Πώς η Βιέννη μετέτρεψε την κοινωνική στέγαση σε κάτι φυσιολογικό και όχι ταμπού - Στην πρωτεύουσα της Αυστρίας είναι ένας δείκτης υψηλής ποιότητας αστικής ζωής.
Οι κοινωνικές πολιτικές στέγασης στη Βιέννη έχουν διαμορφωθεί από την πολιτική δέσμευση ότι η στέγαση είναι ένα βασικό δικαίωμα. Αποστολή της πόλης έγινε να διατηρήσει το τεράστιο απόθεμα επιδοτούμενων κατοικιών (ονόματι Gemeindebau) που χτίστηκαν τον περασμένο αιώνα και πέρασαν σε δημόσια χέρια.
Με τα προσιτά σε όλους μέρη διαμονής της, η αυστριακή πρωτεύουσα έγινε γρήγορα το διεθνές χρυσό πρότυπο όσον αφορά τη δημόσια στέγαση ή αυτό που οι Ευρωπαίοι αποκαλούν «κοινωνική στέγαση» - στην περίπτωση της Βιέννης, κατοικίες με κρατική επιδότηση που ενοικιάζονται από τον δήμο.
Το πιο γνωστό κτήριο κοινωνικής στέγασης είναι το Karl Marx Hof, το οποίο εκτείνεται σε πολλούς σταθμούς του τραμ (περίπου 1,2 km). Φυσικά, η Βιέννη έχει πολλά ακόμα μεγάλα κτίρια για να μείνεις, όπου δεκάδες χιλιάδες Βιεννέζοι έχουν βρει το σπίτι τους. Αυτό που έχουν όλα κοινά είναι ο εν μέρει καλλιτεχνικός σχεδιασμός των εγκαταστάσεων και η έξυπνη υποδομή: νηπιαγωγεία, καφετέριες, αθλητικά γήπεδα και πολλές άλλες ανέσεις κάνουν τη ζωή σε ένα συγκρότημα κοινωνικής κατοικίας να αξίζει πραγματικά.
Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, η Βιέννη πλαισιώθηκε από δραματική έλλειψη στέγης. Πάνω απ' όλα η εργατική τάξη ήταν υποχρεωμένη να ζει σε στενές συνοικίες και μεγάλη φτώχεια. Αυτός ο υπερβολικός συνωστισμός και η έλλειψη υγιεινής ευνόησαν τα ξεσπάσματα διαφόρων επιδημιών.
Η φυματίωση αναφέρθηκε ως «η βιεννέζικη ασθένεια» επειδή ήταν πιο συχνή στην αυστριακή πρωτεύουσα από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. θεωρούνταν επίσης τυπική πάθηση της εργατικής τάξης.
Αντιδρώντας σε αυτές τις συνθήκες, η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της πόλης, η οποία ψηφίστηκε για πρώτη φορά μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ανέλαβε συντονισμένες προσπάθειες για μια σημαντική βελτίωση της κατάστασης στέγασης. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, η υιοθέτηση από το Δημοτικό Συμβούλιο του πρώτου προγράμματος κατασκευής κατοικιών για τη Βιέννη προέβλεπε την κατασκευή 25.000 διαμερισμάτων σε μια περίοδο πέντε ετών.
Ο βασικός στόχος ήταν να δημιουργηθούν προσιτές, υψηλής ποιότητας κατοικίες για μεγάλα στρώματα του πληθυσμού. Επιτεύχθηκαν όμως πολλά περισσότερα: κατοικίες ευάερες και ευήλιες ή όπως λένε οι Βιεννέζοι με «αέρα, φως και ηλιοφάνεια» που πρόσφεραν ταυτόχρονα και εγκαταστάσεις με νηπιαγωγεία, σχολεία και δανειστικές βιβλιοθήκες καθώς και κοινόχρηστες εγκαταστάσεις. Αν και οι συνθήκες και οι ανάγκες έχουν αλλάξει με τα χρόνια και τις δεκαετίες, η πόλη της Βιέννης παρέμεινε πιστή στη θεμελιώδη πολιτική της πρόθεση να εξασφαλίσει τον εφοδιασμό των πολιτών της με σύγχρονη και οικονομικά προσιτή στέγαση.
Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, η αντιμετώπιση των δημοτικών οικιστικών συγκροτημάτων ως αντικείμενο κερδοσκοπίας ήταν πάντα εκτός θέματος. Το σύστημα στεγαστικής προώθησης της Βιέννης είναι ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία για τη συνέχιση της παροχής επαρκούς ποσόστωσης προσιτών κατοικιών παρά την αυξανόμενη ζήτηση.
Εξαιτίας αυτού του πλεονεκτήματος, η Βιέννη θεωρείται μία από τις πιο βιώσιμες πόλεις στον κόσμο. Καμία άλλη ευρωπαϊκή πόλη δεν μπορεί να καυχηθεί για παρόμοια σταθερότητα της πολιτικής της για την κοινωνική στέγαση – μια πολιτική που δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ, ούτε όταν το πνεύμα της εποχής υπαγορεύτηκε από τον νεοφιλελευθερισμό και τις ιδιωτικοποιήσεις. Ο Δήμος της Βιέννης έχει δεσμευτεί για επιδοτούμενη κατασκευή κατοικιών και, σε αντίθεση με πολλές άλλες μητροπόλεις, ποτέ δεν σκέφτηκε να πουλήσει αυτό το δημοτικό απόθεμα.
