Ασμα αλ Ασαντ: Η σύζυγος του Σύρου προέδρου διαγνώστηκε με λευχαιμία
Η πρώτη κυρία της Συρίας, Ασμα αλ Ασαντ, διαγνώστηκε με λευχαιμία, ανακοίνωσε η συριακή προεδρία, σχεδόν πέντε χρόνια αφότου είχε αναρρώσει πλήρως από τον καρκίνο του μαστού.
Δημοσίευση 21/5/2024 | 11:44
Η Άσμα Άσαντ, σύζυγος του Σύρου προέδρου Μπασάρ Άσαντ, διαγνώστηκε με λευχαιμία, ανακοίνωσε η προεδρία, σχεδόν πέντε χρόνια αφότου ανακοίνωσε ότι είχε αναρρώσει πλήρως από τον καρκίνο του μαστού.
Η 48χρονη Άσμα θα υποβληθεί σε ειδικό πρωτόκολλο θεραπείας που απαιτεί να απομονωθεί και ως αποτέλεσμα θα αναβάλλει τις δημόσιες υποχρεώσεις της. Τον Αύγουστο του 2019, είπε ότι είχε αναρρώσει πλήρως από τον καρκίνο του μαστού που είχε διαγνωστεί έγκαιρα όπως είχε διευκρινίσει. Από τότε που η Συρία βυθίστηκε σε πόλεμο το 2011, η γεννημένη στη Βρετανία πρώην τραπεζίτης έχει αναλάβει το δημόσιο ρόλο να ηγείται φιλανθρωπικών προσπαθειών και να συναντά οικογένειες νεκρών στρατιωτών, αλλά έχει επίσης συγκεντρώσει τα πυρά από την αντιπολίτευση.
Ο Άσαντ, 57 ετών, κυβέρνησε τη Συρία με σιδερένια πυγμή από τότε που ανέλαβε τη διοίκηση από τον αείμνηστο πατέρα του Χαφέζ το 2000. Ο εκπαιδευμένος στη Βρετανία οφθαλμίατρος ενέπνευσε αρχικά ελπίδες για μεταρρύθμιση, αλλά αντ' αυτού συνέτριψε βάναυσα τους διαφωνούντες μετά την έκρηξη διαδηλώσεων το 2011 ως μέρος των εξεγέρσεων της «Αραβικής Άνοιξης» που σαρώνουν την περιοχή.
Ο εμφύλιος που ακολούθησε είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν εκατοντάδες χιλιάδες και να εκτοπιστούν εκατομμύρια άλλοι, με τον Άσαντ να αναπτύσσει χημικά όπλα και να βομβαρδίζει περιοχές αμάχων. Ωστόσο, με στρατιωτική υποστήριξη από τη Ρωσία και το Ιράν, κατάφερε να παραμείνει στην εξουσία στη Δαμασκό και να ανακτήσει τον έλεγχο των περισσότερων μεγάλων πόλεων της Συρίας.
Στο πλευρό του ήταν διαρκώς η σύζυγός του Άσμα, 47 ετών μια «πριγκίπισσα» της διασποράς από τη Συρία κάποτε, η οποία μεγάλωσε στο Λονδίνο πριν επιστρέψει στη Συρία μετά τη γνωριμία της με τον σύζυγό της τη δεκαετία του 1990.Η γεννημένη στη Γαλλία πρώην τραπεζίτης επενδύσεων θεωρήθηκε αρχικά ως μια προοδευτική, σύγχρονη «πρώτη κυρία» που θα μπορούσε να πιέσει για διαφάνεια.
Αντίθετα, σύμφωνα με email που διέρρευσαν κατά καιρούς αποκαλύφθηκαν τα γούστα της για την υψηλή ραπτική και τα πανάκριβα έπιπλα, ακόμη και όταν μαίνονταν οι συγκρούσεις, βλάπτοντας σοβαρά την εικόνα της. Εξαφανίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τη δημόσια ζωή για αρκετά χρόνια καθώς μαίνονταν οι μάχες, αλλά πρόσφατα ανέλαβε ξανά έναν περιορισμένο δημόσιο ρόλο, ως υποστηρικτική μητέρα που επικεντρώνεται σε οικογενειακά ζητήματα.