ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στο σπίτι περιμένοντας τη βροχή. Μια συνέντευξη με αφορμή την καθηλωτική παράσταση.
Όλγα Κωνσταντοπούλου: Λιγότερο θέαμα και περισσότερο θέατρο.
Δημοσίευση 18/2/2015 | 00:00
Η Όλγα Κωνσταντοπούλου μιλά στο e-radio.gr με ευκαιρία την παράταση παραστάσεων του κατεξοχήν κοινωνικού έργου που περιστρέφεται γύρω από την πολυπόθητη, ολοκληρωτική λύτρωση της ελευθερίας του να ζεις - με άξονα τη "γυναίκα" - η οποία κάποιες φορές έρχεται και άλλες όχι.
Εικοσι-δύο χρόνια μετά τη δημιουργία του έργου "Στο Σπίτι περιμένοντας τη βροχή", τα ζητήματα τα οποία θέτει παραμένουν σήμερα πιο σύγχρονα απ' ότι ποτέ άλλοτε.
- Πώς έγινε η επιλογή του έργου; Υπήρξε κάποιος ιδιαίτερος λόγος που θέλατε να ανεβάσετε την συγκεκριμένη παράσταση;
Όταν έπεσε στα χέρια μας το Ήμουν στο σπίτι και περίμενα να έρθει η βροχή, μείναμε έκπληκτες. Το κείμενο είχε μια απίστευτη δυναμική, και ταυτόχρονα μια ευθραυστότητα που μας ξάφνιασε. Η περίφημη λαγκαρσική φράση, τόσο δύσκολη για τους ηθοποιούς και ταυτόχρονα τόσο μαγευτική, αιχμαλώτισε την προσοχή μας και μας μάγεψε. Πρόκειται για κείμενο πλούσιο, όσον αφορά στο δραματικό περιβάλλον, με πολλές δυνατότητες. Στη Γενεύη, το JΆétais dans ma maison et jΆattendais que la pluie vienne προσαρμόστηκε σε όπερα από τον συνθέτη Jacques Lénot (2007, au Grand Théâtre). Αυτή η μουσική μετάφραση δεν ξάφνιασε κανέναν γιατί στο έργο του Lagarce, η γλώσσα αντιμετωπίζεται ως μουσική που αποτελείται από θέματα, ποικιλίες και επαναλήψεις. Φυσικότητα αυτή η γλώσσα έχει μόνο στην όψη: πρόκειται για μία φρεναπάτη - ας διαβάσουμε: θεατρική ψευδαίσθηση.
Πάντως, η αλήθεια είναι ότι όσο πέρναγε ο καιρός και δουλεύαμε το έργο, αρχίσαμε σιγά-σιγά να συνειδητοποιούμε ότι δεν ήταν μόνο η ομορφιά του κειμένου που μας τράβηξε. Το έργο μας αφορούσε εκατό τοις εκατό: την καθεμία προσωπικά αλλά και όλες μαζί, για τους ίδιους, ή πιθανόν άλλους λόγους.
Και είμαστε απίστευτα τυχερές που η σκηνοθέτις μας - Εστέρ Αντρέ Γκονζάλες, ήθελε να το ανεβάσει. Μαζί της μοιραστήκαμε τη λατρεία, για το συγκεκριμένο έργο. Τυχερές είμαστε, επίσης, με τη μετάφραση του Δημήτρη Φίλια. Κατάφερε να διατηρήσει τη μουσικότητα του κειμένου χωρίς να προδώσει το νόημα. Κι αυτό, ξέρετε, είναι πολύ δύσκολο. Γιατί, συνήθως, η μετάφραση είναι πιστή είτε στο ύφος είτε στο νόημα, σπάνια και στα δύο.
- Μίληστε μας για την υπόθεση του έργου.
Η ιστορία είναι απλή: πέντε γυναίκες – η μάνα, οι τρείς κόρες της και μία μεγαλύτερη σε ηλικία γυναίκα – περιμένουν έναν νεαρό άντρα – τον μικρό αδερφό – που έχει φύγει από το σπίτι του, που τον έχει διώξει ο πατέρας του εδώ και πολύ καιρό. Σήμερα, ο μικρός αδερφός βρίσκεται ξανά στο δωμάτιό του, εκείνο που είχε όταν ήταν παιδί. Επέστρεψε για να ξεκουραστεί, να πεθάνει, πιθανόν, να τελειώσει το δρόμο του, την περιπλάνησή του. Κι εκείνες τον περιμένουν να ξυπνήσει.
