Περισσότερες από 5000 γυναίκες Γεζίντι αιχμαλωτίστηκαν και σκλαβώθηκαν από μαχητές του Ισλαμικού Κράτους από τότε που εκείνοι επιτέθηκαν στην περιοχή Σίντζαρ του βορείου Ιράκ, τον Αύγουστο του 2014.
Οι γυναίκες- ανάμεσά τους κορίτσια στην εφηβεία- είδαν τους τζιχαντιστές του ISIS να δολοφονούν τις οικογένειές τους πριν εκείνες πουληθούν ως σκλάβες του σeξ.
Πολλές παραμένουν στα χέρια των ισλαμιστών μαχητών αλλά κάποιες κατάφεραν να αποδράσουν και αφηγούνται φρικιαστικές ιστορίες για την κακοποίηση, τους βiασμούς, τη σκλαβιά και τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστησαν.
Σε κάποιες περιπτώσεις νεαρές γυναίκες επέστρεψαν σπίτι τους κουβαλώντας στα σπλάχνα τους τα αγέννητα παιδιά των «ιδιοκτητών» τους.
Η Ιρακινή φωτογράφος Seivan Salim αναζήτησε και εντόπισε ορισμένες από τις γυναίκες αυτές. Τις φωτογράφισε με το παραδοσιακό λευκό νυφικό φόρεμα των Γεζίντι, σύμβολο αγνότητας, και κατέγραψε την ιστορία τους με τα δικά τους λόγια.
Perla, 21, από τη Σίντζαρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου του 2014, κρατήθηκε και 10 μήνες.
«Όταν ήρθε το ISIS όλοι έφυγαν στα βουνά αλλά οι μαχητές τους πρόλαβαν και τους είπαν να μείνουν στο χωριό όπου θα ήταν ασφαλείς. Τους είπαν πως θα τους άφηναν ελεύθερους αλλά ήταν ψέμα. Μας πήγαν στη Συρία με λεωφορεία. Εγώ ήμουν με περίπου 400 άλλα κορίτσια. Ο άνδρας που με επέλεξε ήταν πολύ οργισμένος. Με χτύπησε και απείλησε να με πυροβολήσει. Μου είπε πως θα μπορούσε να με βοηθήσει να ξαναβρώ τους γονείς μου- αν και υποστήριξε πως ήταν σχεδόν σίγουρα νεκροί. Του είπα πως αν ήξερε πως ήταν νεκροί, θα έπρεπε να σκοτώσει κι εμένα. Μας πήγε σε ένα αγρόκτημα όπου δεν φάγαμε σχεδόν τίποτα για οκτώ ημέρες. Καταχώρισαν τα ονόματά μας και μας ξαναπούλησαν. Κάθε φορά έπαιρναν περίπου 4-5 κορίτσια και τα πουλούσαν. Μετά επέστρεφαν να πάρουν κι άλλα. Ένας αγοραστής με έφερε στη Ράκα, σε μια υπόγεια φυλακή. Έμεινα εκεί με άλλα κορίτσια για 12 ημέρες. Έρχονταν και χτυπούσαν τις φίλες μου επειδή δεν αλλαξοπιστούσαν στο Ισλάμ. Μια μέρα με πήραν να με ξαναπουλήσουν. Ήταν πέντε άνδρες, ο ένας ήταν Γάλλος. Με ρώτησε αν ξέρω να μαγειρεύω και αν μιλάω αραβικά, είπα όχι. Μου είπε πως θα μάθαινα και με πήρε μαζί του. Με πήρε μόνο για να με ξαναπουλήσει, αυτή τη φορά σε έναν άνδρα από τη Σαουδική Αραβία. Έμεινα στο σπίτι τους, μου έφεραν φαγητό κι ένα μαύρο abaya (μακρύ φαρδύ ένδυμα που φορούν στο μουσουλμανικό κόσμο) και άφησαν το δωμάτιό μου ξεκλείδωτο. Φόρεσα το abaya και το έσκασα».
