Πολλά απολιθώματα που έχουν βρεθεί στο παρελθόν, έχουν δείξει ότι πολλά ζώα κάποτε είχαν ένα τρίτο μάτι στην κορυφή του κεφαλιού τους. Αυτό έχει εξαφανιστεί στα πτηνά και στα θηλαστικά, αλλά ορισμένα ερπετά και αμφίβια εξακολουθούν να έχουν σαν υπόλειμμα αυτό το «βρεγματικό» μάτι, όπως συνηθίζεται να ονομάζεται.
Για παράδειγμα στα ιγκουάνα, το τρίτο μάτι είναι συχνά ορατό ως μια γκρίζα κηλίδα. Μπορείτε να καταφέρετε να το δείτε και σε κάποιες άλλες σαύρες, αν και δεν είναι το ίδιο ορατό, καθώς και βάτραχους και σαλαμάνδρες.
Δεν είναι τόσο λειτουργικό και πολλές φορές ξεθωριάζει κάτω από το δέρμα και τα λέπια, όσο τα ζώα αυτά ωριμάζουν. Ωστόσο, κάποιες σαύρες το χρησιμοποιούν για να ανιχνεύσουν το μπλε και το πράσινο φως και με κατά κάποιον τρόπο να διαβάσουν την ώρα της ημέρας, κάτι δηλαδή που σημαίνει ότι λειτουργεί σαν ένα είδος ρολογιού.
Επίσης μπορεί να ανιχνεύσει τις σκιές και τις αλλαγές στον φωτισμό, οπότε αν κάποιο πουλί πετάει από πάνω από το ερπετό, εκείνο το καταλαβαίνει και κρύβεται έγκαιρα. Οπότε μπορεί λοιπόν να χρησιμεύσει ως ραντάρ αλλά και ως πυξίδα πλοήγησης.
Σε αντίθεση επίσης με άλλου τύπου μάτια σπονδυλωτών που χρησιμοποιούν ραβδωτά η κωνικά κύτταρα, το τρίτο αυτό μάτι χρησιμοποιεί χημικές ουσίες για την ανίχνευση του φωτός. Λέγεται μάλιστα, ότι όταν τα ιγκουάνα βρίσκονται κάτω από τον ήλιο, το τρίτο μάτι τα βοηθά να παράγουν ορμόνες ώστε να ρυθμίζουν την θερμοκρασία του σώματός τους.