Back to basics: Text, σε επιμέλεια της Άρτεμης Ποταμιάνου
Διερεύνηση της χρήσης κειμένου στο εικαστικό έργο των καλλιτεχνών
Δημοσίευση 2/3/2017 | 16:59
Enia Gallery, Μεσολογγίου 55
Εγκαίνια: 31 Μαρτίου 2017
Ώρες λειτουργίας:
Τρίτη - Πέμπτη: 11πμ - 7μμ
Παρασκευή: 11πμ - 8μμ
Σάββατο: 11πμ - 4μμ
Στο πλαίσιο των εκθέσεων Back to Basics η Enia Gallery εγκαινιάζει στις 31 Μαρτίου 2017, την έκθεση Back to basics: Text, σε επιμέλεια της Άρτεμης Ποταμιάνου.
Συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Zavier Ellis, Guerrilla Girls, Joseph Kosuth, Κώστας Μπασάνος, Yoko Ono, Γιώργος Παπαδάτος, Νίνα Παπακωνσταντίνου, Άρτεμις Ποταμιάνου, Μάριος Σπηλιόπουλος, Mark Titchner, Αλέξανδρος Ψυχούλης.
Ως μέρος της σειράς εκθέσεων Back to Basics που εξετάζει βασικά θέματα και στοιχεία της εικαστικής πρακτικής, η έκθεση Back to Basics: Text σκοπό έχει να διερευνήσει τους στόχους αλλά και τις μεθόδους προσέγγισης κατά την εικαστική χρήση του κειμένου στο έργο των καλλιτεχνών.
Ο γραπτός λόγος υπήρξε μέρος των εικαστικών έργων από την αρχή της ιστορίας της τέχνης. Αποσπάσματα κειμένων αποτελούσαν τμήμα ενός έργου στην Αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο και την Αναγέννηση έχοντας όμως πάντα ένα δευτερεύοντα, επικουρικό, συνοδευτικό χαρακτήρα, εξυπηρετώντας μια λογική επίλυσης πιθανών ασαφειών. Στα έργα αυτά ο γραπτός λόγος δεν αποτελεί ποτέ από μόνος του εικαστικό έργο.
Ήδη από τον 1ο π.Χ. αιώνα ο Οράτιος εξισώνει τη σημασία της ποίησης και της ζωγραφικής με την περίφημη φράση «Ut Pictura Poesis», η οποία επαναλαμβάνεται από πολλούς καλλιτέχνες ανά τους αιώνες.
Η εικαστική χρήση του κειμένου επικράτησε κυρίως στις αρχές του 20ου αιώνα από καλλιτέχνες πολλών avant-garde κινημάτων του μοντερνισμού με χαρακτηριστικό παράδειγμα το έργο του René Magritte The Treachery of Images με τη δήλωση «Ceci n’est pas une pipe - Αυτό δεν είναι μία πίπα» όπου το κείμενο χρησιμοποιείται ως μέσο για τη σουρεαλιστική ανατροπή. Στην περίπτωση των καλλιτεχνών του Dada ο γραπτός λόγος εξυπηρετεί μια αντί-καλλιτεχνική και αντί-αισθητική λογική ενώ πρωταρχικό πλέον ρόλο αποκτά στα τέλη της δεκαετίας του '60, στην εννοιολογική τέχνη, με τη συνοδεία εικόνας να μην κρίνεται πια απαραίτητη.
Η απόρριψη των παραδοσιακών μέσων και του φορμαλισμού από τους εννοιολογικούς καλλιτέχνες καθώς και η υιοθέτηση της λογικής ότι το έργο τέχνης λειτουργεί κυρίως ως φορέας ιδεών, αυτονόητα οδήγησε στη χρήση της φιλοσοφίας και του γραπτού λόγου. Στο έργο του Joseph Kosuth Μία και Τρεις Καρέκλες το 1965, ένα από τα σημαντικότερα έργα της εννοιολογικής τέχνης, η ετυμολογία της λέξης καρέκλα από φωτοτυπημένο λεξικό παρουσιάζεται δίπλα σε μια πραγματική καρέκλα και τη φωτογραφική της αναπαράσταση, θίγοντας φιλοσοφικά ζητήματα σημασιολογίας και αναπαράστασης.