Rooba, 28, από τη Σίντζαρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για δέκα μήνες
«Ήμαστε στο Ταλ Αφάρ για δύο μήνες, μετά μας πήγαν στη Ράκα της Συρίας, περίπου 300 κορίτσια, σε μια μεγάλη αίθουσα. Όλες οι γυναίκες είχαν μωρά που έκλαιγαν επειδή πεινούσαν, στα παιδιά έδιναν μόνο ένα αυγό όλη την ημέρα.
Την πρώτη νύχτα εννέα κορίτσια προσπάθησαν να διαφύγουν. Έδεσαν τα ρούχα τους για να φτιάξουν σχοινί και με αυτό να κατέβουν από το παράθυρο αλλά οι μαχητές του ISIS τα βρήκαν και τα έφεραν πίσω. Μας χτύπησαν όλες επειδή δεν τους είπαμε για την απόδρασή τους. Μας έβαλαν σε ένα μεγάλο δωμάτιο, κλείδωσαν την πόρτα και δεν μας έφεραν καθόλου νερό. Μια μέρα μας πήγαν σε άλλο κτήριο, η πινακίδα μπροστά έγραφε κάτι σαν «πώληση» κι εγώ πουλήθηκα σε έναν 40χρονο Σαουδάραβα. Μου ζήτησε να τον παντρευτώ κι όταν αρνήθηκα μου έδειξε τρία αντικείμενα στο τραπέζι του, ένα μαχαίρι, ένα όπλο και ένα σχοινί. Είπε πως θα τα χρησιμοποιούσε και τα τρία αν δεν δεχόμουν. Εγώ αρνήθηκα ξανά και ξανά κι έτσι με χτύπησε. Χτύπησε ακόμα και την ανιψιά μου που είναι μόλις τριών ετών.
Πουλήθηκα ξανά, αυτή τη φορά σε έναν εργένη που ήθελε να με παντρευτεί. Αρνήθηκε με όλη τη δύναμή μου και με χτύπησε ξανά και ξανά κι εμένα και την ανιψιά μου. Προσπάθησε να με βιάσει και όταν δεν τα κατάφερε με πούλησε ξανά.
Στο νέο μου σπίτι έκανα όλες τις δουλειές: καθάρισμα, μαγείρεμα και πλύσιμο. Ο άνδρας που με είχε αγοράσει είπε πως έπρεπε να κοιμηθεί μαζί μου για να με κάνει πραγματική μουσουλμάνα. Του είπα πως αν κοιμόταν μαζί μου θα γινόμουν η γυναίκα του και δεν θα ήμουν πια σκλάβα του. Η γυναίκα του απείλησε να τον εγκαταλείψει εάν κοιμόταν μαζί μου. Θύμωσε πολύ και με την ανιψιά μου επειδή δεν μιλούσε αραβικά, της έβαλε πιπέρι στο στόμα και την κλείδωσε σε ένα δωμάτιο χωρίς νερό. Τη χτύπησε τόσο άγρια που τα σημάδια φαίνονται ακόμα και σήμερα. Δεν μου επέτρεπαν να της αλλάζω πάνα για ολόκληρη εβδομάδα. Μας έδιναν μόνο μικρές ποσότητες φαγητού επειδή εν τέλει ήμαστε σκλάβοι και δεν έπρεπε να προσδοκούμε πού φαγητό…»
Nasira, 18, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 11 μήνες
«Όταν ήρθε το ISIS προσπάθησαν να μας στρέψουν στο Ισλάμ. Κλαίγαμε όλοι, ακόμα και ο πατέρας μου. Μας έφεραν όλους σε ένα σχολείο, πήραν όλα τα λεφτά και τα υπάρχοντά μας. Ακούσαμε πως είχαν σκοτώσει τους άνδρες σε τέσσερα φορτηγά από το χωριό μας. Όταν ακούσαμε τα αεροπλάνα να πετούν από πάνω μας προσευχήθηκα να βομβαρδίσουν τους δικούς μας. Θα ήταν καλύτερο από το να τους σκοτώσουν οι μαχητές του ISIS. Ευχόμουν να βομβαρδίσουν κι εμάς, θα προτιμούσα να είχα σκοτωθεί από βόμβα παρά να με πιάσει το ISIS. Δεν με πούλησαν αλλά με πήγαν στη Ράκα της Συρίας και με προσέφεραν ως δώρο σε μια οικογένεια Σαουδαράβων σαν σκλάβα, σαν δώρο. Έμεινα εκεί για οκτώ μήνες, μας πήγαιναν σχολείο για να μας διδάξουν το Ισλάμ. Είδα το αποκεφαλισμένο και σταυρωμένο σώμα ενός μαχητή του YPG (Σύροι Κούρδοι που πολεμούν το ISIS). Ήταν φρικτό».
Syjan, 30, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 10 μήνες
H Syhan έμεινε έγκυος κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας της και απέδρασε ενώ βρισκόταν στον όγδοο μήνα. Έμεινε στην Τουρκία για δύο μήνες μέχρι που γεννήθηκε το μωρό της. Κατάφερε να επιστρέψει στο βόρειο Ιράκ αλλά δεν μπόρεσε να πάρει μαζί της τον γιο της. Σήμερα δεν ξέρει πού βρίσκεται.
Azhin, 22, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 11 μήνες
«Αρχικά μείναμε για 15 μέρες σε φυλακή στη Ράκα, μας συμπεριφέρονταν σαν να είμαστε ζώα. Με αγόρασε ένας άνδρας από τη Σαουδική Αραβία και με πήγε σε ένα σπίτι όπου ζούσαν άλλοι δυο άνδρες. Τον ικέτευσα να με αφήσει να είμαι με την αδελφή μου. Με χτύπησε με το όπλο του στο κεφάλι μέχρι που αιμορραγούσα. Δεν με πήγαν στο νοσοκομείο, με μετέφεραν αναίσθητη πίσω στη φυλακή. Η αδελφή μου πουλήθηκε τρεις μέρες μετά κι εγώ ήμουν συντετριμμένη. Ξαναβρεθήκαμε όταν εγώ πουλήθηκα λίγο πιο μετά, μαζί με άλλα επτά κορίτσια, στον ίδιο αγοραστή. Την ημέρα μας κρατούσαν σε ένα σπίτι. Διαφορετικοί άνδρες έρχονταν και μας διάλεγαν για τη νύχτα. Πέρασαν έτσι πέντε μήνες. Δεν υπήρχε αρκετό φαγητό και δεν μπορούσαμε να πλυθούμε. Με πούλησαν ξανά, αυτή τη φορά έμεινα δύο μήνες με έναν άνδρα από το Τατζικιστάν. Όταν σκοτώθηκε στη μάχη πουλήθηκα ξανά και ξανά και ξανά αλλά με προσέφεραν ως δώρο. Αναγκαζόμουν να κάνω σeξ ακόμα και έξι φορές τη βραδιά. Πάντα μου έδεναν τα χέρια και τα πόδια όταν με βίαζαν. Μια φορά προσπάθησα να το σκάσω αλλά με έπιασαν. Με άφησαν νηστική για έξι ημέρες και τρεις φορές την ημέρα με μαστίγωναν. Δεν ξέρω τι απέγιναν η μητέρα, ο πατέρας και οι αδελφοί μου. Ξέρω μόνο πως οι αδελφές μου αιχμαλωτίστηκαν κι αυτές».
Delvin, 27, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 4 μήνες
«Χώρισαν τις γυναίκες από τους άλλους και μας πήγαν σε ένα σχολείο όπου μείναμε για δύο μήνες. Μετά μας πήγαν σε πολλά διαφορετικά μέρη, δεν ξέρω ακριβώς πού. Τελικά φτάσαμε στη Ράκα, στη Συρία, Δώδεκα μέρες αργότερα με έστειλαν σε συριακή οικογένεια. Ήμουν έγκυος και είχα κι άλλα παιδιά μαζί μου. Ήταν πολύ σκληροί μαζί μας. Παρότι ήμουν έγκυος με χτυπούσαν και προσπαθούσαν να κάνουν σeξ μαζί μου. Όταν αρνιόμουν, με ανάγκαζαν ούτως ή άλλως. Με βίασαν πολλές φορές και με ξαναπούλησαν, αυτή τη φορά σε μια οικογένεια από τη Σαουδική Αραβία. Πήραν ένα από τα αγόρια που ήταν μαζί μου για να το εκπαιδεύσουν να γίνει τζιχαντιστής. Δεν τον ξαναείδα ποτέ. Έμεινα εκεί για ενάμιση μήνα και μετά πήγα πάλι σε άλλη πόλη, όπου γέννησα. Με βίαζαν και εκεί, παρότι είχα μόλις γεννήσει».
Shadi, 18, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 5 μήνες
«Όταν έφτασαν ήταν νύχτα. Περικύκλωσαν την πόλη για να μην μπορούμε να φύγουμε. Πήραν όλους τους άνδρες, δεν ξέραμε πού τους πήγαν. Τότε ένα 13χρονο αγόρι επέστρεψε κλαίγοντας, μέσα στη σκόνη. Μας είπαν πως τους είχαν σκοτώσει όλους αλλά δεν τον πιστέψαμε. Οι μαχητές του ISIS συγκέντρωσαν όλα τα μικρά κορίτσια σε ένα σημείο, μας πήγαν στην Ταλ Αφαρ όπου δεν είχαμε ούτε φαγητό ούτε νερό. Μας πήγαιναν από μέρος σε μέρος για εβδομάδες πριν μας πάνε στη Συρία. Στη Ράκα μας έβαλαν σε ένα υπόγειο μέρος, ήταν τόσο σκοτεινά που δεν καταλαβαίναμε αν ήταν μέρα ή νύχτα. Έγραψαν τα ονόματά μας σε χαρτιά που κρέμασαν στο λαιμό μας και μας πούλησαν. Οκτώ από μας πήγαν στο Χαλέπι, εγώ κατέληξα με μια γυναίκα και την ανιψιά μου σε μια μεγάλη βίλα. Εκεί ήταν ένας Αμερικανός που δεν μιλούσε αραβικά. Μου είπε πως έπρεπε να τον παντρευτώ για να γίνω μουσουλμάνα. Μου ζήτησε να πλυθώ και μετά να τον παντρευτώ, του είπα πως ήμουν έγκυος και δεν μπορούσα να κάνω σeξ αλλά εκείνος έφερε γιατρό κι όταν διαπιστώθηκε πως δεν ήμουν έγκυος με χτύπησε. Μου έδεσε τα χέρια και με βίασε. Προσπαθήσαμε να αποδράσουμε πολλές φορές, κάθε φορά μας έβρισκε, με βοήθεια είτε των στρατιωτικών στα σημεία ελέγχου είτε ανθρώπων που μας έλεγαν ψέματα πως θα μας βοηθήσουν αλλά τον ειδοποιούσαν. Κάθε φορά μας χτυπούσε ακόμα περισσότερο. Στο Χαλέπι υπήρχαν πάντως άνθρωποι που αγωνίζονταν να επιβιώσουν. Το ήξερα και ήξερα πως χρειαζόταν απλώς τύχη για να βρούμε έναν. Προσπαθούσαμε και προσπαθούσαμε μέχρι που κάποιος μας βοήθησε. Εμείς αποδράσαμε αλλά ακόμα δεν ξέρω τι απέγιναν οι θείοι, τα ξαδέλφια και τα αδέλφια μου».
Muna, 18, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 4 μήνες
«Μαχητές του ΙSIS με ανάγκασαν να πάω μαζί όταν ήμουν στο Ταλ Αφάρ. Μου είπαν: έλα μαζί μας αλλιώς θα αποκεφαλίσουμε τα αδέλφια σου. Έτσι πήγα με έναν άνδρα στη Μοσούλη. Εργαζόμουν για την οικογένειά του σαν σκλάβα. Με ανάγκασαν να ασπαστώ το Ισλάμ. Παρότι είχε σύζυγο και οικογένεια με βίαζε συνέχεια. Το Ισλαμικό Κράτος κρατά ακόμα πέντε μέλη της οικογένειάς μου και δεν ξέρω ούτε πού είναι ούτε αν ζουν».
Dlo, 20, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 8 μήνες
«Ήταν 11 το πρωί όταν ήρθε το ISIS στο χωριό μας. Ετοιμάζαμε φαγητό. Μπήκαν στο σπίτι μας, μας άρπαξαν και μας πήγαν στο σχολείο. Χώρισαν τους άνδρες από τις γυναίκες και τα κορίτσια. Δεν ξέραμε τι θα απογίνουν οι άνδρες, δεν ξέραμε πως θα τους σκότωναν όλους. Μας πήγαν στο Ταλ Αφάρ μαζί με άλλα κορίτσια. Μαχητές του ISIS ερχόντουσαν στο σπίτι εκεί και διάλεγαν κορίτσια για την ικανοποίησή τους και τα έπαιρναν μακριά».
Nasima 22, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 9 μήνες
«Ήρθαν και μας είπαν πως θα μας άφηναν μόνες μας. Μετά μας είπαν πως έπρεπε να ασπαστούμε το Ισλάμ για να μην μας αποκεφαλίσουν. Μας άφησαν να το σκεφτούμε και όταν γύρισαν μας είπαν πως θα μας άφηναν ελεύθερες αλλά μας έφεραν στο σχολείο, πήραν τα λεφτά και ό,τι άλλο είχαμε. Χώρισαν τους άνδρες από τις γυναίκες και μας άφησαν εκεί. Μετά ακούσαμε τους πυροβολισμούς, νομίζαμε πως σκοτώνουν ζώα, όχι τους άνδρες μας.
Στη Μοσούλη σεΐχηδες και εμίρηδες έρχονταν και μας έβλεπαν. Μας αγόραζαν, εγώ πουλήθηκα σε έναν άνδρα που με πήγε στην Ταλ Αφάρ. Όταν φτάσαμε με υποχρέωσε να τον παντρευτώ. Εκείνη τη νύχτα μου έδεσε τα πόδια, τα χέρια και τα μάτια. Μετά με βίασε. Δεν έμενα ποτέ για πολύ σε ένα μέρος. Συνέχεια με μετακινούσε και με έπαιρνε μαζί του. Προσπάθησα να το σκάσω δύο φορές αλλά με έπιασε, με χτυπούσε για τρεις ημέρες. Μερικές φορές με άφηνε νηστική για μια ολόκληρη εβδομάδα, ενίοτε και ακόμα περισσότερο. Ήμουν πάντα κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο, σαν φυλακισμένη.
Ήμουν στη Μοσούλη όταν αποφάσισα πως δεν αντέχω άλλο και έπρεπε να φύγω. Ήμουν φοβισμένη αλλά φόρεσα ένα μαύρο abaya και βγήκα στο δρόμο. Μπήκα σε ένα ταξί, είπα στον ταξιτζή πως προσπαθώ να γλιτώσω από τη σκλαβιά και τον ικέτευσα να με βοηθήσει. Ήμουν τυχερή γιατί με βοήθησε. Επικοινώνησε με τον αδελφό μου και συνεννοήθηκε με έναν λαθρέμπορο. Ο αδελφός μου ήξερε έναν οδηγό στη Μοσούλη, τον οποίο εμπιστευόταν, και του ζήτησε να με πάει σε εκείνος. Με πήγαν στους Πεσμεργκά και ήμουν πια ελεύθερη. Οι αδελφές μου και οι αδελφοί μου κρατούνται ακόμα από το ISIS.
Την πρώτη φορά που με βίασαν, με χτύπησαν με μαστίγιο. Με έπλυνε και με εξανάγκασε να τον παντρευτώ. Ήταν περίπου 30 χρονών και είχε τέσσερα παιδιά. Ήθελε να του κάνω ένα παιδί. Ασχολείτο με εκρηκτικά, τους είδα πολλές φορές να βάζουν νάρκες σε πολλές πόλεις. Όταν άκουγαν αεροπλάνο να πλησιάζει με έστελναν έξω, πίστευαν πως αν με έβλεπαν οι πιλότοι δεν θα τους βομβάρδιζε. Εγώ ήλπιζα μας βομβαρδίσουν».
Jijan, 20, από τη Σιντζάρ. Πιάστηκε στις 4 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 10 μήνες
«Με έβαλαν με άλλα 14 κορίτσια σε ένα φορτηγό και μας πήγαν στη Μοσούλη. Είμαστε όλες μικρές και όμορφες. Δεν μείναμε στη Μοσούλη, μας πήγαν σε ένα μικρό χωριό όπου μείναμε για 15 μέρες. Ο συνθήκες ήταν τρομακτικές, μας έβαλαν σε ένα βρώμικο δωμάτιο, αρρωστήσαμε όλες. Μετά μας πήγαν στη Ράκα. Μας είπαν πως θα μας πουλούσαν, ως σκλάβες ή ως νύφες για τους μαχητές. Έκανε αβάσταχτη ζέστη και μας είχαν, 150 άτομα, σε ένα σπίτι χωρίς παράθυρα, χωρίς αέρα. Ένα απόγευμα περίπου είκοσι άνδρες μπήκαν στο σπίτι και άρχισαν να μας χτυπούν, μας φώναζαν πως είμαστε οι σκλάβες τους και πως θα έπρεπε να τους υπακούμε και να κάνουμε ό,τι μας λένε. Μας είπαν πως θα μας τιμωρούσαν αλλά δεν μας σκότωσαν επειδή προτιμούσαν να μας βασανίζουν».
Shirin 22 ετών. Πιάστηκε στις 15 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 7 μήνες
«Όλη η οικογένειά μου εξαφανίστηκε τη νύχτα εκτός από έναν από τους αδελφούς μου. Μας πήγαν σε ένα σχολείο και μας πήραν τα τηλέφωνα, τα λεφτά, τα κοσμήματα, όλα. Έβαλαν γυναίκες και παιδιά σε ένα λεωφορείο και μας πήγαν στη Μοσούλη, μέσα στη νύχτα, για να μας πουλήσουν. Εγώ αγοράστηκα από έναν άνδρα από την Αλβανία που ζούσε μαζί με άλλες πέντε οικογένειες κι εγώ έγινα η σκλάβα τους.
Ήμουν αναγκασμένη να καθαρίζω, να προσεύχομαι σαν μουσουλμάνα και να κάνω σeξ με όλους τους. Έμεινα εκεί τέσσερις μήνες πριν με ξαναπουλήσουν, αυτή τη φορά σε μια οικογένεια στη Συρία όπου έπρεπε να φροντίζω τα παιδιά.
Δύο μήνες μετά αποφάσισα να το σκάσω. Ντύθηκα στα μαύρα και έφυγα από το σπίτι. Στο δρόμο ζήτησα βοήθεια από έναν άγνωστο. Ήμουν τυχερή, με πήγε σε ένα σπίτι όπου μπόρεσα να τηλεφωνήσω στον αδελφό μου. Κατάφερε να βρει λεφτά από μία ΜΚΟ και με πέρασαν στην Τουρκία. Η οικογένειά μου βρίσκεται ακόμα κάπου σε έδαφος του ISIS.
Maysa, 18 Πιάστηκε στις 3 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για δέκα μήνες
«Ήμαστε αγρότες και φροντίζαμε τη γη μας. Στο χωριό μου οι μισοί είμαστε μουσουλμάνοι και οι μισοί Γεζίντι. Αγαπούσα ένα αγόρι από το χωριό και θέλαμε να παντρευτούμε. Δεν ξέρω τι απέγινε μετά την άφιξη του ISIS. Στις τρεις το πρωί ακούσαμε τους πρώτους πυροβολισμούς και αεροπλάνα να πετούν. Το πρωί συνειδητοποιήσαμε πως κάθε οικογένεια Γεζίντι είχε εξαφανιστεί, είχαν μείνει μόνο οι οικογένειες μουσουλμάνων. Τρέξαμε στο γείτονά μας και δανειστήκαμε το φορτηγό του για να φύγουμε από το χωριό. Στο δρόμο για το βουνό μας σταμάτησαν οι μαχητές του Ισλαμικού Κράτους. Ήταν από πολλές χώρες, όχι μόνο το Ιράκ: από το Πακιστάν, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία. Μας είπαν να κατέβουμε από το φορτηγό, ο δρόμος ήταν γεμάτος πτώματα. Είχαν σκοτώσει πολλούς ανθρώπους. Χώρισαν τα κορίτσια από τους υπόλοιπους και μας πήγαν με τα τζιπ τους στο Baadj. Η μαμά μου προσπάθησε να έρθει μαζί μας αλλά τη χτύπησαν με ένα όπλο και την έριξαν κάτω. Δεν φάγαμε για τρεις ημέρες, μόνο κλαίγαμε. Μας είπαν να μη φοβόμαστε και πως δεν θα μας έκαναν κακό. Πως είχαν πρόβλημα με την κυβέρνηση, όχι με τους ανθρώπους. Μετά μας πήγαν σε μία φυλακή, ήταν σκοτεινά και γεμάτο κόσμο. Βρήκα τη γυναίκα του θείου μου και μου είπε πως δεν ήξερε αν ήταν και η μαμά μου εκεί. Πέρασα όλη τη νύχτα ψάχνοντάς τη και τελικά τη βρήκα το πρωί. Την κρατούσα σφιχτά στην αγκαλιά μου για εκείνες τις λίγες ώρες, μέχρι που την ξαναπήραν μακριά. Χώρισαν τα μικρά κορίτσια από τα υπόλοιπα και μας πήγαν στη Μοσούλη.
