Βυσσινόκηπος
Το έργο είναι εμπνευσμένο από μία εποχή κατά την οποία ο ρωσικός λαός, αν και θεωρητικά ελεύθερος, εξαιτίας της κατάργησης της δουλοπαροικίας κατά το 1861, ζούσε ακόμη στη φτώχεια και την αμάθεια.
Γράφει η MATINA KONTOY Δημοσίευση 27/9/2022 | 16:43
Ωρα προσέλευσης: 20:30
Διάρκεια: 30 λεπτά
από 12 ευρώ
ΑΓΟΡΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟΥ
Ο Βυσσινόκηπος (ρωσικά: Вишнёвый сад) είναι το τελευταίο θεατρικό έργο του Αντόν Τσέχωφ, που γράφτηκε το 1903[1]. Παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο θέατρο στις 17 Ιανουαρίου 1904, από το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, σε σκηνοθεσία Στανισλάβσκι. Ο ίδιος ο Τσέχοφ χαρακτήρισε τον Βυσσινόκηπο ως κωμωδία, ωστόσο τόσο ο Στανισλάβσκι όσο και η πλειονότητα των μετείπειτα θεατρικών παραστάσεών του το αντιμετώπισαν ως δράμα με τραγικά στοιχεία.
Στο έργο υποδεικνύεται η αδυναμία των ανθρώπων, κυρίως των αριστοκρατών, να κατανοήσουν τις όποιες διαφοροποιήσεις αλλάζουν το κοινωνικό περιβάλλον, όπως επίσης και τον ρόλο που παίζουν αυτές οι αλλαγές στην προσωπική τους ζωή. Σε συμβολικό επίπεδο ο βυσσινόκηπος, ένα κομμάτι γης που ανήκει σε αριστοκρατική οικογένεια, όπως και η αδυναμία της οικογένειας να τον κρατήσει, υποδηλώνει τις αλλαγές της ρωσικής κοινωνίας και τα νέα κοινωνικά στρώματα που έρχονται στο προσκήνιο, εξαιτίας πολιτικών και κοινωνικών ζυμώσεων.
Υπόθεση: Παρίσι, 1900. Η Άνια, δεκαεξάχρονη κόρη της Ρωσίδας αριστοκράτισσας Λιούμποφ Ρανέφσκι, φτάνει στη γαλλική πρωτεύουσα για να συνοδεύσει την εύθραυστη και σαγηνευτική μητέρα της πίσω στη Ρωσία. Πέντε χρόνια πριν, όταν ο μικρός της γιος πνίγηκε στη λίμνη, η Λιούμποφ εγκατέλειψε το πατρικό της κτήμα, πασίγνωστο για τον μοναδικό Βυσσινόκηπό του, και εγκαταστάθηκε στη Γαλλία με τον εραστή της, ο οποίος αφού σπατάλησε όλες τις οικονομίες της, την εγκατέλειψε. Στο γυρισμό τους, βρίσκουν τον Βυσσινόκηπο να ανθίζει, σε αντίθεση με τα κατεστραμμένα οικονομικά τους. Η Λιουμπόφ ξανανταμώνει με τον αδελφό της Γκάεφ, έναν χαριτωμένο αργόσχολο που τον φροντίζει ο υπέργηρος και κουφός υπηρέτης Φιρς. Αδυνατώντας να βρει τα χρήματα για την αποπληρωμή των χρεών, ο Γκάεφ έχει αφήσει τα πρακτικά ζητήματα και τα προβλήματα στα χέρια της Βάρια, θετής κόρης της Λιούμποφ.
Παρόντες, για να καλωσορίσουν την ξενιτεμένη, είναι ο Λοπάχιν, ένας πλούσιος άξεστος έμπορος, του οποίου ο πατέρας ήταν δούλος στο κτήμα των Ρανέφσκι, και ο Τροφίμοφ, δάσκαλος του πνιγμένου αγοριού, που έτυχε να βρίσκεται στην περιοχή. Παθιασμένος διανοούμενος καθώς είναι, δεν αργεί να κατακτήσει την Άνια, ενώ η Λιούμποφ αρχίζει να πλήττει.
Ο Λοπάχιν απεγνωσμένα προειδοποιεί τη Λιούμποφ και τον Γκάεφ ότι το κτήμα τους, θα δημοπρατηθεί το φθινόπωρο. Συμβουλή του είναι να διαιρεθεί σε οικόπεδα που θα πουληθούν για θερινές κατοικίες. Και μόνο η σκέψη της καταστροφής του Βυσσινόκηπου τούς θλίβει και απορρίπτουν κάθε συζήτηση.
Η Λιούμποφ οργανώνει στο σπίτι μία βραδιά χορού, που συμπίπτει με την ημέρα της δημοπρασίας. Η καταιγίδα μαίνεται, όταν ο Λοπάχιν φτάνει στο σπίτι μεθυσμένος και αναγγέλλει ότι αγόρασε το κτήμα. Η οικογένεια ακούει με σπαραγμό τη θριαμβική του περιγραφή, πώς ένας γιος δούλου έγινε ο ιδιοκτήτης του Βυσσινόκηπου. Εγκαταλείπουν το κτήμα τους –τη στιγμή που εισβάλλουν οι ξυλοκόποι με τα τσεκούρια τους κι αρχίζουν να κόβουν τα δένδρα–, λησμονώντας μέσα στο έρημο μέγαρο τον γέρο Φιρς, ο οποίος πεθαίνει μαζί με τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής.
