Γιατί οι καύσωνες εμφανίζονται όλο και πιο νωρίς;
Τι απαντά η Δρ. Δήμητρα Φουντά, κύρια Ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Περιβάλλοντος στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών
Δημοσίευση 1/7/2017 | 13:41
Αυξάνονται οι πρώιμοι καύσωνες (αυτοί που συμβαίνουν τον Ιούνιο) την τελευταία δεκαετία. Αυτό υποστηρίζει, στα «ΝΕΑ» η δρ Δήμητρα Φουντά, κύρια Ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Περιβάλλοντος στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών.
«Έως το 2007 δεν έχει καταγραφεί πρώιμος καύσωνας τον Ιούνιο» τονίζει. «Τα πράγματα ωστόσο έχουν αλλάξει την τελευταία δεκαετία. Πρώιμους καύσωνες τον Ιούνιο είχαμε το 2007, το 2010, το 2016, πρώιμος είναι και ο φετινός». Όπως λέει: «Ίσως η κυριότερη εκδήλωση της κλιματικής αλλαγής στην περιοχή μας είναι η αύξηση στη συχνότητα εμφάνισης ακραίων υψηλών θερμοκρασιών και καυσώνων. Ιδίως για την Αθήνα, η συχνότητα εμφάνισης τέτοιων φαινομένων έχει αυξηθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες».
Για τον φετινό πρώιμο καύσωνα που σήμερα βρίσκεται στην κορύφωσή του με τη θερμοκρασία να φτάνει σε πολλές περιοχές τους 43 βαθμούς Κελσίου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι συμπίπτει με δύο θλιβερές επετείους: συμπληρώνονται 10 χρόνια από τον πρώτο καύσωνα του 2007 και (σε είκοσι ημέρες από σήμερα) 30 χρόνια από τον φονικό καύσωνα του 1987 που έμεινε στην ιστορία για τη διάρκειά του και τους χιλιάδες νεκρούς.
Σύμφωνα με τον μετεωρολόγο/ερευνητή στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών Κώστα Λαγουβάρδο, «ανατρέχοντας την τελευταία τριακονταετία, τρεις είναι οι καύσωνες που έχουν χαραχτεί στη μνήμη μας.
Ο πρώτος σημειώθηκε τον Ιούνιο του 2007 όταν για έξι ημέρες έσπαγαν το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ της θερμοκρασίας και, μόλις σταμάτησε στις 28 Ιουνίου, ξέσπασε η καταστροφική πυρκαγιά της Πάρνηθας η οποία έκαψε 48.744 στρέμματα.
Ο δεύτερος εκδηλώθηκε τον Ιούλιο του 2007 και διήρκεσε πέντε ημέρες με εξίσου πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Ο καύσωνας του Ιουλίου 1987 ήταν ο μεγαλύτερος της περιόδου σε διάρκεια, καθώς για οκτώ συνεχόμενες ημέρες σημειώθηκαν θερμοκρασίες μεγαλύτερες από 40 βαθμούς Κελσίου».
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι θερμοκρασίες της τάξης των 40 έως 45 βαθμών Κελσίου δεν αποτελούν κάτι το ασυνήθιστο για την Ελλάδα. Ωστόσο, η διατήρηση τόσο υψηλών θερμοκρασιών για μεγάλο χρονικό διάστημα αυξάνοντας τη θερμική επιβάρυνση των ανθρώπων και υποβαθμίζοντας την ποιότητα αέρα, είναι δυνατόν να προκαλέσει αρνητικές συνέπειες στον πληθυσμό.