Υπήρξε ένας παρεξηγημένος ποιητής όσο ζούσε. Τουλάχιστον από τους συναδέλφους του. Μετά τον θάνατό του, μελοποιήθηκε ίσως περισσότερο απ’ όλους. Αναγκάστηκε μικρός να μπαρκάρει και είχε την τύχη να ταξιδέψει σε όλον τον κόσμο. Αυτό αποτυπώθηκε αργότερα στην ποίηση του, μια ποίηση που σε ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο, που σου προσφέρει όμορφες εικόνες και που ταυτόχρονα και που σου υπενθυμίζει πως παντού στον κόσμο, τα συναισθήματα των ανθρώπων είναι ίδια. Χαρά, λύπη, πάθος, έρωτας, οργή και καλοσύνη.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1910. Πέθανε σε ηλικία μόλις 65 ετών. Σήμερα, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της σύγχρονης Ελλάδας. Και όχι άδικα. Γιατί τα ποιήματα του έχουν κάτι μοναδικό, που δεν πρόκειται να το βρεις αλλού. Είναι τόσο μουντά αλλά και τόσο αισιόδοξα, που γίνονται αμέσως γοητευτικά. Για του λόγου το αληθές...
«Εκτός από τη μάνα σου κανείς δε σε θυμάται σε τούτο το τρομακτικό ταξίδι του χαμού…».
«Το ‘ευχαριστώ’ είναι πρόστυχη πληρωμή. Όταν δυο άνθρωποι ζούνε ο ένας με την ανάσα του άλλου, δεν χωράει πληρωμή».
«Όλα τα πράγματα έχουν την δική τους μυρωδιά. Οι άνθρωποι δεν έχουν. Την κλέβουν από τα πράγματα».
«Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων».
«…τι κι αν οι κάβοι σου σκληρύναν την παλάμη…»
«Οι πολιτείες ξένες να μας δέχονταν
οι πολιτείες οι πιο απομακρυσμένες
Κι εγώ σ’ αυτές απλά να σε εσύσταινα
σαν σε παλιές γλυκές μου αγαπημένες».
«Ήθελα πάντα να `μενα μικρό κι αγνό παιδί...».
«Τα μάτια σου ζούνε μια θάλασσα, θυμάμαι...».
«Ποιος σκύλας γιος μας μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι, που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;».
«...Σκοτώνει, πες μου, ο χωρισμός; - Ματώνει, δε σκοτώνει...».