Τι φοβάται η Ευρώπη και ξοδεύει δισεκατομμύρια κάθε χρόνο
Ποιος ο κίνδυνος και πως προετοιμάζονται οι Εΰρωπαίοι
Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Δημοσίευση 5/4/2024 | 00:02
Την ώρα που μαίνονται δύο πόλεμοι στη γειτονιά της Ευρώπης, σε Μέση Ανατολή και Ουκρανία, ένας άλλος πόλεμος αόρατος μαίνεται στη Γηραία Ήπείρο.
Η Ευρώπη ξοδεύει κάθε χρόνο δεκάδες δισεκατομμύρια για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις κυβερνοεπιθέσεις.
Το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών το ξοδεύουν οι τράπεζες και οι εταιρείες επενδύσεων.
Μάλιστα τα τελευταία χρόνια οι εταιρείες που ειδικεύονται στην ασφάλεια απέναντι στις κυβερνοεπιθέσεις σημείωσαν διψήφιο αριθμό ανάπτυξης.
Και φέτος η πρόβλεψη είναι με διψήφιο νούμερο, και μάλιστα στο χωρό των πελατών μπαίνουν συνεχώς καινούργιες εταιρείες με μικρότερο τζίρο.
Ο λόγος είναι ότι οι Ευρωπαίοι πραγματοποιούν όλο και περισσότερο ηλεκτρονικές συναλλαγές, και πελάτες και επιχειρήσεις είναι εκτεθειμένες συνεχώς.
«Η ασφάλεια αποδεικνύεται βασικός τομέας επενδύσεων πληροφορικής για τις ευρωπαϊκές εταιρείες, οι οποίες θα πρέπει να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν επιτυχώς τη συνεχή απειλή των κυβερνοεπιθέσεων, τη θωράκιση του υβριδικού εργασιακού περιβάλλοντος και τη διασφάλιση της συμμόρφωσης τόσο με τους εθνικούς, όσο και με τους διεθνείς κανονισμούς (π.χ. NIS2 και DORA)», σημειώνει η IDC.
Αυτοί που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα είναι οι τράπεζες, οι εταιρείες που ειδικεύονται στις επενδύσεις, οι δήμοι, τα υπουργεία και το λιανικό εμπόριο.
«Τα ολοένα και πιο εξελιγμένα εργαλεία, που έχουν στα χέρια τους οι κυβερνοεγκληματίες και πλέον συμπεριλαμβάνουν και τη γενετική τεχνητή νοημοσύνη, μετατρέπουν την ασφάλεια από τεχνική απαίτηση σε βασικό στρατηγικό παράγοντα για τις εταιρείες όλων των κλάδων. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για κλάδους, όπως οι τράπεζες, τα μέσα ενημέρωσης, η άμυνα, οι τηλεπικοινωνίες και η κυβέρνηση, όπου οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο μπορεί να έχουν τρομερές συνέπειες τόσο στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, όσο και στη φήμη μιας εταιρείας», καταλήγει η IDC.