Ο «Βυσσινόκηπος», το τελευταίο έργο του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα Άντον Τσέχοφ, γράφτηκε το 1903, στις αρχές ενός αιώνα που θα άλλαζε την πολιτικοκοινωνική φυσιογνωμία όχι μόνο της Ρωσίας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Το έργο υπήρξε προφητικό, καθώς προεικόνιζε την επερχόμενη Ρώσικη Επανάσταση του 1905 και 1917. Ο Τσέχοφ πραγματεύτηκε την αδυναμία των αριστοκρατών να δεχτούν ότι η Ρωσία μεταμορφώνεται, πως νέα κοινωνικά στρώματα έρχονται στο προσκήνιο. Η καταστροφή του βυσσινόκηπου -του κτήματος της οικογένειας των αριστοκρατών- θα παραμένει το σύμβολο του παλαιού κόσμου που καταρρέει.
Υπόθεση: Παρίσι, 1900. Η Άνια, δεκαεξάχρονη κόρη της Ρωσίδας αριστοκράτισσας Λιούμποφ Ρανέφσκι, φτάνει στη γαλλική πρωτεύουσα για να συνοδεύσει την εύθραυστη και σαγηνευτική μητέρα της πίσω στη Ρωσία. Πέντε χρόνια πριν, όταν ο μικρός της γιος πνίγηκε στη λίμνη, η Λιούμποφ εγκατέλειψε το πατρικό της κτήμα, πασίγνωστο για τον μοναδικό Βυσσινόκηπό του, και εγκαταστάθηκε στη Γαλλία με τον εραστή της, ο οποίος αφού σπατάλησε όλες τις οικονομίες της, την εγκατέλειψε. Στο γυρισμό τους, βρίσκουν τον Βυσσινόκηπο να ανθίζει, σε αντίθεση με τα κατεστραμμένα οικονομικά τους. Η Λιουμπόφ ξανανταμώνει με τον αδελφό της Γκάεφ, έναν χαριτωμένο αργόσχολο που τον φροντίζει ο υπέργηρος και κουφός υπηρέτης Φιρς. Αδυνατώντας να βρει τα χρήματα για την αποπληρωμή των χρεών, ο Γκάεφ έχει αφήσει τα πρακτικά ζητήματα και τα προβλήματα στα χέρια της Βάρια, θετής κόρης της Λιούμποφ.
Παρόντες, για να καλωσορίσουν την ξενιτεμένη, είναι ο Λοπάχιν, ένας πλούσιος άξεστος έμπορος, του οποίου ο πατέρας ήταν δούλος στο κτήμα των Ρανέφσκι, και ο Τροφίμοφ, δάσκαλος του πνιγμένου αγοριού, που έτυχε να βρίσκεται στην περιοχή. Παθιασμένος διανοούμενος καθώς είναι, δεν αργεί να κατακτήσει την Άνια, ενώ η Λιούμποφ αρχίζει να πλήττει.
Ο Λοπάχιν απεγνωσμένα προειδοποιεί τη Λιούμποφ και τον Γκάεφ ότι το κτήμα τους, θα δημοπρατηθεί το φθινόπωρο. Συμβουλή του είναι να διαιρεθεί σε οικόπεδα που θα πουληθούν για θερινές κατοικίες. Και μόνο η σκέψη της καταστροφής του Βυσσινόκηπου τούς θλίβει και απορρίπτουν κάθε συζήτηση.
Η Λιούμποφ οργανώνει στο σπίτι μία βραδιά χορού, που συμπίπτει με την ημέρα της δημοπρασίας. Η καταιγίδα μαίνεται, όταν ο Λοπάχιν φτάνει στο σπίτι μεθυσμένος και αναγγέλλει ότι αγόρασε το κτήμα. Η οικογένεια ακούει με σπαραγμό τη θριαμβική του περιγραφή, πώς ένας γιος δούλου έγινε ο ιδιοκτήτης του Βυσσινόκηπου. Εγκαταλείπουν το κτήμα τους –τη στιγμή που εισβάλλουν οι ξυλοκόποι με τα τσεκούρια τους κι αρχίζουν να κόβουν τα δένδρα–, λησμονώντας μέσα στο έρημο μέγαρο τον γέρο Φιρς, ο οποίος πεθαίνει μαζί με τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής.
Ο «Βυσσινόκηπος», το τελευταίο έργο του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα Άντον Τσέχοφ, γράφτηκε το 1903, στις αρχές ενός αιώνα που θα άλλαζε την πολιτικοκοινωνική φυσιογνωμία όχι μόνο της Ρωσίας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Το έργο υπήρξε προφητικό, καθώς προεικόνιζε την επερχόμενη Ρώσικη Επανάσταση του 1905 και 1917. Ο Τσέχοφ πραγματεύτηκε την αδυναμία των αριστοκρατών να δεχτούν ότι η Ρωσία μεταμορφώνεται, πως νέα κοινωνικά στρώματα έρχονται στο προσκήνιο. Η καταστροφή του βυσσινόκηπου -του κτήματος της οικογένειας των αριστοκρατών- θα παραμένει το σύμβολο του παλαιού κόσμου που καταρρέει.