Είναι πλέον πολύ σύνηθες, να συναντάμε αθλητές, τραγουδιστές, ηθοποιούς, που έχουν δυο προσωπικότητες. Συνήθως, η μια, η καλή τους, τους βγαίνει στο γήπεδο, στο stage ή στο σανίδι. Η άλλη, η κακή, τους βγαίνει όταν φύγουν οι κάμερες, όταν σβήσουν τα φώτα, όταν και ξεσπούν κατά του εαυτού τους, αυτού του «άλλου» που πρέπει να είναι όταν όλα τα μάτια του κόσμου είναι στραμμένα πάνω τους.
Η πραγματικότητα είναι λίγο διαφορετική βέβαια από αυτά που λέμε μεταξύ μας. Δεν πρόκειται συνήθως για δυο προσωπικότητες αλλά για μια, μια προσωπικότητα εθιστική απέναντι σε οτιδήποτε, είτε αυτό είναι δουλειά, είτε είναι σeξ, είτε είναι ουσίες, παθιασμένη και ανικανοποίητη.
Αρκετοί αθλητές ήταν τέτοιοι. Όπως ο Τζόρτζ Μπεστ. Στα βήματά του, και σε ταλέντο αλλά και σε εθισμούς, περπάτησε και ένας άλλος μεγάλος σταρ που αδίκησε τον εαυτό του. Ο Πολ Γκασκόιν.
Ο θεός, η φύση ή όποιος άλλος, τον προίκισε με ένα ταλέντο. Δεν κλωτσούσε απλά την μπάλα, αλλά της μιλούσε και αυτή τον άκουγε. Πολλοί άνθρωποι μπορούν να κλωτσουν καλά την μπάλα, αλλά λίγοι επικοινωνούν απόλυτα μαζί της. Ο Πολ Γκασκόιν ήταν ένας από αυτούς. Τουλάχιστον στο ξεκίνημα του. Όταν στα 13 του η Νιουκάστλ (άσχημο μέρος για έναν επιρρεπή άνθρωπο που μεγάλωσε στην φτώχεια), του εμπιστεύτηκε μια θέση στις ακαδημίες της, αυτό είχε σίγουρα στο μυαλό της.
Στα 18 ήταν βασικός. Και στα 21 πήρε την μεταγραφή για το Λονδίνο και την Τότεναμ, με ποσό ρεκόρ για την εποχή. Στα 23 του στα γήπεδα της Ιταλίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990, ήταν εκπληκτικός, μαζί με τον συμπαίκτη του τότε στην Τότεναμ, Γκάρι Λίνεκερ.
Η «Gazzamania» ξεκίνησε στην Αγγλία. Όμως από τότε άρχισαν και τα προβλήματα. Το 1992 θα φύγει από την Αγγλία για την Ιταλία και την Λάτσιο. Αν σκεφτείτε ότι οι Άγγλοι δύσκολα εγκαταλείπουν το πρωτάθλημά τους (γιατί να το κάνουν άλλωστε;), τότε ο μόνος λόγος που μπορούμε να σκεφτούμε για τον οποίο έφυγε ο Γκασκόιν, ήταν για να γλιτώσει από κάποια πράγματα στην πατρίδα του. Επέστρεψε τρία χρόνια αργότερα, δριμύτερος, για λογαριασμό των Rangers της Σκωτίας.
Το 1996 κατά την διάρκεια του Euro, δημοσιεύτηκε μια φωτογραφία του μαζί με τον Τέντι Σέριγχαμ, σε κατάσταση μέθης. Είχε προηγηθεί το περιστατικό όπου με έναν συμπαίκτη του έκλεψαν αυτοκίνητο, χτύπησαν έναν άνθρωπο και τον εγκατέλειψαν στον δρόμο.
Η ζωή του και η καριέρα του πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Στην Σκωτία έγινε κόκκινο πανί για τους οπαδούς της Σέλτικ, αλλά το πέρασμά του ήταν επιτυχημένο. Όμως στον τρίτο χρόνο του στην Σκωτία, παραδέχθηκε για πρώτη φορά τον εθισμό του στο αλκοόλ, όταν ήπιε 32 σφηνάκια ουίσκι και λιποθύμησε.
Μπήκε σε κλινική, αλλά βγήκε για να πάρει μεταγραφή στην Μίντλεσμπρο. Πάλι στα βόρεια λοιπόν. Η κατάστασή του στο γήπεδο ήταν τραγική. Μπαινόβγαινε σε κλινικές για δυο χρόνια μέχρι το 2002. Και για δυο χρόνια τα κατάφερε.
Όμως όταν η μεγάλη του αγάπη, το στήριγμά του, το ποδόσφαιρο, τελείωσε γι’ αυτόν το 2004, άρχισε μια κατηφόρα χωρίς επιστροφή. Επιτέθηκε σε φωτογράφους, που τον φωτογράφισαν σε άθλια κατάσταση. Το 2007 κάνει εγχείρηση στο συκώτι. Συνελήφθη πολλές φορές. Το 2009 είπε ότι έχει να πιει τέσσερις μήνες. Λίγο καιρό μετά δεν μπορούσε να κατέβει από το τρένο.
Το 2011, παραδέχτηκε ότι έκανε για χρόνια χρήση κοκαΐνης. Στις τρεις βιογραφίες του, αποκάλυπτε ότι είχε εξαρτηθεί από πολλά πράγματα, ακόμα και από energy drinks! Όλα αυτά τα χρόνια, διάφορες φωτογραφίες έχουν βγει στην δημοσιότητα, με τον Γκασκόιν να είναι η σκιά του εαυτού του. Φέτος έκλεισε τα 50 και υπήρξαν φορές που έμοιαζε τουλάχιστον για 15 χρόνια μεγαλύτερος.
Τον τελευταίο χρόνο ήταν κάπως καλύτερα. Μάλιστα κάνει καινούργια καριέρα, διασκεδάζοντας το κοινό με ανέκδοτες ιστορίες από την ζωή του και με αστεία περιστατικά. Στις 5 Δεκεμβρίου, ο Γκασκόιν ανακοίνωσε ότι ακυρώνει την περιοδεία του στην Αυστραλία λόγω «κακής υγείας».
Ο Γκασκόιν το 2017
Ο Γκασκόιν είχε όλα τα φόντα να γίνει θρύλος. Όμως έγινε παράδειγμα προς αποφυγή. Πολλοί απορούν πώς είναι ακόμα ζωντανός. Ας ελπίσουμε ότι οι ασωτίες του παρελθόντος, να μην τον έχουν καταδικάσει σε έναν θάνατο ίδιον με εκείνον του φίλου του, Τζορτζ Μπέστ. Και μια μέρα κοιτώντας τον καθρέφτη, να θυμάται τα κατορθώματά του στα γήπεδα. Και όχι έξω από αυτά…