«Πλούτη μου είναι η Πατρίδα, χωράφια μου είναι η Ελλάδα»: Ο ήρωας που πέθανε πάμφτωχος
Kήρυξε την Επανάσταση στον τόπο του, ύψωσε την πρώτη ελληνική σημαία
Γράφει η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΔΟΥ Δημοσίευση 25/3/2024 | 00:05
Ο Ανδρέας Λόντος, ο προεστός του Αιγίου, ο στρατιωτικός με την οξυδέρκεια και τη διόραση, κήρυξε την Επανάσταση στον τόπο του και ύψωσε την πρώτη ελληνική σημαία. Το τέλος του όμως ήταν άδοξο. Ο «άσωτος» αγωνιστής του ’21, που αυτοκτόνησε λόγω χρεών.
Όταν εκδιώχτηκαν οι Τούρκοι, ο Λόντος παραγκωνίστηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια, γι' αυτό και πρωτοστάτησε στα αντικαποδιστριακά κινήματα· ο Όθων τον διόρισε συνταγματάρχη και στη συνέχεια στρατιωτικό επιθεωρητή.
Επίσης υπηρέτησε ως πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης,
που είχε συσταθεί για τη σύνταξη του Συντάγματος, ενώ τον Μάρτιο του
1844 χρημάτισε υπουργός των Εσωτερικών.
Ήταν όμως σπάταλος, έκανε άστατη ζωή και όπως ήταν φυσικό δεν μπορούσε να συντηρηθεί με το μισθό που έπαιρνε και τα χρέη μεγάλωναν... Την οικογενειακή περιουσία την είχε ξοδέψει ή χάσει κατά τη διάρκεια του Αγώνα.
Όταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος βλέποντάς τον να σκορπάει αλόγιστα χρήματα, του είχε πει: «Λόντο, Λόντο, κράτα και παραπίσω τα χρήματά σου, να μην ψωμοζητήσει το σπίτι σου!». Ό Λόντος τότε του είχε απαντήσει: «Πλούτη μου είναι η πατρίδα, χωράφια μου είναι η Ελλάδα».
Τα μεγάλα χρέη που είχε δημιουργήσει, ίσως να συνέβαλαν στην αυτοκτονία του Ανδρέα Λόντου στις 24 Σεπτεμβρίου 1846. Γράφει σχετικά στα απομνημονέυματά του ο Μακρυγιάννης: « …έπεσε σε μεγάλον χρέος, ότι δεν έβαινε ποτές πήχη εις τα πράματά του. Ένας άνθρωπος, μόνος του, έπαιρνε τον μιστόν του υποστρατήγου, όπου μπορούσε να ζήση καλά· ότι φαμελιά δεν είχε. Εκείνο όπου φάνη, εμπήκε σε μια μεγάλη ποσότη χρέος. Από αυτό ήταν, από άλλο — μίαν αυγή ευρέθη σκοτωμένος, όλο του το κεφάλι σκόρπιον και η πιστιόλα του άδεια. ·Αυτό μόνον ο θεός το ξέρει — μόνος του σκοτώθη, άλλος τον σκότωσε. Ζοϋσε κι’ ο Κωλέτης τότε. Δεν άφησαν να τον θάψουν με παπάδες και με παράταξιν.Αυτό τό φιλονίκησαν καμόσες ημέρες,κι’ αφού δεν άφηναν να τον θάψουν με παράταξιν τον μπαλσάμωσαν και τον πήραν οι συγγενείς του και τον πήγαν εις την Βοστίτζα, την πατρίδα του...»
Έτσι ο πλούσιο πρόκριτος της Αχαΐας, αυτοκτόνησε στις 27 Σεπτεμβρίου του 1846, σε ηλικία 62 χρονών «μη δυνάμενος να ανεχθεί την ένδεια του»…