Το περιεχόμενο και οι έννοιες του καλλιτεχνικού αντικειμένου αποτέλεσαν τις κύριες παραμέτρους αξιολόγησης του έργου τέχνης έναντι της μορφής και της αισθητικής διάστασης του έργου. Ασκώντας κριτική στην υπάρχουσα κοινωνικοπολιτική κατάσταση και υιοθετώντας την εικαστική χρήση του κειμένου για να αναδείξουν την γνωσιακή αξία των έργων, οι εκπρόσωποι του κινήματος οδηγούνται σε ρήξη με την παραδοσιακή τέχνη.
Διαφορετικό τρόπο προσέγγισης και εισαγωγής του κειμένου στη δουλειά της επιτυγχάνει η Yoko Ono θέτοντας υπό αμφισβήτηση το διαχωρισμό ανάμεσα στην τέχνη και την καθημερινότητα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα το έργο Painting in Three Stanzas όπου η καλλιτέχνης περιγράφει την ιδέα του έργου γεμίζοντας ολόκληρο τον καμβά με ένα κείμενο στα Ιαπωνικά και συνθέτει ένα είδος οπτικού ποιήματος αλλά και τα Instructions Paintings (1961) όπου μετατρέποντας το κείμενο σε οδηγίες, γραπτές ή προφορικές, δίνει τη δυνατότητα στο θεατή να τις ακολουθήσει ή όχι. Οι οδηγίες αυτές και άλλες παρόμοιες (Instructions for Photograph) αποτέλεσαν το artist book Grapefruit που δημιουργήθηκε το 1964 στην Ιαπωνία.
Στα έργα του On Kawara, το κείμενο αποτελεί οπτικό στοιχείο που αντικατοπτρίζει την αγωνία του δημιουργού στο πέρασμα του χρόνου μέσα από λέξεις και αριθμούς. Το 1966 ο Kawara ξεκίνησε τους “πίνακες ημερομηνίες” που αποτελούνται από μια μαύρη πινακίδα με την ημερομηνία του έργου, φτιαγμένη ζωγραφικά αλλά με τρόπο τέτοιο που να μην υπάρχει κανένα στοιχείο της προσωπικής έκφρασης του καλλιτέχνη. Ως το 1991 είχε ολοκληρώσει περίπου 2.000 πίνακες που συνοδεύονταν με σελίδα της τοπικής εφημερίδας, εστιάζοντας στη διαδρομή κι όχι στην ταυτότητα του δημιουργού.
Από το 1960 και μετά πλήθος καλλιτεχνών έκαναν χρήση του κειμένου στην εικαστική τους πρακτική όπως ο Christopher Wool, η Barbara Kruger, ο Douglas Huebler, η Jenny Holzer, η Lorna Simpson, ο Robert Indiana, ο Ed Ruscha και τόσοι άλλοι. Η έρευνά τους εξετάζει και προκαλεί τα όρια της λογικής ροής του κειμένου, του φερόμενου νοήματος, των γλωσσικών στοιχείων και της δομής του λόγου, άλλοτε δημιουργώντας το κείμενο, άλλοτε κάνοντας χρήση δανείων από την ποπ κουλτούρα και τα social media, άλλοτε χρησιμοποιώντας το κείμενο μόνο του κι άλλοτε αναπαράγοντάς το σε συνδυασμό είτε με εικόνα είτε με άλλα κείμενα.
Ως αποτέλεσμα οι δύο διαστάσεις του κειμένου (ετυμολογία στα ελληνικά από το αρχ. κείμενον και το ρήμα κείμαι) ανά περίπτωση διατηρούνται στο παραγόμενο έργο δίνοντας δισδιάστατα έργα ή επεκτείνονται όταν το έργο αναπτύσσεται στην τρίτη διάσταση ή διερευνά τη σχέση του με το χώρο δημιουργώντας site specifics.
Χαρακτηριστικό δείγμα της δουλειάς που πραγματεύεται ο Joseph Kosuth από το '60 αποτελεί το έργο Ex Libris, 1989 με το οποίο ο καλλιτέχνης συμμετέχει στην έκθεση. Χρησιμοποιώντας αποσπάσματα έργων και φράσεις γνωστών συγγραφέων, φιλοσόφων και διανοητών, ο Kosuth δανείζεται το έργο τους, αξιοποιεί το ύφος της "φωνής" τους για να δημιουργήσει το δικό του νόημα, επιβάλλοντας στα μάτια του θεατή -- μελετητή κι αναγνώστη τους-- τον μεταξύ τους διάλογο. Με τον τρόπο αυτό δημιουργεί ένα εικαστικό χώρο, γλώσσα και νόημα που ανήκουν αποκλειστικά στον Kosuth. Εργαλεία του καλλιτέχνη είναι πια ολόκληρη η συλλογική κουλτούρα της ανθρώπινης διανόησης, ενώ στο Ex Libris, 1989 συγκεκριμένα περιλαμβάνονται κείμενα των Nietzsche, Freud, Foucault και Wittgenstein.
Στην έκθεση παρουσιάζονται τα δύο ίσως πιο χαρακτηριστικά έργα των Guerrilla Girls που μέσω των πόστερ αλλά και του καυστικού τους χιούμορ, επιχειρούν να αφυπνίσουν τη συνείδηση του χώρου της τέχνης. Από τη δεκαετία του '80 τα Guerrilla Girls εφορμούν, επιτίθενται και στηλιτεύουν όλα τα κακώς κείμενα ενός συστήματος, που μεθοδικά και ηθελημένα αφήνει τις γυναίκες αλλά και τις έγχρωμες μειονότητες στο περιθώριο. Το έργο τους The Advantages of Being A Woman Artist απαριθμεί τα μειονεκτήματα της θέσης της γυναίκας στο εικαστικό γίγνεσθαι παρουσιάζοντάς τα ειρωνικά ως πλεονεκτήματα μεταφέροντας ένα καθαρό μήνυμα με το οποίο ταυτίστηκαν για πολλά χρόνια οι γυναίκες της καλλιτεχνικής και όχι μόνο σκηνής. Το έργο τους Do women have to be naked to get into the Met. Museum? δημιουργήθηκε το 1985 όταν τους ζητήθηκε από το Public Art Fund στη Νέα Υόρκη να σχεδιάσουν ένα πόστερ για διαφημιστική πινακίδα. Τα Guerrilla Girls διεξήγαγαν μια καταμέτρηση σύγκρισης των γυμνών που αναπαριστούσαν γυναικεία σώματα έναντι ανδρικών οδηγώντας σε “αποκαλυπτικά” αποτελέσματα που όπως σημειώνουν συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι και το 2012 που έκαναν την τελευταία καταμέτρηση.
Προσεγγίζοντας το κείμενο ως εικόνα, η Νίνα Παπακωνσταντίνου συνήθως κρύβει το γραπτό λόγο στα έργα της αντί να τον φανερώνει, εξαλείφοντας τις πληροφορίες που υπηρετούν το νόημα του κειμένου. Στο έργο της Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα διερευνά τη σχέση μεταξύ του κειμένου και της εικόνας μέσω μεταγραφής αποσπασμάτων από το ομώνυμο θεατρικό έργο του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα με πολλαπλά τρυπήματα βελόνας. Αυτή η σχεδόν βίαιη αλλά και ακριβής χειρωνακτική πρακτική καθιστά εν τέλει αδύνατη την ανάγνωση του κειμένου που παίρνει την μορφή μοτίβου κεντητικής δημιουργώντας εσώγλυφους και ανάγλυφους διαλόγους.
Με σημείο εκκίνησης ένα ιστορικό γεγονός συμμετέχει στην έκθεση ο Αλέξανδρος Ψυχούλης επιτυγχάνοντας ένα καυστικό σχόλιο στον τρόπο διαχείρισης πρωτοποριακών αλλαγών στην ιστορία της Ελλάδας. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί τη δίκη των συντελεστών του Παρθεναγωγείου Βόλου το 1914 στο Ναύπλιο, ενός σχολείου θηλέων με πρωτοποριακό ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα όπου τα αρχαία Ελληνικά διδάχθηκαν σε μετάφραση στη Δημοτική Γλώσσα σε μια εποχή που η επίσημη γλώσσα του κράτους ήταν η Καθαρεύουσα. Ακολουθώντας τη μοίρα διάφορων μεταρρυθμιστικών πειραμάτων στην ελληνική ιστορία, το σχολείο έκλεισε με βίαια επεισόδια τρία χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του σε μια δίκη που ήταν η πρώτη που έθεσε το γλωσσικό ζήτημα. Ο τίτλος του έργου Το απόσπασμα καταγράφεται σε μια μεγάλη χειροποίητη μαύρη “δαντέλα” και είναι δανεισμένος από το προσεκτικά κατασκευασμένο κατηγορητήριο για τους πρωτεργάτες του σχολείου (Δελμούζος, Σαράφης κλπ.).
