Εκφυλίζεται το ανδρικό σπέρμα στη Δύση, σύμφωνα με έρευνα
Μειωμένη περιεκτικότητα σε σπερματοζωάρια κατά 59,3%
Δημοσίευση 26/7/2017 | 18:24
Τα ποσοστά περιεκτικότητας του σπέρματος ανδρών από την Αμερική, Ευρώπη, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, έχουν μειωθεί κατά 50% τα τελευταία 40 χρόνια, σύμφωνα με τους επιστήμονες, με τον ρυθμό μείωσης να μην δείχνει τάσεις επιβράδυνσης.
«Αυτή η έρευνα έχει ως στόχο να αφυπνίσει τους ερευνητές και τις υγειονομικές αρχές, ανά τον κόσμο, και να τους παροτρύνει να εξερευνήσουν περεταίρω τις αιτίες πίσω από την απότομη και συνεχιζόμενη πτώση των ποσοστών περιεκτικότητας του σπέρματος», δήλωσε ο Χαγκάι Λεβίν, συν-επικεφαλής της έρευνας.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ερευνήθηκαν τα αίτια που κρύβονται πίσω από αυτή τη μείωση, όμως οι ερευνητές ανέφεραν ότι στο παρελθόν ανάλογες μειώσεις είχαν συνδεθεί με διάφορους παράγοντες, όπως η έκθεση σε συγκεκριμένα χημικά και φυτοφάρμακα, το κάπνισμα, το στρες και η παχυσαρκία.
Από αυτό προκύπτει ότι η ποιότητα του σπέρματος μπορεί να αντανακλά τις επιπτώσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής στους άνδρες και να σηματοδοτεί ευρύτερους κινδύνους για την υγεία τους.
Ανάλογες έρευνες διεξάγονταν από τα τέλη του 1990, αλλά τα ευρήματα τους ήταν υπό αμφισβήτηση, καθώς δεν είχαν ληφθεί υπόψιν πιθανόν σημαντικοί παράγοντες όπως η ηλικία και η σεξουαλική δραστηριότητα των συμμετεχόντων.
Ο Λεβίν μαζί με μια ομάδα ερευνητών, σύλλεξε τα ευρήματα από 185 μετρήσεις σπέρματος από το 1973 μέχρι το 2011 και διεξήγε μια μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό ανθρώπινης αναπαραγωγής (Human Reproduction Update) και έδειξε ότι μετρήσεις σπέρματος ανδρών από τη Βόρεια Αμερική, Ευρώπη, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, παρουσίασαν μειωμένη περιεκτικότητα σε σπερματοζωάρια κατά 59,3%.
Εν αντιθέσει, δεν παρατηρήθηκε ιδιαίτερη μείωση στην περιεκτικότητα του σπέρματος των ανδρών από τη Νότια Αμερική, την Ασία και την Αφρική. Ενώ να σημειωθεί ότι πολύ λιγότερες έρευνες έχουν διεξαχθεί σε αυτές τις περιοχές.
Ο Ντάνιελ Μπρισόν, ειδικός στην εμβρυολογία και τη βιολογία των βλαστικών κυττάρων στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, δήλωσε ότι τα ευρήματα «έχουν σοβαρές επιπτώσεις όχι μόνο για τη γονιμότητα αλλά για την υγεία των ανδρών και την ευρύτερη δημόσια υγεία», προσθέτοντας πως «ένα ερώτημα που δεν έχει ακόμα απαντηθεί είναι το αν οι επιπτώσεις των παραγόντων που συμβάλλουν στη μείωση της περιεκτικότητας του ανδρικού σπέρματος, θα είναι εμφανής στις μελλοντικές γενιές μέσω της επιγενετικής ή των άλλων μηχανισμών λειτουργίας του σπέρματος»