Ο άνθρωπος που πλουτίζει πουλώντας ανθρώπινα οστά
Ο συλλέκτης οστών και η περίεργη εταιρεία του
Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Δημοσίευση 5/12/2022 | 02:17
Το πάθος του για τα οστά ξεκίνησε όταν ήταν μικρός και σήμερα κερδίζει τα προς το ζην πουλώντας οστά.
Ο Τζον Φέρρυ ξεκίνησε την εταιρεία του που εμπορεύεται οστά είτε για ιατρικούς λόγους, είτε για καλλιτεχνικούς στην ηλικία των 22 ετών. Σήμερα οι τζίροι του είναι αξιοθαύμαστοι και στο Instagram μετράει 1 εκατ. followers ενώ στο Tik Tok έχει 22 εκατ. likes.
Στα 13 του και ενώ ζούσε στην Ταιλάνδη ο πατέρας του, του έδωσε ένα σκελετό ποντικού, και αυτός αντί να νιώσει απέχθεια, ενθουσιάστηκε.
Στην ηλικία των 18 ετών, πήγε στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει σχέδιο στη σχολή Parsons και ξεκίνησε παράλληλα την πρωτότυπη επιχείρησή του, με την επωνυμία JonsBones.
Η αρχική ιδέα ήταν να πουλάει σκελετούς ζώων, όμως όταν επισκέφθηκε το κατάστημα Obscura Antiques and Oddities άρχισε να ενδιαφέρεται για το εμπόριο ανθρώπινων σκελετών και κόκαλων.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Το εμπόριο οστών ξεκίνησε πολύ παλιά το 1800 όταν άρχισε η ιατρική επιστημή να ανοίγεται στο κόσμο και να αυξάνονται οι φοιτητές, που είχαν ανάγκη τα οστά για να μελετούν.
Τότε ήταν που άρχισαν να σημειώνονται μέχρι και φόνοι για να πουλούνται οστά. Η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας, πήρε την απόφαση να βοηθήσει την ιατρική κοινότητα με την άδεια που έδωσε στα νεκροτομεία να δίνει απευθείας οστά στα πανεπιστήμια.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Το μέτρο λειτούργησε θετικά και σταμάτησε το παράνομο εμπόριο. Μεγαλύτερη πηγή οστών ήταν οι αποικίες, και κυρίως η Ινδία. Καράβια φορτωμένα με οστά έφταναν στα λιμάνια και παραδίδονταν σε αυτούς που τα αγόραζαν.
Οι καλύτεροι πελάτες του Φέρρυ παραμένουν τα ιατρικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και ενώσεις για τη διάσωση ανθρώπων που εκπαιδεύουν σκύλους για την αναζήτηση ανθρώπων.
Ένας ολόκληρος σκελετός κοστίζει 7.500 δολάρια, ενώ η τιμή για μια λεκάνη, είναι τα 80 δολάρια. "Πιστεύω πως όλοι έχουν το δικαίωμα να μελετούν τα οστά" δήλωσε ο ίδιος στην εφημερίδα The Guardian.