Εκεί έβαλαν 500 από εμάς μέσα σε ένα διώροφο κτήριο. Ήρθε ένας σεΐχης, είχε ένα ραβδί στο ένα χέρι και ένα βιβλίο στο άλλο και ήθελε να μας προσηλυτίσει στο Ισλάμ. Είπαμε τα λόγια που μας ζήτησε να πούμε και μετά, σύμφωνα με τον ίδιο, είχαμε γίνει μουσουλμάνες και έπρεπε να πάμε μαζί τους. Ένα πρωί μας πήραν, μας φόρεσαν με το ζόρι μαύρα abaya, αλυσόδεσαν τα χέρια μας, έδεσαν και τα μάτια μας και μας έβαλαν με το ζόρι σε ένα λεωφορείο. Όταν φτάσαμε στη Συρία μείναμε σε φυλακή για δύο ημέρες και την Τρίτη μέρα μας πήγαν σε ένα τζαμί και μας άφησαν κάτω από τον ήλιο, σαν ζώα. Ήμαστε σαν πρόβατα στο παζάρι. Ο σεΐχης καλούσε τους άνδρες να μας δουν και να διαλέξουν ανάμεσα σε κορίτσια Γεζίντι και χριστιανές. Οι άνδρες δεν ήθελαν της Χριστιανές, ήθελαν μόνο εμάς τις Γεζίντι.
Ένας άνδρας με διάλεξε και με έβαλε στο αυτοκίνητό του. Έμεινα στο σπίτι του για τρεις μήνες. Πρώτα ήθελε να με «εξαγνίσει» από Γεζίντι και με ανάγκασε να δώσω τα δαχτυλίδια, τα ρούχα μου, όλα ίσα σχετίζονταν με την πίστη μου, την ταυτότητά μου. Ήθελε να με «μάθει να φέρομαι» κι έτσι με πήγε να μείνω με άλλα κορίτσια Γεζίντι που είχαν εξαναγκαστεί σε γάμους με Σαουδάραβες. Μου είπε πως έπρεπε να τον παντρευτώ, θέλω δε θέλω.
Τότε ο «ιδιοκτήτης» μου ήρθε να με πάρει πίσω κι άρχισα να εργάζομαι στο σπίτι του. Η τηλεόραση έπαιζε συνέχεια θρησκευτικά κανάλια, το Κοράνι ξανά και ξανά. Δεν έτρωγα το φαγητό τους, μόνο ψωμί και νερό. Μια φορά που αρνήθηκα να πλυθώ με χτύπησε με το όπλο του και με απείλησε πως θα με χτυπούσε μέχρι θανάτου αν δεν πλενόμουν. Αλλά εγώ δεν ήθελα να πλυθώ επειδή ήξερα πως αν το έκανα θα κοιμόταν μαζί μου. Έτσι δεν πλύθηκα για τρεις μήνες.
Προσπάθησα μια φορά να δραπετεύσω αλλά οι στρατιώτες με βρήκαν στο δρόμο και με έφεραν πίσω. Ο άνδρας με χτύπησε άγρια και με μαστίγωσε με ένα καλώδιο. Μου είπε πως αν δεν τον παντρευόμουν θα με πουλούσε σε κάποιον χειρότερο. Μου έδωσε τρεις ημέρες να το σκεφτώ αλλά την επομένη, όταν έλειπε, ήρθε η γυναίκα του και μου είπε πως θα με βοηθούσε να κρυφτώ σε μια οικογένεια Κούρδων που ζούσε στη γειτονιά.
