυτών του, και μένει να δούμε αν και πώς θα αναπτυχθεί το νησί και πόσο μακριά θα φτάσει το πείραμα του μικροέθνους.
Βραχυπρόθεσμα, το Κόφι Κάγιε και το Πριγκιπάτο της Islandia έχουν ήδη συμβάλει στη δημιουργία μιας από τις πιο ιδιόμορφες κοινότητες του κόσμου. Η κοινότητα περιλαμβάνει επενδυτές από 25 διαφορετικές χώρες, με επαγγέλματα που κυμαίνονται από ελεγκτή τρένου έως διευθύνοντα σύμβουλο, αλλά όλοι τους έχουν δεξιότητες και ενθουσιασμό για να προσφέρουν στο νησί. Ο Mayer έφερε ακόμη και την κοπέλα του για να της κάνει πρόταση γάμου (είπε ναι). «Οι άνθρωποι πραγματικά πίστεψαν στην ιδέα», λέει ο Mayer καθώς η ομάδα φεύγει από το νησί την επόμενη μέρα. «Ήταν ένα τρελό άλμα πίστης, αλλά τον αρχικό μας στόχο να αγοράσουμε ένα νησί, το πετύχαμε. Αλλά η επόμενη φάση, το πού θα πάμε στη συνέχεια, δεν είχαμε ποτέ κανένα σχέδιο, γιατί δεν ξέραμε ότι θα φτάναμε τόσο μακριά».