Με τη συμμετοχή και την εμπλοκή των ψηφοφόρων να αναμένεται υψηλή, οι «Swing States» θα διαμορφώσουν το πολιτικό τοπίο των ΗΠΑ για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Οι «Swing States» αναδεικνύονται ως οι πιο κρίσιμες πολιτείες στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024, όπου αναμένεται σκληρή μάχη μεταξύ της Δημοκρατικής υποψηφίου Κάμαλα Χάρις και του Ρεπουμπλικάνου Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά τι ακριβώς είναι οι «Swing States» και γιατί διαδραματίζουν τόσο σημαντικό ρόλο;
Οι «Swing States» είναι οι αμφίρροπες πολιτείες, δηλαδή αυτές που δεν παρουσιάζουν σταθερή πολιτική προτίμηση και ενδέχεται να κλίνουν είτε προς τους Δημοκρατικούς είτε προς τους Ρεπουμπλικάνους.
Σε αντίθεση με τις πολιτείες που ψηφίζουν παραδοσιακά κάποιο συγκεκριμένο κόμμα, οι «Swing States» προσφέρουν μια αβέβαιη δυναμική, και έτσι κάθε υποψήφιος αναζητά τρόπους να επηρεάσει τους ψηφοφόρους τους. Επειδή η εκλογική αναμέτρηση εξαρτάται από το ποιος θα καταφέρει να συγκεντρώσει 270 εκλέκτορες, οι πολιτείες αυτές είναι κρίσιμες και συχνά καθορίζουν το αποτέλεσμα των εκλογών.
Το 2024, επτά πολιτείες αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο, όπως και το 2020. Από αυτές, ο σημερινός Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, είχε καταφέρει να κερδίσει τις έξι, ανατρέποντας σημαντικές νίκες του Τραμπ το 2016. Ωστόσο, οι συνθήκες έχουν αλλάξει και κάθε μία από τις πολιτείες αυτές κρύβει τα δικά της διλήμματα και προκλήσεις. Ας εξετάσουμε αναλυτικά τις πολιτείες αυτές και τη δυναμική τους.
Η Πενσιλβάνια, παραδοσιακά Δημοκρατική, έκπληξε το 2016 με τη νίκη του Τραμπ, που έδειξε ότι ακόμη και το προπύργιο των Δημοκρατικών μπορεί να αλλάξει. Το 2020, ο Μπάιντεν την ανακατέκτησε, αλλά με μικρή διαφορά. Με τους 19 εκλέκτορες της, η Πενσιλβάνια είναι ένα πραγματικό «μήλον της έριδος» για τους υποψηφίους. Ωστόσο, οι προκλήσεις στη συγκεκριμένη πολιτεία είναι μεγάλες λόγω του όγκου της επιστολικής ψήφου. Το 2020, χρειάστηκαν τέσσερις ημέρες μετά τις εκλογές για να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της Πενσιλβάνια, και το 2024 φαίνεται ότι η κατάσταση μπορεί να είναι παρόμοια, καθώς ο όγκος της πρόωρης ψήφου αναμένεται να είναι εξίσου μεγάλος.
Pexels
Το Μίσιγκαν είναι μια από τις βασικές πολιτείες του «Μπλε Τείχους», που ψήφιζαν συνεχώς Δημοκρατικούς από το 1992 έως το 2012. Ο Τραμπ κατάφερε να την κερδίσει το 2016, απευθυνόμενος στους εργαζομένους που ένιωθαν ότι δεν εκπροσωπούνταν επαρκώς από την πολιτική ελίτ. Παρόλο που ο Μπάιντεν ανέκτησε την πολιτεία το 2020, οι δημοσκοπήσεις το 2024 δείχνουν μια μάχη στήθος με στήθος μεταξύ του Τραμπ και της Χάρις. Με τους 15 εκλέκτορες της, η πολιτεία είναι εκ νέου αμφίρροπη και αναδεικνύεται σε καίρια περιοχή για την εξέλιξη των εκλογών.
Όπως η Πενσιλβάνια και το Μίσιγκαν, το Ουισκόνσιν βρέθηκε στα χέρια των Ρεπουμπλικάνων το 2016, πριν επιστρέψει στους Δημοκρατικούς το 2020 με μικρή διαφορά. Ο αριθμός των 10 εκλεκτόρων της το καθιστά καίριας σημασίας, και το 2024 προβλέπεται να επαναληφθεί η μεγάλη προσέλευση πρόωρης και επιστολικής ψήφου, που ίσως καθυστερήσει τα αποτελέσματα και διατηρήσει την ένταση ψηλά μέχρι το τέλος.
Η Αριζόνα αποτελούσε παραδοσιακά «κόκκινη» πολιτεία, όμως το 2020 ο Μπάιντεν κέρδισε τους 11 εκλέκτορες της, με μια μικρή διαφορά που έκλεισε το χάσμα μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών για πρώτη φορά από το 1996. Παρά τις διαφορές, οι εκλογές του 2024 δείχνουν και πάλι ντέρμπι, και οι δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να προδικάσουν το αποτέλεσμα. Μεγάλη σημασία δίνεται στις νέες στρατηγικές των δύο κομμάτων για την προσέλκυση νέων ψηφοφόρων στην πολιτεία.
Η Νεβάδα υποστηρίζει τους Δημοκρατικούς σε κάθε εκλογική αναμέτρηση από το 1992, όμως πάντα με πολύ μικρές διαφορές. Το 2020, ο Μπάιντεν την κέρδισε με 2 μονάδες, γεγονός που σηματοδοτεί ότι δεν υπάρχει καθαρό προβάδισμα για καμία πλευρά. Παρά τους μόλις 6 εκλέκτορές της, μια νίκη εκεί μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμη, καθώς το αποτέλεσμα αναμένεται να είναι ξανά οριακό.
Pexels
Η Βόρεια Καρολίνα παραμένει μια από τις λίγες «αμφίρροπες» πολιτείες που κέρδισε ο Τραμπ το 2020, με οριακή διαφορά 1,3 μονάδων από τον Μπάιντεν. Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν κυριαρχήσει στην πολιτεία από το 2008 και μετά, και η εκλογική ιστορία της δείχνει πως οι εκλογείς τείνουν προς αυτούς. Οι δημοσκοπήσεις όμως δείχνουν ότι η διαφορά μειώνεται, και τα 16 εκλέκτορες της ενδέχεται να παιχτούν στο νήμα.
Η Τζόρτζια έμεινε στα χέρια των Ρεπουμπλικάνων για περισσότερες από δύο δεκαετίες, μέχρι που ο Μπάιντεν την κέρδισε το 2020. Η νίκη του επιτεύχθηκε με μόλις 0,3 μονάδες, και το αποτέλεσμα χρειάστηκε επανακαταμέτρηση που οριστικοποιήθηκε δύο εβδομάδες αργότερα. Η Τζόρτζια αποδεικνύει τη σημασία της σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, καθώς οι 16 εκλέκτορες μπορούν να κάνουν τη διαφορά.
Οι προεκλογικές εκστρατείες επικεντρώνονται σε αυτές τις πολιτείες, με στόχο να επηρεάσουν το εκλογικό σώμα, να απευθυνθούν σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και να χρησιμοποιήσουν στρατηγικές που θα αλλάξουν τις ισορροπίες υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου.