Ασπρόμαυρες πόλεις, πολύχρωμα πρόσωπα: ατομική έκθεση της Νίνας Λασηθιωτάκη
Δημοσίευση 29/9/2016 | 14:39
http://www.sixdogs.gr
Εγκαίνια Πέμπτη 29|9 στις 20.30
Είσοδος ελεύθερη.
Στην πρώτη ατομική της έκθεση στο six d.o.g.s η Νίνα Λασηθιωτάκη, απόφοιτος της Σχολής Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, παρουσιάζει μια σειρά φωτογραφικών αναπαραστάσεων της πόλης και των κατοίκων της.
Άνθρωποι και αστικά περιβάλλοντα από τέσσερις πόλεις του ελλαδικού χώρου συνυπάρχουν σε μια παράλληλη αφήγηση, χωρίς ποτέ να συναντώνται ή να διασταυρώνονται. Οι ασπρόμαυρες πόλεις είναι άδειες από ανθρώπους και τα έγχρωμα πρόσωπα δεν εγγράφονται στον αστικό χώρο, αιωρούνται στο κενό. Αφήνεται στο θεατή η πρωτοβουλία να κάνει τη μείξη των εικόνων, τους συσχετισμούς των νοημάτων, τους συνειρμούς.
Στο project επιχειρείται μια αντίστιξη ανάμεσα στην ασπρόμαυρη φωτογραφία και την έγχρωμη και ένας διάλογος ανάμεσα στην πόλη και στους ανθρώπους της. Στις ασπρόμαυρες λήψεις του δημόσιου χώρου τονίζεται η ροή του χρόνου, η φθορά της ύλης, η χαοτική δομή, η συμπαρουσία των διαφορετικών αρχιτεκτονικών μορφών, η πολυπλοκότητα των γεωμετριών, η αίσθηση εγκατάλειψης στα ημιτελή κτίρια και στα κουφάρια από μπετόν που χάσκουν. Αναδεικνύεται η ερήμωση, η αποξένωση, η απουσία της ανθρώπινης ύπαρξης με την δραματικότητα των σκιοφωτισμών, τις αντιθέσεις των τόνων, την ικανότητα της φωτογραφίας να ανασύρει το τυχαίο, το μη ορατό, τις αθέατες όψεις του πραγματικού.
Στα πορτραίτα ο φωτογραφικός φακός παγιδεύει το βλέμμα, αγγίζει το δέρμα. Η έγχρωμη λήψη επιτρέπει την εξονυχιστική παρατήρηση από τον θεατή, διευκολύνει την πρόσληψη των οπτικών πληροφοριών και την ασύνειδη επεξεργασία τους. Ανιχνεύει τη στιγμιαία διάθεση του υποκειμένου και καταγράφει τις αποχρώσεις των συναισθημάτων στις εκφράσεις των προσώπων πριν αυτές χαθούν: αμηχανία, φόβος, γλυκύτητα, έπαρση, θυμός, αγωνία, προσδοκία, απόγνωση.
Η φωτογραφική μηχανή αλιεύει εικόνες από μια πόλη ακατοίκητο-σκηνικό, χωρίς το ανθρώπινο στοιχείο, και εικόνες ανθρώπων που επιθυμούν, πάσχουν, ονειρεύονται, γερνούν.
Η κάθε εικόνα χάνει την αυτοτέλειά της και εντάσσεται σε μια ευρύτερη αρθρωτή αφήγηση. Μια τοιχογραφία, που απλώνεται στους τοίχους σαν ένα φανταστικό αστικό πανόραμα χωρίς αναγνωρίσιμους τόπους και εμβληματικά κτίρια, επικοινωνεί και συνδιαλέγεται με τα φωτογραφημένα πρόσωπα.
Στο πεδίο αυτό των οπτικών αντιπαραθέσεων, η ροή των βλεμμάτων των θεατών αλλάζει τα όρια της ερμηνείας και της πρόσληψης χωρίς σαφη σημειολογική φόρτιση, ρίχνοντας το βάρος άλλοτε στις ασπρόμαυρες πόλεις-τοιχογραφία και άλλοτε στα πολύχρωμα πρόσωπα-τοπίο.