Με πήγε εκεί όταν ο άνδρας τη έλειπε και τους ικέτευσα να με βοηθήσουν αλλά εκείνοι φοβόντουσαν επειδή αν και μουσουλμάνοι, ήταν Κούρδοι και δεν μπορούσαν να μες κρύψουν χωρίς να αντιμετωπίσουν μεγάλο κίνδυνο. Ο ιδιοκτήτης μου με βρήκε και μου ξύρισε τα μαλλιά, τον ικέτευσα να με πουλήσει στην κουρδική οικογένεια. Μου είπε πως θα υποχρεωνόμουν να παντρευτώ έναν Κούρδο αλλά αν αυτό ήθελα, τότε θα το έκανε.
Με πούλησε για 1500 δολάρια και πήγα να ζήσω με την οικογένεια των Κούρδων. Έκλαψα όταν είδα τη γυναίκα γιατί μου θύμισε τη μητέρα μου. Κι εκείνη έκλαιγε και μου είπε πως με αγόρασαν για να είμαι ασφαλής, όχι για να με κάνουν σκλάβα.
Έμεινα εκεί πέντε μήνες. Μια μέρα κατάφεραν να κανονίσουν συνάντηση με τον μπαμπά μου στα τουρκικά σύνορα. Ο Κούρδος μου έδωσε την ταυτότητα της κόρης του και με πήγε στα σύνορα, όπου και τελικά σώθηκα.
Qaliya, 21 ετών, πιάστηκε στις 3 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 10 μήνες.
«Όταν ήμουν στη Μοσούλη προσπάθησα να το σκάσω στα βουνά της Σιντζάρ. Βρήκα ένα μικρό άδειο σπίτι και έκατσα και περίμενα αλλά με βρήκαν. Ένας άνδρας με ρώτησε γιατί έφυγα. Φοβάσαι πως θα σε σκοτώσουμε, ρώτησε. Απάντησα πως προτιμούσα να πεθάνω. Με πήγε πίσω στο σπίτι του ιδιοκτήτη μου, με έκλεισε σε ένα δωμάτιο και άρχισε να με μαστιγώνει.
Μετά με χτύπησε με ένα σχοινί, έδεσε τα πόδια μου, με κρέμασε από τα πόδια στο ανεμιστήρα της οροφής και με χτύπησε και πάλι. Όταν με κατέβασε μου είπε πως η τιμωρία μου θα κρατούσε τρεις ημέρες και πως δεν θα είχα τίποτα να φάω ή να πιω. Μου είπε πως αν προσπαθούσα να το ξανασκάσω θα με έδενε σε δύο αυτοκίνητα και θα με έσκιζε στα δύο. Με άφησε στο δωμάτιο κλεισμένη τρεις ημέρες.
Amal, 18, πιάστηκε στις 3 Αυγούστου 2014, κρατήθηκε για 11 μήνες
«Ακούσαμε πυροβολισμούς στις 3 το πρωί και τρέξαμε στα βουνά. Το μεσημέρι μας πρόλαβε το ISIS. Είχαμε σχεδόν φτάσει στο βουνό, ήμαστε σχεδόν ασφαλείς. Μας πήραν όλους, 14 μέλη της οικογένειάς μας. Μας πήγαν στο Σιντζάρ και μετά στο Τελ Αφάρ. Οι μαχητές φοβούνταν τις αεροπορικές επιδρομές κι έτσι μετακινούνταν συνέχεια από πόλη σε πόλη γύρω από τη Μοσούλη.
Χώρισαν τις γυναίκες από τους άνδρες κι εγώ γύρισα με άλλα 17 κορίτσια στο Τελ Αφάρ. Μας μετακινούσαν συνέχεια. Κάποια στιγμή χωρίστηκα και από τη μητέρα μου. Το χειρότερο ήταν οι σκοτωμοί στη Σιντζάρ, τους είδα με τα μάτια μου, τόσα πτώματα στο δρόμο, ήταν τρομερό. Το πιο θλιβερό που θυμάμαι, αυτούς τους φρικτούς μήνες, ήταν ένα κοριτσάκι 12 χρόνων. Τη βίασαν χωρίς έλεος».