Το καφενείο Παρθενών βρίσκονταν στην οδό Χαμιδιέ (πρώην Εθνικής Αμύνης) και ήταν ένα πολυτελές καφενείο με στυλ Βιενέζικο μιας και ο ιδιοκτήτης του Πέτρος Νέδος ταξίδευε πολύ στην Αυστρία. Εκεί έβρισκες πολίτες μέσης και ανώτερης τάξης που σύρρεαν για να κάνουν συζητήσεις, να παίξουν τάβλι και να ακούσουν μουσική από τη βιεννέζικη ηλεκτρική πιανόλα που έχει φέρει ο ιδιοκτήτης. Το πολύ ιδιαίτερο ήταν πως ο ιδιοκτήτης αναρτούσε σε πίνακα τα δελτία των γεγονότων που συνέβαιναν στον κόσμο, για να ενημερώσει τους πελάτες.
Υπήρχε και αίθουσα σφαιριστηρίου (σαν να λέμε μπιλιάρδο) οπου εκεί έπαιζαν "μπάτσικα", ένα είδος παιχνιδιού στο μπιλιάρδο που κρατούσε ώρες, γι’ αυτό και οι Σαλονικιοί έλεγαν τους χασομέρηδες “τα παιδιά της μπάτσικας”. Ανάμεσά τους και ο Κεμάλ.
Δίπλα στο Παρθενών τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα ήταν το καφενείο των Συντεχνιών, του Τάσκου Βόγα. Σ’ αυτό πήγαιναν οι φτωχότεροι, αυτοί που είχαν λίγα χρήματα αλλά ήθελαν να παίξουν εβραίκο, πόρτες, μουλτεζίμ και γκιούλ. τραγουδάκι.
Το καφενείο Πρόοδος στη σημερινή Δ. Μαργαρίτη είχε μπιλιάρδα όπου έπαιζαν οι νέοι της γειτονιάς και ο Κεμάλ όταν τον έδιωχναν από τ’ άλλα καφενεία επειδή δημιουργούσε συχνά φασαρίες.
Στην πλατεία Συντριβανίου, υπήρχε ένα καφενείο όπου συγκεντρώνονταν οι διανοούμενοι της εποχής όπου πίνοντας τον καφέ τους σχολίαζαν τα γεγονότα που συνέβαιναν στον κόσμο. Στα 1920 το καφενείο μετονομάστηκε σε Σουφλία.
Το καφενείο του Μήττα πρώην Καφενείο του Σουκρή Μπέη, ήταν καφενείο όπου γίνονταν οι δημοπρασίες και γι’ αυτό τις πρωινές ώρες το καφενείο ήταν γεμάτο μεσίτες, δικαστικούς κλητήρες εμπόρους και όσους είχαν σχέσεις με ενοικιάσεις ή πωλήσεις σπιτιών κατασχέσεις και τα παρόμοια.