Πρόκειται για μια αργή παβάνα γυναικών γύρω από το κρεβάτι ενός νεαρού άντρα που κοιμάται. Τα ερωτήματα, αμέτρητα, αναδύονται από παντού. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μία Σύνοψη του συγγραφέα που θα μπορούσε να ρίξει φως στα σκοτεινά σημεία της ιστορίας. Αλλά όχι, κάθε άλλο! Ο συγγραφέας, παρόλο που φωτίζει κάποια ερωτήματα, δεν δίνει ωστόσο ακριβείς απαντήσεις. Κι έτσι το μυστήριο γίνεται ακόμα πιο μυστηριώδες! Τις απαντήσεις πρέπει κανείς να τις αναζητήσει μόνο μέσα στο κείμενο γιατί αρνούμαστε τις εύκολες απαντήσεις τύπου «aids» ή «ομοφυλοφιλία» του συγγραφέα.
- Στην παράσταση δεν αναφέρονται καθόλου ευθέως οι λόγοι που ο μικρός αδελφός εκδιώκεται από το σπίτι. Ωστόσο υπάρχουν νύξεις οι οποίες παραπέμπουν σε αυτοβιογραφικά στοιχεία του Lagarce, όπως η οροθετικότητα του. Ποιος είναι ο ρόλος του βιώματος στο θέατρο;
Το Σάββατο, 23 Ιουλίου 1988, η είδηση έρχεται με τρεις λέξεις: «Είμαι οροθετικός». Ο Jean-Luc Lagarce δεν μιλά για «έιτζ», δεν του αρέσει αυτή η λέξη, την σνομπάρει. Στο Ημερολόγιό του, λέει πως έκανε εξετάσεις για «αυτό που γνωρίζετε» χλευάζοντας την υποκρισία όσων αυτή την εποχή μιλούν για το AIDS με χαμηλή φωνή σαν να επρόκειτο για μια αρρώστια που προκαλεί ντροπή. Και συνεχίζει λίγο παρακάτω: «αλλά είναι πιθανόν ότι το γνωρίζετε ήδη».
Βλέπω (από σήμερα το πρωί) τα πράγματα διαφορετικά. Πιθανόν, δεν ξέρω.
Να είμαι ακόμα πιο μοναχικός, αν αυτό μπορεί να γίνει. Να μην πιστεύω τίποτα, όχι πια, να μην πιστεύω σε τίποτα.
Να ζω όπως φαντάζομαι ότι ζουν οι λύκοι και όλες αυτές οι ιστορίες.
Η μάλλον να κλέβω, να συνεχίσω να κλέβω για τα καλά.
Να χαμογελώ. Και να κάνω την απειλή του θανάτου να σωπάσει – γιατί όπως και να το κάνεις…
Το AIDS δεν είναι για τον Lagarce θέμα των έργων του. Δεν θέλει ούτε να το εκμεταλλευτεί εμπορικά ούτε να προκαλέσει τη λύπηση των άλλων. Η αξιοπρέπειά του καθώς και η προτεσταντική του ανατροφή δεν θα το επέτρεπαν. Τα κείμενά του δεν μιλούν ποτέ για αυτό. Ποτέ δεν έκρυψε την αρρώστιά του όπως και ποτέ δεν την έκανε λάβαρο. Έκανε μόνο αλλαγές στο καθημερινό του πρόγραμμα: αλλάζει τα ωράρια της δουλειάς για τις τακτικές επισκέψεις στο νοσοκομείο, ακυρώνει κάποιες συναντήσεις, κάποια σεμινάρια αλλά ακόμα και αυτό το κάνει σπάνια. Γιατί ο Lagarce τιμά τη ζωή. Τα τελευταία επτά χρόνια που του μένουν να ζήσει θα είναι γεμάτα όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή του. Ακόμα και όταν τα Τ4 θα είναι στο 0 εκείνος δεν θα σταματήσει να γράφει, να σκηνοθετεί, να ακολουθεί το θίασό του στις τουρνέ, να κάνει σχέδια για την επόμενη παράσταση.