Το έργο του Κώστα Μπασάνου Das Kapital, είναι μέρος της σειράς The failure project. Ο Μπασάνος δανειζόμενος τον πρωτότυπο τίτλο του βιβλίου του Karl Marx θέτει σαφείς φιλοσοφικές και εννοιολογικές αναφορές βάζοντας το θεατή σε ένα “παιχνίδι” ανεύρεσης των λέξεων μέσα στην τυχαία σύνταξη του έργου. Το βλέμμα του θεατή έχει την δυνατότητα να κάνει τον αναγραμματισμό σχηματίζοντας τον τίτλο, να βρει πιθανόν νέες λέξεις και νοήματα μέσα στα 10 γράμματα του έργου ή ακόμα και να το θεωρήσει ένα ορθογραφικό λάθος. Η μορφολογική ανάπτυξη του έργου δημιουργεί ένα έργο in situ σε άμεση αλληλεπίδραση με το χώρο έκθεσης.
Ο Mark Titchner επιχειρεί στην καλλιτεχνική του πρακτική να μας προβληματίσει σε σχεση με την αλήθεια των πληροφοριών που μας βομβαρδίζουν καθημερινά. Το έργο του All for all ανήκει σε μια σειρά ανάγλυφων τρισδιάστατων έργων όπου τα περίτεχνα σχέδια των επιφανειών έχουν κοπεί μέσω μηχανήματος και καταγράφουν συνθήματα και αφορισμούς που παραπέμπουν σε κοινωνικές δράσεις και ενθάρρυνση αυτοβελτίωσης. Βασικό χαρακτηριστικό του έργου του και μόνιμο γνώρισμα της δουλειάς του είναι η διαπραγμάτευση της σχέσης καλλιτεχνικού έργου και θεατή. Ο Titchner πραγματώνει μια βήμα-βήμα διαδραστική σχέση με το θεατή που επιτυγχάνεται μέσω της αντανάκλασης της επιφάνειας του έργου που καθρεφτίζει τόσο το θεατή όσο και τον περιβάλλοντα χώρο, λειτουργώντας όμως παράλληλα και ως καμουφλάζ δίνοντας μια αϋλότητα στη σταθερότητα των υλικών του.
Το έργο Grow Love with Me της Yoko Ono είναι ένα κουτί αλουμινίου που εμπεριέχει ένα σπόρο φασολιού του είδους Canavalia Gladiata και έχει χαραγμένο μέσω laser τη λέξη LOVE. Ο ρόλος του ιδιοκτήτη του έργου μεταλλάσσεται από την Ono αφού τον καλεί να γίνει συν-δημιουργός στην καλλιτεχνική διαδικασία αν ακολουθήσει τις οδηγίες φύτευσης του σπόρου. Ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να παρατηρήσει τη χαραγμένη λέξη να αποκαλύπτεται σιγά-σιγά όσο ο σπόρος μετατρέπεται σε φυτό και αν δώσει τη δέουσα αγάπη και υπομονή, ο σπόρος με το μήνυμα θα αναπτύσσεται για χρόνια δημιουργώντας ένα κήπο.
Η Άρτεμις Ποταμιάνου παρουσιάζει ένα απόσπασμα της εγκατάστασης Η Εξέλιξη της Τέχνης όπου οι σελίδες του βιβλίου του Δαρβίνου Η Εξέλιξη των Ειδών μετασχηματίζονται σε ένα χάρτη-διάγραμμα, ανάλογο με αυτούς που χρησιμοποιούνται στα μουσεία φυσικής ιστορίας για την κατανόηση της φυσικής εξέλιξης των ειδών. Εδώ όμως τη θέση των ειδών παίρνουν έργα τέχνης καλλιτεχνών που υπήρξαν πηγή έμπνευσης για μετέπειτα έργα άλλων γνωστών εικαστικών που με τη σειρά τους δημιουργούν καινούργιες πορείες και ετεροαναφορές. Τα κομμένα και επανασυνδεδεμένα κομμάτια από σελίδες γραπτών του Δαρβίνου τυπωμένα με αλλοιωμένες ημιδιαφανείς εικόνες διάσημων έργων τέχνης παραπέμπουν σε τρισδιάστατο εύθραυστο μωσαϊκό και δημιουργούν έργα-πάζλ όπου ο θεατής καλείται να ανακαλύψει τη σχέση του αναγραφόμενου κειμένου με την εικόνα.
