Η αθηναϊκή ταβέρνα που κρύβεται σε ένα υπόγειο νεοκλασικού 150 ετών
Ένα κουτούκι που δεν το πιάνει εύκολα το μάτι σου
Γράφει η ΔΑΦΝΗ ΤΣΑΡΤΣΑΡΟΥ
21/2/2023 | 01:17
Στην καρδιά της Αθήνας, σε ένα από τα πιο κεντρικά μέρη, υπάρχει ένα κουτούκι που αν δε γνωρίζεις ότι πηγαίνεις εκεί, δύσκολα θα το ανακαλύψεις, αφού δεν υπάρχει καμία ταμπέλα ή σήμανση !
Στην κεντρική αγορά της πρωτεύουσας, στη συμβολή των οδών Σωκράτους και Θεάτρου, υπάρχει ένα εγκαταλειμμένο νεοκλασικό κτίριο 150 ετών, στο υπόγειο του οποίου βρίσκεται μία από τις πιο φανταστικές ταβέρνες της πόλης, τόσο που μιλούν γι' αυτήν και την επισκέπτονται ακόμα κι από το εξωτερικό.
Πρόκειται για το κουτούκι, "Δίπορτο", που πρέπει να κατέβεις μερικά σκαλιά και να σκύψεις ίσως το κεφάλι σου για να φτάσεις στο εσωτερικό του κι εκεί το πρώτο που θα αντικρίσεις θα είναι μια σειρά από μεγάλα βαρέλια και ορισμένα τραπεζάκια για να απολαύσεις το φαγητό σου.
Οι συνταγές στα πιάτα είναι απλές, παραδοσιακές ελληνικές και γενναιόδωρες και ακόμα κι αν δεν είναι αυτό που ονειρευόσουν ή αυτό που προτιμάς, δε μπορείς να πεις ότι η όλη ατμόσφαιρα δε σε ταξιδεύει αρκετά χρόνια πίσω και ότι η επίσκεψή σου στο "Δίπορτο" δεν είναι μία διαφορετική εμπειρία.
Θα βρεις απλά φαγητά όπως φασολάδα, ρεβιθάδα, φάβα, κουκιά και φασολάκια, αλλά και τηγανητά ψαράκια, γιουβέτσι και μοσχάρι κοκκινιστό με ζυμαρικά. Όσο για τη διακόσμηση; Δεν έχει κανένα κοινό με τα μαγαζιά που έχεις συνηθίσει, αφού είναι ένα κλασικό μαγειρειό από αυτά που βλέπεις στις παλιές ελληνικές ταινίες.
Το μαγαζί άνοιξε τη δεκαετία του '50 και δεν έχει αλλάξει κάτι στο παρουσιαστικό του από τότε. Το 1991, ο ιδιοκτήτης του "Δίπορτου" πέθανε μέσα στο μαγαζί, αλλά τη συνέχεια της ταβέρνας ανέλαβε ο σερβιτόρος, αφού τα παιδιά του δεν ασχολούνταν καθόλου με αυτή.
Στην ελάχιστη διακόσμηση της ταβέρνας, θα δεις στον τοίχο αποκόμματα από ποιήματα του Κώστα Βάρναλη, καθώς ήταν συχνός πελάτης της και μάλιστα λένε ότι εκεί εμπνεύστηκε κάποιους στίχους ποιημάτων του, όπως το Μες την υπόγεια την ταβέρνα / μες σε καπνούς και σε βρισιές / (απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα) / όλη η παρέα πίναμε εψές...»