Ο «μικρός αδερφός» του JΆétais dans ma maison et jΆattendais que la pluie vienne, είναι ο «περιθωριακός», αυτός που είναι διαφορετικός από τους άλλους, τους ανθρώπους. Αυτός που αρνείται να συμβιβαστεί, αυτός που επαναστατεί, πάει ενάντια στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Η κοινωνία μέσα στην οποία ζει δε δείχνει καμία ανεκτικότητα στο «διαφορετικό», μια φλογερή επιθυμία να καταργηθεί κάθε αντίσταση ή κάθε διαφωνία σε σχέση με ένα σύστημα αξιών απόλυτο, το οποίο απαιτεί ολοκληρωτική προσχώρηση.
«Ο μικρός αδερφός», βορά μιας κοινωνίας που τον βάζει στο περιθώριο, φέρει τη θεματική του τέλους, της πρόωρης γήρανσης, της αρρώστιας και, τελικά, του θανάτου. Αλλά αντιστέκεται και, ενάντια σε όλους και όλα, αρνείται να χάσει την παιδικότητά του. Την ημέρα της επιστροφής, έχει το ίδιο ξαφνιασμένο βλέμμα που είχε όταν ήταν παιδί. Το ίδιο και ο δημιουργός του, δηλαδή ο Jean-Luc Lagarce.
Πρόκειται για «την παιδική ηλικία που ξαναβρίσκουμε με τη θέλησή μας», για την οποία μιλά ο Baudelaire : για τον ενήλικα, «τα λουλούδια δεν είναι πια αληθινά λουλούδια» γιατί έχει χάσει για πάντα την ικανότητα να εκπλήσσεται. Μια ικανότητα που τη διαθέτει μόνο ο καλλιτέχνης – και, προφανώς, «ο μικρός αδερφός»!
- Η απουσία του πατέρα από το έργο, και συνεπώς από την σκηνή τι εξυπηρετεί;
Ο πατέρας καθώς και ο μικρός αδερφός αποτελούν praesentia in absentia. Αν και απόντες από τη σκηνή, βρίσκονται πάντα εκεί. Όλο το έργο στρέφεται γύρω από τον «μικρό αδερφό» και τη σχέση με τον πατέρα. Οπότε δεν μπορούμε να πούμε ότι τα δύο αρσενικά της οικογένειας απουσιάζουν. Το ότι δεν τους βλέπουμε ποτέ επί σκηνής εξυπηρετεί δραματουργικούς σκοπούς. Η σχέση του Lagarce με τον πατέρα του ήταν πολύ καλή. Ο πατέρας του ήταν ένας άνθρωπος ήρεμος και γεμάτος κατανόηση, σε αντίθεση με αυτόν του έργου μας.
- Καταφέρνει ο συγγραφέας – ένας άντρας – να διεισδύσει στο προφίλ της γυναικείας ταυτότητας όσον αφορά τη μητρότητα και την αδελφότητα;
Βέβαια. Κι αυτό είναι το εκπληκτικό. Δεν μιλάμε για ψυχολογική προσέγγιση, κάθε άλλο. Οι πέντε γυναίκες του έργου είναι «η γυναίκα» σε διάφορες ηλικίες, έχουμε δηλαδή το αρχέτυπο της γυναικείας φύσης σε όλο το φάσμα των ηλικιών. Από την άλλη, το Ήμουν στο σπίτι και περίμενα να έρθει η βροχή δεν είναι έργο που απευθύνεται μόνο σε γυναίκες. Δεν σας κρύβω ότι στην αρχή είχαμε μια κάποια ανησυχία σχετικά με την πρόσληψη του έργου από το αντρικό κοινό. Αυτό που μας εξέπληξε είναι ότι στο τέλος της παράστασης δεν ήταν λίγοι οι άντρες θεατές οι οποίοι το πρώτο πράγμα που μας λέγανε είναι ότι πρόκειται για εξαιρετικό κείμενο.