Ο μεγάλος αριθμός των επιδοτούμενων κατοικιών βοηθά φυσικά και στην αγορά - αφού προκαλεί τη μείωση των τιμών σε ολόκληρη την αγορά κατοικίας της αυστριακής πρωτεύουσας. Ως αποτέλεσμα, τα ενοίκια στη Βιέννη είναι σχετικά μέτρια σε σύγκριση με άλλες μητροπόλεις. Στη Βιέννη μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο ένα ευρύ φάσμα οικονομικών κατοικιών. Σήμερα, περίπου το 50 τοις εκατό του συνόλου των Βιεννέζων ζει σε επιδοτούμενες κατοικίες – είτε σε μία από τις 220.000 δημοτικές ενότητες είτε σε ένα από τα 200.000 συνεταιριστικά διαμερίσματα που χτίστηκαν με δημοτικές επιδοτήσεις. Μόνο οι 1.800 δημοτικές κατοικίες της Βιέννης φιλοξενούν σχεδόν μισό εκατομμύριο πολίτες. Το «Μοντέλο της Βιέννης» κοινωνικής στέγασης διασφαλίζει ότι και οι μελλοντικές γενιές θα έχουν πρόσβαση σε επαρκή αριθμό προσιτών κατοικιών.
Σε όλο τον κόσμο, το μοντέλο κοινωνικής στέγασης της Βιέννης θεωρείται πρότυπο επιτυχίας. Επομένως, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το ενδιαφέρον διεθνών εμπειρογνωμόνων για τον στεγαστικό τομέα της Βιέννης έχει αυξηθεί σημαντικά
Ο Δήμος της Βιέννης υποστηρίζει τους κατοίκους χαμηλού εισοδήματός του με ένα πρόγραμμα στεγαστικών παροχών - και όχι μόνο. (Εάν δεν είστε Αυστριακός πολίτης, πρέπει να έχετε τη νόμιμη διαμονή σας στην Αυστρία για τουλάχιστον 2 χρόνια για να δικαιούστε επίδομα στέγασης).
Ο μέσος χρόνος αναμονής για να μπεις σε ένα Gemeindebau είναι περίπου δύο χρόνια (κάθε δεδομένη στιγμή υπάρχουν περίπου 12.000 άτομα στη λίστα αναμονής και κάθε χρόνο στεγάζονται περίπου 10.000 ή περισσότερα άτομα).
Οι κάτοικοι της Βιέννης, μπορούν να υποβάλουν αίτηση και οι αιτήσεις αξιολογούνται με βάση την ανάγκη.
Οι υποψήφιοι μπορούν να απορρίψουν έως και δύο διαφορετικά σπίτια. Εάν αρνηθούν ένα τρίτο, πρέπει να υποβάλουν ξανά αίτηση.
Κάθε λίγα χρόνια, γίνεται μια συζήτηση σχετικά με το εάν οι εύποροι θα πρέπει να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις μισθώσεις Gemeindebau.
Το πρόσωπο αυτής της συζήτησης, για κάποιους, είναι ο Peter Pilz, πρώην μέλος του Κόμματος των Πρασίνων της Αυστρίας στο Κοινοβούλιο. Ο Pilz ζει στο Goethehof, ένα από τα μεγαλύτερα Gemeindebauten δίπλα στον ποταμό Δούναβη και έγινε βουλευτής το 1986 - όπου και τελικά άρχισε να βγάζει περισσότερα από 8.000 ευρώ το μήνα.
Ακόμη και στη Βιέννη, η ενοικίαση του Pilz έγινε πρωτοσέλιδο στη συντηρητική εφημερίδα της Αυστρίας, Österreich, η οποία ισχυρίστηκε το 2012 ότι πλήρωνε μόνο 66,18 ευρώ το μήνα σε ενοίκιο.
Μόλις μπεις πάντως σε ένα Gemeindebau, δεν χρειάζεται να φύγεις ποτέ. Είναι όμως ανήθικο να μένουν οι πλούσιοι; Οι αξιωματούχοι κατοικιών της πόλης επισημαίνουν ότι η ύπαρξη πλουσιότερων ενοικιαστών στο Gemeindebauten βοηθά στην αποτροπή των προβλημάτων που συνοδεύουν τη συγκεντρωμένη φτώχεια, δημιουργώντας ένα πιο σταθερό, πιο υγιές περιβάλλον για όλους.
Οταν μετακομίζετε σε δημοτικό διαμέρισμα τα συμβόλαια ενοικίασης είναι αορίστου χρόνου και δεν πρέπει να καταβληθεί προμήθεια, αμοιβή ή προκαταβολή – όλα αυτά καθιστούν τη δημοτική κατοικία τη λιγότερο δαπανηρή μορφή στέγασης στη Βιέννη.
Τα κριτήρια κατανομής για τέτοια διαμερίσματα είναι ξεκάθαρα: ελάχιστο όριο ηλικίας 18 ετών, ελάχιστη εγγραφή δύο ετών στην τρέχουσα διεύθυνση στη Βιέννη ως κύρια κατοικία, αυστριακή υπηκοότητα, και εισόδημα κάτω από ένα καθορισμένο όριο.
Αυτά τα εισοδηματικά όρια είναι σκόπιμα υψηλότερα για να συμπεριλάβουν επίσης οικογένειες της μεσαίας τάξης, ζευγάρια και άγαμους και, ως εκ τούτου, να βελτιώσουν το κοινωνικό μείγμα.