Τον γραπτό λόγο με τη ζωγραφική, το κολλάζ και τις φωτογραφικές τεχνικές συνδυάζει στα έργα του ο Zavier Ellis. Σημάδια γκράφιτι, λογοτεχνία και κωδικοποιημένη γλώσσα μεταφέρονται σε χαράξεις και ζωγραφική δημιουργώντας συγκεχυμένους διαλόγους και πολλαπλούς τρόπους ανάγνωσης υποβάλλοντας στο θεατή μια αφήγηση που τελικά είναι αδύνατη και ελλιπής. Προσωπικά, πνευματικά και ιστορικά βιώματα και ενδιαφέροντα του καλλιτέχνη συνθέτουν ένα παζλ που ο θεατής πρέπει αλλά ίσως δεν μπορεί να λύσει.
Το έργο του Black Standard: Freedom αναφέρεται στις μαύρες σημαίες των ισλαμικών στρατών ενώ το κείμενο παίρνει αφορμή από τις διαμαρτυρίες της ακτιβιστικής φεμινιστικής ομάδας των Femen.
Ο Μάριος Σπηλιόπουλος στα έργα του επιζωγραφίζει ήδη υπάρχουσες εφημερίδες μεταλλάσσοντάς τις σε ένα είδος ποπ έργων αναδεικνύοντας με ποικιλία χρωμάτων και τρόπων όχι την πληροφορία που φέρουν αλλά αυτή που ο καλλιτέχνης δημιουργεί με την επέμβασή του. Τα έργα αυτά σχηματίζουν ένα είδος προσωπικού ημερολογίου για το πως ο καλλιτέχνης “διαβάζει” την επικαιρότητα κάνοντας ένα καυστικό σχόλιο στην υποκειμενικότητα των ειδήσεων. Είναι τελικά ένα παιχνίδι ανεύρεσης του σημαντικότερου μηνύματος και πως αυτό “παντρεύεται” με τις δευτερεύουσες πληροφορίες. Τα έργα με τα οποία συμμετέχει στην έκθεση σχολιάζουν τον τρόπο διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το έργο του Γιώργου Παπαδάτου Σημειώσεις για ένα απόβλητο μνημείο αποτελεί μέρος του εν εξελίξει πρότζεκτ Σημειώσεις για ένα μεταβατικό μνημείο.
Πάνω στα θραύσματα αγγείων εγγράφονται φράσεις όπως "Slavoj Žižek : because too narcissist", με διάθεση ειρωνική και σαφή αναφορά στη δράση του εξοστρακισμού κατά την αρχαία Ελλάδα. Αποτελεί μια προσπάθεια αναζήτησης του οξύμωρου στο γεγονός ότι η σύγχρονη κοινωνία ενώ χρειάζεται και προβάλει την κριτική σκέψη σαν αφήγημα συγχρόνως την «απενεργοποιεί» και την εξοστρακίζει ως πρακτική δυνατότητα.
Η έκθεση Back to Basics: Text φυσικά δε δύναται αλλά ούτε και φιλοδοξεί να παρουσιάσει όλες τις εκφάνσεις της χρήσης του γραπτού λόγου στην ιστορία των εικαστικών τεχνών. Ζητούμενό της αποτελεί η δημιουργία διαλόγου ανάμεσα στα έργα των διαφορετικών εικαστικών που συμμετέχουν καθώς και η διατύπωση ερωτημάτων σε σχέση με τον ρόλο και τη χρήση της ένταξης του κειμένου στην παραγωγή του εικαστικού έργου.
Άρτεμις Ποταμιάνου
εικαστικός - επιμελήτρια