Στην ιστορία της λογοτεχνίας βρίσκουμε παντού γυναίκες που περιμένουν τους άντρες τους… Η Πηνελόπη περιμένει τον Οδυσσέα υφαίνοντας, αλλά το ύφασμα ξηλώνεται κάθε βράδυ. Η Ηλέκτρα περιμένει τον αδερφό της, τον Ορέστη, να εκδικηθεί για εκείνη. Οι γριές γυναίκες του Ρίτσου περιμένουν τους άντρες που έφυγαν στη θάλασσα. Ο κατάλογος είναι πολύ μακρύς! Τόσοι άνθρωποι μη ικανοποιημένοι από τη μοίρα τους σε αναμονή ενός καλύτερου κόσμου! Ακριβώς όπως οι 5 γυναίκες του JΆétais dans ma maison et jΆattendais que la pluie vienne, του κατεξοχήν έργου της αναμονής - προσμονής μέχρι τέλους.
- Εσείς ως γυναίκα, τι αποκομίσατε από ένα έργο το οποίο πραγματεύεται τον γυναικείο ψυχισμό;
Όπως σας είπα και πριν, δεν υπάρχει ίχνος ψυχολογίας στο έργο. Η γυναίκα παρουσιάζεται ως «όλες οι γυναίκες», όλου του κόσμου, όλων των τόπων, όλων των εποχών, κλπ. Αυτό που θα μπορούσα να πω είναι ότι δουλεύοντας το έργο με την Εστέρ ανακάλυψα κάτι που μέχρι τότε δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό: οι γυναίκες αυτές περιμένουν για έναν ακόμα λόγο: γιατί φοβούνται να ζήσουν.
- Παρατηρούμε στο θέατρο σήμερα, μια λιτή τάση ως προς την χρήση λιγότερων τεχνολογικών μέσων – η οποία περιορίζεται κυρίως στον φωτισμό – και την χρήση ζωντανής μουσικής. Πιστεύετε ότι η οικονομική κρίση στην χώρα και η έλλειψη πόρων επηρέασε με κάποιους τρόπους θετικά το θέατρο;
Ναι, ίσως. Αυτό που βλέπω εγώ είναι ότι ξαναγυρνάμε στο κείμενο, θέλω να πω σήμερα γίνονται παραστάσεις οι οποίες δεν βασίζονται στα εφέ, στη χρήση βίντεο, κλπ. Είναι, δηλαδή, λιγότερο θέαμα και περισσότερο θέατρο. Ξέρετε, και ο Lagarce στην εποχή του αυτό έκανε. Μαζί με τον Koltès και τον Gabily προσπάθησαν να δώσουν στο κείμενο τη θέση που του αρμόζει: στο κέντρο της θεατρικής πράξης.
- Η ομάδα Les Vagues συστάθηκε για το ανέβασμα της συγκεκριμένης παράστασης. Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας ως ομάδα;
Ενδεχομένως να είναι και πάλι Lagarce γιατί εδώ υπάρχει σίγουρα μεγάλος έρωτας, για τον άνθρωπο αλλά και τον δημιουργό Lagarce. Τους επόμενους μήνες θα δουλέψουμε πάνω στη Φαίδρα του Ρακήνα για το φεστιβάλ του Beton 7 και σκεφτόμαστε να συνεχίσουμε με το έργο αυτό και την επόμενη θεατρική σεζόν.
Το ανέβασμα του Ήμουν στο σπίτι και περίμενα να έρθει η βροχή ήταν το όνειρο μιας από εμάς, το οποίο και εκπληρώθηκε. Θα θέλαμε πολύ να πραγματοποιήσουμε και τα υπόλοιπα όνειρά μας. Σίγουρα, η δουλειά τόσων μηνών μας έφερε κοντά και παρόλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες αντέξαμε και συνεχίζουμε.
Η παράσταση Στο σπίτι περιμένοντας τη βροχή θα παίζεται στον χώρο Προσωρινός (Δεινοκράτους 103, Κολωνάκι) μέχρι και τις 28/2.
συνέντευξη: Στέλιος Χατζηθωμάς
1.