Νέα Ζηλανδία: Αρπαξε ένα ξένο παιδί γιατί δεν μπορούσε να κάνει δικό της
«Ποτέ δεν την μίσησα, την λυπήθηκα»
Δημοσίευση 12/4/2024 | 14:29
Τον πιο μεγάλο φόβο μιας μητέρας, έζησε μια γυναίκα από τη Νέα Ζηλανδία, όταν της άρπαξαν το μικρότερο από τα τρία παιδιά της, λίγες ημέρες αφότου το έφερε στον κόσμο.
Η γυναίκα πήγε τον Σεπτέμβριο του 2014, να γεννήσει την τρίτη κόρη της, τη Nadine, στο Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας.
Ήταν μια δραματική γέννα. Τρεις επισκληρίδιοι με είχαν αφήσει με έναν δύσκαμπτο αυχένα και έναν αφόρητο πονοκέφαλο. Έτσι, λίγες ημέρες μετά τη γέννησή της, επέστρεψα για εξετάσεις στο νοσοκομείο» λέει στον Guardian και συμπληρώνει ότι πήρε το παιδί μαζί της γιατί έπρεπε να το θηλάζει.
«Το νοσοκομείο μου είχε δώσει ένα υπνοδωμάτιο με ιδιωτικό μπάνιο. Αποφάσισα να κάνω ένα ντους χωρίςε να πάρω την μικρή μαζί μου. Ήταν ασφαλής και τακτοποιημένη, και εγώ θα ήμουν μόνο λίγα μέτρα μακριά της» είπε.
Στη συνέχεια, καθώς επέστρεψε στο υπνοδωμάτιο, μια νοσοκόμα στεκόταν εκεί. Κοιτάξαν και οι δύο στο κρεβάτι της Nadine. Ήταν άδειο. «Την πήρατε;» ρώτησε η μητέρα. «Όχι», απάντησε εκείνη». και εκείνη την στιγμή ξεκινάει ο Γολγοθάς της μητέρας.
«Ούρλιαζα στον διάδρομο»
Η γυναίκα δεν μπορούσε όπως λέει να αναπνεύσει. «Ένιωσα σαν να με είχαν περιλούσει με παγωμένο νερό».
Η νοσοκόμα κάλεσε την ασφάλεια, ενώ η μητέρα ούρλιαζε στο διάδρομο του νοσοκομείου σε όποιον έβρισκε μπροστά της.
Η γυναίκα ενημέρωσε τον σύζυγό της, ο οποίος έσπευσε στο νοσοκομείο. «Μην το πεις στα παιδιά, αλλά η Ναντίν εξαφανίστηκε. Πρέπει να έρθεις εδώ τώρα», του είπε.
«Ένιωθα παγιδευμένη σε έναν εφιάλτη. Ποτέ δεν είχα νιώσει τέτοιο φόβο. Αλλά δεν έκλαψα μέχρι που ο Κόνραντ μπήκε μέσα 20 λεπτά αργότερα. Τότε κατέρρευσα. Γιατί δεν είχα πάρει τη Ναντίν μαζί μου στο μπάνιο; Οι ενοχές ήταν τρομερές.
Όταν ήρθε η αστυνομία και μας είπε ότι θα έλεγχε τις κάμερες ασφαλείας, ο Conrad πετάχτηκε πάνω. «Πάρτε με μαζί σας», είπε. Έπρεπε να τον ηρεμήσουν, πείθοντάς τον να μείνει μαζί μου και να τους αφήσει να κάνουν τη δουλειά τους» λέει η γυναίκα.
«Την βρήκαν»
Μετά από 30 λεπτά, ένας αστυνομικός επέστρεψε στο δωμάτιο τους. Τους έδειξε την εικόνα μιας γυναίκας με σκούρα γυαλιά και ένα μωρό στην αγκαλιά της. Είχε τραβηχτεί έξω από το νοσοκομείο. Ήταν γνωστή στο προσωπικό – ζούσε στην περιοχή και ήθελε απεγνωσμένα να αποκτήσει ένα δικό της παιδί.
Η αστυνομία έφυγε για να ερευνήσει και οι νοσοκόμες έδωσαν ηρεμιστικά στην μητέρα για να την βοηθήσουν να κοιμηθεί.
«Ένα χτύπημα του τηλεφώνου με ξύπνησε. Είδα τον σύζυγό μου να απαντάει και η καρδιά μου έμοιαζε να σταματάει καθώς τον έβλεπα να ακούει ανέκφραστος. Μετά το πρόσωπό του άρχισε να χαμογελάει. Πριν ακόμα πει: «Τη βρήκαν», το ήξερα. Πετάχτηκα από το κρεβάτι και έπεσα στην αγκαλιά του. Μας έπιασαν δάκρυα καθώς αγκαλιαζόμασταν και χοροπηδούσαμε στο δωμάτιο».
Είκοσι λεπτά αργότερα, έφτασε στο δωμάτιο του νοσοκομείου ένας αστυνομικός που έσπρωχνε τη Ναντίν σε ένα κρεβατάκι.
«Ποτέ δεν την μίσησα- την λυπήθηκα»
Ο αστυνομικός είπε ότι η Nadine είχε βρεθεί στο σπίτι της γυναίκας που ήταν στην εικόνα από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης. Είπαν ότι το μωρό ήταν σώο και ότι είχαν συλλάβει την απαγωγέα και τον σύντροφό της.
Η απαγωγέας δικάστηκε αργότερα στο δικαστήριο και δήλωσε ένοχη. «Ποτέ δεν την μίσησα- την λυπήθηκα. Ήθελε ένα μωρό, όχι ειδικά το δικό μου» είπε η μητέρα.
Το τραύμα εκείνης της νύχτας ξεθώριασε, αλλά δεν εξαφανίστηκε για την γυναίκα.
«Παραιτήθηκα από τη δουλειά μου, ώστε να μην χρειαστεί να αφήσω τη Nadine. Ακόμα και τώρα, εννέα χρόνια αργότερα, πανικοβάλλομαι αν δεν την έχω δει για περισσότερο από 10 λεπτά. Αλλά η Nadine είναι μια χαρά – ομιλητική, ζωηρή, με αυτοπεποίθηση. Την κακομαθαίνουμε όλοι μας και κυριαρχεί στο σπίτι της. Τώρα την παρακολουθώ να κοιμάται και είμαι ευγνώμων κάθε μέρα που επέστρεψε σε μένα» λέει.